Τέχνες του θεάματος
Τέχνες του Θεάματος (αγγλ. performing arts) [1], «Παραστασιακές»[2] και «ερμηνευτικές τέχνες»[3]είναι οι Τέχνες που παρουσιάζονται / εκτελούνται από εξειδικευμένους καλλιτέχνες - ερμηνευτές μπροστά σε κοινό, με σκοπό την ψυχαγωγία, τη διασκέδαση αλλά και την έκφραση καλλιτεχνικών αναζητήσεων, με κύριο μέσο το σώμα του καλλιτέχνη [4]
Στις τέχνες του θέαματος περιλαμβάνονται το θέατρο, η μουσική, ο χορός, ως πρωτεύουσες μορφές τέχνης, συνυφασμένες με τον ανθρώπινο πολιτισμό, αλλά και η όπερα, οι μουσικοχορευτικές παραστάσεις, το κουκλοθέατρο [5], οι μαριονέτες, το Θέατρο Σκιών, η παντομίμα, η όρθια κωμωδία (Stand up comedy), η δραματοποιημένη αφήγηση, ο μοντέρνος χορός, το σύχρονο τσίρκο, οι ταχυδακτυλουργικές επιδείξεις, οι επιδείξεις δεξιοτεχνίας, και άλλες. [6]
Χαρακτηριστικό αυτών των τεχνών και η ειδοποιός διαφορά τους από τις άλλες Τέχνες, είναι ότι δημιουργούνται με σκοπό να παρουσιαστούν μπροστά σε θεατές, σε ειδικά διαμορφωμένους για τον σκοπό αυτό, χώρους, και οι οποίες αποτελούν λόγω της φύσης τους, εφήμερες δημιουργίες. Η ανάπτυξη ωστόσο της κινηματογράφησης, έχει επιτρέψει και την εκ των υστέρων θέαση των έργων.
Οι εκτελεστές των παραστάσεων, ονομάζονται ερμηνευτές ή και καλλιτέχνες και η δημιουργία των παραστάσεων συνήθως αποτελεί το σύνολο των προσπαθειών εξειδικευμένων ανθρώπων του κάθε είδους.
Κατηγορίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Θέατρο ως παράσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το θέατρο αποτελεί τη βάση όλων των τεχνών του θεάματος, αφού εμπεριέχει δυνητικά όλες τις άλλες τέχνες: τη Λογοτεχνία, την Ποίηση, τη Ζωγραφική, τη Γλυπτική, το Χορό, τον Κινηματογράφο, το Τραγούδι. Η ύπαρξη πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων (ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, ενδυματολόγος, μακιγιέζ, μουσικός) και του κειμένου είναι που μετατρέπει μια παράσταση σε καλλιτεχνικό έργο.[7] Η θεατρική παράσταση έχει το μοναδικό προνόμιο να είναι καλλιτεχνικό δημιούργημα εσαεί πρωτότυπο, αφού καμμία παράσταση δεν μπορεί να είναι ίδια με την επόμενη ή την προηγούμενη.
Τα είδη του θεάτρου είναι:
- Όπερα - Οπερέτα: συνδυασμός μουσικής, θεάτρου και τραγουδιού, ξεκίνησε από την Ιταλία και τη Γαλλία τον 16ο αιώνα, και άσκησε τεράστια επίδραση στην τέχνη του δυτικού πολιτισμού. Η διαφορά μεταξύ όπερας και οπερέτας έγκειται κυρίως στα θέματα που στην όπερα είναι δραματικά γεγονότα και καταστάσεις ενώ στην οπερέτα κωμικά και πιο διασκεδαστικά και στη διάρκεια της παράστασης που στην οπερέτα είναι μικρότερη.
- Tο Μουσικό θέατρο : είναι δημιούργημα του 20ου αιώνα, και συγκεκριμένα της δεκαετίας του 1960 όταν αναπτύχθηκε από το κίνημα της avant-garde που προωθούσε την αναζήτηση στις μουσικές και φωνητικές φόρμες και περιλαμβάνει μουσική, τραγούδι, κίνηση, κοστούμια, οπτικά και άλλα ηχητικά εφέ.
- Το Μιούζικαλ: είναι είδος θεάτρου, που περιλαμβάνει πρόζα, τραγούδι και χορό. Η αρχή του είδους αποδίδεται στους Gilbert and Sullivan τον 18ο αιώνα, ωστόσο το είδος άκμασε στη θεατρική σκηνή του Μπρόντγουεϊ στη Νέα Υόρκη.
- Το Σωματικό θέατρο (Παντομίμα, Ακροβατικά, Κλόουν, Μιμική, Μαριονέτες, ιαπωνικό θέατρο Νο, Χοροθέατρο)[8]
- Το Μεταμοντέρνο θέατρο (performance, αυτοσχεδιασμοί), ταυτίζεται με την performace art, αφού αποτελεί μέσο δημιουργίας της τέχνης αυτής και ξεχωριστά χαρακτηριστικά του είναι το αυθόρμητο στοιχείο και η συμμετοχή του κοινού σε αυτό
- Η stand up comedy, είναι ένα σύγχρονο δημοφιλές είδος κωμωδίας που βασίζεται στην κωμική αφήγηση του ηθοποιού συμβάντων ή ιδεών χωρίς να είναι απαραίτητη η χρήση σκηνικών ή μουσικής ή κοστουμιών
- Το Θέατρο του Δρόμου, είναι ίσως το αρχαιότερο είδος θεατρικής παράστασης, και σημαίνει θέατρο σε ανοιχτούς εξωτερικούς χώρους δημόσια χρήσης, όπως πλατείες, ή πεζοδρόμια[9]
Ο Χορός ως παράσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο χορός είναι μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης που γενικά αναφέρεται στην κίνηση του ανθρώπινου σώματος, συνήθως ρυθμική και σε αρμονία με τη μουσική, που αποσκοπεί στην ψυχαγωγία του ακροατηρίου στο χώρο των παραστάσεων. Οι ορισμοί για το τι συνιστά τον χορό εξαρτώνται από τους κοινωνικούς, πολιτισμικούς, αισθητικούς, καλλιτεχνικούς και ηθικούς περιορισμούς και κυμαίνονται από τις μηχανικές κινήσεις των παραδοσιακών χορών έως τις κωδικοποιημένες, βιρτουόζικες τεχνικές του μπαλέτου.[11]
Ο χορός εμπίπτει στις Τέχνες του Θεάματος όταν οργανώνεται ως παράσταση μπροστά σε ζωντανό κοινό. [12]Τέτοιες είδους παραστάσεις με βάση τον χορό μπορεί να είναι:
- το Χοροθέατρο
- το Μπαλέτο
- οι παραστάσεις παραδοσιακών ή τελετουργικών χορών
- η Broadway Jazz ή Jazz dance είναι ο χορός πάνω σε ρυθμούς τζαζ ο οποίος αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στο Μπρόντγουεϊ. Από τους πιο γνωστούς χορογράφους Broadway Jazz είναι ο Μπομπ Φόσι [13]
- οι Μαζορέτες (Cheerleading)
- το Στριπτίζ
- το Breakdancing
- το Καλλιτεχνικό πατινάζ ή «Χορός στον πάγο»
- οι Κλακέτες ή Tap dance, είδος χορού σε ρυθμούς τζαζ κυρίως, όπου οι χορευτές φοράνε μεταλλικές μικρά πέταλα στα τακούνια και στη μύτη των παπουτσιών, παράγοντας έναν χαρακτηριστικό ήχο που οφείλεται στην κίνηση των ποδιών σε μικρά βήματα με μεγάλη ταχύτητα.[14]
Η Μουσική ως παράσταση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η μουσική είναι μια μορφή τέχνης που συνδυάζει τόνους, ρυθμό, και δυναμική για να δημιουργήσει τον ήχο. Πραγματοποιείται με ποικιλία μέσων, οργάνων και στυλ και διακρίνεται σε είδη όπως παραδοσιακή, τζαζ, χιπ χοπ, ποπ, ροκ.
Καθώς η μουσική είναι πρωτεϊκή τέχνη, εύκολα εναρμονίζεται με λυρικά για τραγούδια όπως και οι φυσικές κινήσεις στο χορό. Επιπλέον, έχει την ικανότητα να διαμορφώνει τις ανθρώπινες συμπεριφορές και να επηρεάζει τα συναισθήματά.[15]
Στις τέχνες του θεάματος η μουσική μπορεί να πάρει τους παρακάτω μορφές:
- Τραγούδι (χορωδίες, ρεσιτάλ)
- Θεατρική μουσική (Όπερα, Οπερέτα, Μιούζικαλ)
- Μουσική παράσταση (συνδυασμός τραγουδιών και θεάτρου) [16]
- Παραστάσεις αυτοσχέδιων ή παραδοσιακών μουσικών οργάνων
- Ορχήστρες (συναυλίες, μουσικά συγκροτήματα)
- Κονσέρτο
- Gig
Επισκόπηση της ιστορίας των τεχνών του θεάματος στη Δύση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με αρχή τον 6ο αιώνα π.Χ., η Κλασική περίοδος το Θέατρο (ο κύριος πυλώνας των Τεχνών του Θεάματος) ξεκίνησε στην Ελλάδα από τους τραγικούς ποιητές όπως ο Σοφοκλής.[17]
Κατά την Ελληνιστική περίοδο παρουσιάστηκε ευρέως η κωμωδία.
Τον 15ο αιώνα και ύστερα από τη σκοταδιστική περίοδο του Μεσαίων, οι ερμηνευτικές τέχνες, μαζί με τις τέχνες εν γένει, είδαν μια αναβίωση καθώς η Αναγέννηση άρχισε στην Ιταλία και διαδόθηκε στα θέατρα της Ευρώπης. Ορισμένα θεατρικά έργα περιλάμβαναν χορευτικές σκηνές, και στον Ντομένικο ντα Πιατσέντσα αποδόθηκε η πρώτη χρήση του όρου ballo ( De Arte Saltandi et Choreas Ducendi) αντί για το danza (χορός) που εξελίχθηκε στο Μπαλέτο.[18]
Στα μέσα του 16ου αιώνα η κομέντια ντελ άρτε είχε γίνει δημοφιλής στην Ευρώπη, εισάγοντας τη χρήση του αυτοσχεδιασμού. Την ίδια περίοδο παρουσιάστηκαν οι Ελισαβετιανές μάσκες, με συνοδεία μουσικής, χορού, περίτεχνα κοστούμια και επαγγελματικές θεατρικές ομάδες στην Αγγλία. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ ήταν αντιπροσωπευτικός θεατρικός συγγραφέας της Αναγέννησης και τα έργα του παρουσιάστηκαν στα τέλη του 16ου αιώνα. Το 1597 παρουσιάστηκε η πρώτη όπερα, η Δάφνη. Τον 17ο αιώνα η όπερα γρήγορα εξελίχθηκε σε ψυχαγωγία επιλογής για την αριστοκρατία στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, και τελικά για τους περισσότερους κατοίκους αστικών περιοχών.
Τον 17ο αιώνα στην Ιταλία εισήχθη η αψίδα προσκηνίου που καθιερώθηκε στα παραδοσιακά θέατρα και παραμένει ως σημέρα.[19] Στην Αγγλία, οι Πουριτανοί απαγόρευαν την υποκριτική, οπότε οι ερμηνευτικές τέχνες σταμάτησαν ως το 1660. Μετά οι γυναίκες άρχισαν να εμφανίζονται σε γαλλικά και αγγλικά έργα. Οι Γάλλοι εισήγαγαν τα επίσημα μαθήματα χορού στα τέλη του 17ου αιώνα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου πραγματοποιήθηκαν τα πρώτα έργα στις αμερικανικές αποικίες.
Τον 18ο αιώνα παρουσιάστηκε η δημοφιλής όπερα μπούφα που έφερε την όπερα στις μάζες ως μια προσιτή μορφή απόδοσης.[20] Τα έργα του Μότσαρτ Ο Γάμος του Φίγκαρο" και ο " Ντον Τζιοβάνι ήταν ορόσημα για την όπερα στα τέλη του 18ου αιώνα.
Στο γύρισμα του 19ου αιώνα, ο Μπετόβεν και το Ρομαντικό κίνημα εισήγαγαν μια νέα εποχή που οδήγησε πρώτα στα θεάματα της Μεγάλης Όπερας και στη συνέχεια στα μουσικά δράματα του Τζουζέπε Βέρντι και στο Gesamtkunstwerk (=συνολικό έργο τέχνης) από τις όπερες του Ρίχαρντ Βάγκνερ που οδήγησαν απευθείας στη μουσική του 20ου αιώνα.
Ο 19ος αιώνας ήταν μια περίοδος ανάπτυξης για τις ερμηνευτικές τέχνες όλων των κοινωνικών τάξεων, με τεχνικές εξελίξεις όπως την εισαγωγή του τεχνητού φωτισμού στα θέατρα, μπουρλέσκα, χοροί μενεστρέλων, και διάφοροι τύποι θεάτρου. Στο μπαλέτο, οι γυναίκες έκαναν μεγάλη πρόοδο στον άλλοτε ανδροκρατούμενο χώρο τέχνης.
Στις αρχές του 20ου αιώνα παρουσιάστηκαν οι σύγχρονοι χοροί ως απάντηση στους περιορισμούς του παραδοσιακού μπαλέτου.
Το "Σύστημα" του Κονσταντίν Στανισλάφσκι έφερε την επανάσταση στις αρχές του 20ου αιώνα, και συνεχίζει να έχει σημαντική επίδραση στους ηθοποιούς της σκηνής και της οθόνης έως σήμερα. Τόσο ο ιμπρεσιονισμός όσο και ο νεότερος ρεαλισμός εισήχθησαν στη σκηνή κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Η άφιξη των ρώσικων μπαλέτων του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ (1909-1929) έφερε την επανάσταση στο χώρο του μπαλέτου και των ερμηνευτικών τεχνών γενικότερα σε όλο το Δυτικό κόσμο, κυρίως μέσω της έμφασης του Ντιαγκίλεφ στη συνεργασία, που έφερε χορογράφους, χορευτές, σκηνογράφους/καλλιτέχνες, συνθέτες και μουσικούς μαζί.
Το Ριθμ εν μπλουζ είναι ένα δημοφιλές είδος αφροαμερικάνικης μουσικής και βρέθηκε στο προσκήνιο στις αρχές του 20ου αιώνα ως πολιτιστικό φαινόμενο που επηρέασε τα δημοφιλή είδη μουσικής διεθνώς.
Στη δεκαετία του 1930 ο η Ζαν Ροζενθαλ εισήγαγε το μοντέρνο σκηνικό φωτισμό, που άλλαξε τη φύση της σκηνής καθώς τα μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ έγιναν φαινόμενο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μετά το Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο οι ερμηνευτικές τέχνες του Δυτικού κόσμου τονώθηκαν από την αναβίωση του μπαλέτου και της όπερας.
Τη δεκαετία του 1960 ο μεταμοντερνισμός κυριάρχησε κατά πολύ στις τέχνες τους Θεάματος.[21]
Επισκόπηση της ιστορίας των τεχνών του θεάματος στην Ανατολή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέση Ανατολή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η παλαιότερες καταγεγραμμένες θεατρικές εκδηλώσεις χρονολογούνται από το 2000 π.Χ. με τα έργα των παθών από την Αρχαία Αίγυπτο, που εξιστορούσαν τις ιστορίες του θεού Όσιρις ετήσια στα φεστιβάλ.
Οι πιο δημοφιλείς μορφές του θεάτρου στον μεσαιωνικό Ισλαμικό κόσμο ήταν τα θέατρα μαριονέτας (που περιλάμβαναν κουκλοθέατρα, θέατρα σκιών και κατασκευή μαριονετών)[22][23] και τα ζωντανά έργα παθών γνωστά ως τα'ζίγια, όπου οι ηθοποιοί αναπαριστούσαν επεισόδια από τη Μουσουλμανική ιστορία. Ειδικότερα, τα Σιιτικά Ισλαμικά έργα περιστρέφονταν γύρω από το σαχίντ (μαρτύριο) των γιών του Αλί, Χασάν ιμπν Αλί και Χουσείν ιμπν Αλί. Τα αχράτζα ήταν ζωντανά λαϊκά έργα που είναι καταγεγραμμένα στη μεσαιωνική λογοτεχνία ανταμπ (ηθική, διδακτική της καλής συμπεριφοράς).[24]
Το Iράν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο Ιράν υπάρχουν διάφορες μορφές θεατρικών εκδηλώσεων όπως το Ναγκάλι (αφήγηση) και το Μαρέκε γκίρι (άνθρωποι με ιδιαίτερες δυνάμεις).
Ινδία και Πακιστάν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το λαϊκό θέατρο και τα δραματικά έργα μπορούν να αποδοθούν στις θρησκευτικές τελετουργίες των Βεδικών λαών της 2ης χιλιετίας π.Χ. Tο λαϊκό θέατρο του συγκεχυμένου παρελθόντος συνδυαζόταν με χορό, φαγητό, τελετουργισμό, καθώς και μια απεικόνιση των γεγονότων από την καθημερινή ζωή. Από το τελευταίο στοιχείο προήλθε αργότερα το κλασικό θέατρο. Πολλοί ιστορικοί, όπως οι Ντ.Ντ.Κοσάμπι, Ντεμπιπρασαντ Τσατοπαντιαϊα και Αντια Ρανγκατσαραγια, αναφέρθηκαν στην επικράτηση του τελετουργισμού μεταξύ των Ινδο-Άριων φυλών όπου ορισμένα μέλη της φυλής υποδύονταν άγρια ζώα και άλλοι έκαναν τους κυνηγούς. Όσοι υποδύονταν θηλαστικά, όπως κατσίκες, βουβάλια, τάρανδους, πιθήκους, κυνηγούνταν από τους θηρευτές και κυνηγούς.
O Μπαράτα Μούνι (5ος–2ος αιώνας π.Χ.)[25][26] ήταν ο αρχαίος Ινδός συγγραφέας που έγραψε το Νάτια Σάστρα,[27][28] μια θεωρητική πραγματεία για τις ερμηνευτικές τέχνες στην Ινδία, με συμπεριλαμβανόμενα θέατρο, χορό, υποκριτική και μουσική, που συγκρίνονται με το Περὶ ποιητικῆς του Αριστοτέλη. Ο Μπαράτα θεωρείται πατέρας των Ινδικών θεατρικών τεχνών. Το Νάτια Σάστρα φαίνεται πως είναι η πρώτη προσπάθεια για ανάπτυξη της τεχνικής ή μάλλον τέχνης, του δράματος με συστηματικό τρόπο. Διδάσκει για το περιεχόμενο και τον τρόπο παράστασης του δράματος. Ο Μπαράτα Μούνι λέει ότι το δράμα είναι η μίμηση των ανδρών και των πράξεών τους (Ιόκα-βρίτι) και πρέπει να γίνονται σεβαστοί στη σκηνή.[29]
Τα Ραμαγιάνα[30][31][32] και Μαχαμπαράτα [33][34][35] θεωρούνται τα πρώτα αναγνωρισμένα έργα που προέρχονται από την Ινδία. Αυτά τα έπη αποτέλεσαν την έμπνευση για τους πρώτους Ινδούς δραματουργούς και ακόμη είναι έως σήμερα. Τον 2ο π.Χ. αιώνα ο Μπάσα έγραψε θεατρικά έργα που ήταν σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένα από τα Ραμαγιάνα και Μαχαμπαράτα.
Ο Καλιντάσα [36]από τον 1ο αιώνα π.Χ. θεωρείται ο μεγαλύτερος αρχαίος Ινδός δραματουργός. Τρία διάσημα ρομαντικά έργα που γράφτηκαν από τον Καλιντάσα είναι τα Μαλαβικαγκνιμιτραμ[37] (Μαλαβικα και Αγκνιμιτρα), Βικραμουρβασιγιαμ[38] (αφορά τους Βικράμα και Ουρβάσι), και Αμπιτζνανασακουντάλα[39] (Η Αναγνώριση του Σακουντάλα). Το τελευταίο ήταν εμπνευσμένο από μια ιστορία του Μαχαμπαράτα, είναι το πιο διάσημο και ήταν το πρώτο που μεταφράστηκε στα αγγλικά και τα γερμανικά. Σε σύγκριση με τον Μπάσα, που άντλησε πολλές εμπνεύσεις από τα έπη, ο Καλιντάσα μπορεί να θεωρηθεί πιο πρωτότυπος συγγραφέας.
O επόμενος μεγάλος Ινδός δραματουργός ήταν ο Μπαβαμπούτι τον 7ο αιώνα. Λέγεται ότι έχει γράψει τα εξής τρία έργα: Μαλάτι-Μαδάβα, Μαχαβιραχαριτα[40] και Ούτταρ Ραμαχαρίτα. Από τα τρία, τα δύο τελευταία καλύπτουν ολόκληρο το έπος του Ραμαγιάνα. Στον ισχυρό Ινδό αυτοκράτορα Χάρσα (606-648) αποδόθηκε η συγγραφή των τριών θεατρικών έργων: η κωμωδία Ρατναβάλη, το Πριγιανταρσίκα,[41] και το Βουδιστικό δράμα Ναγκανάντα.[42] Πολλοί άλλοι δραματουργοί αναδύθηκαν κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Στην Κεράλα νότιας Ινδίας υπήρχαν πολλές μορφές ερμηνευτικών τεχνών όπως όπως τα Κουντιγιάταμ,[43] Καθακάλι,[44] Τσάκιαρ κούθου, Θηραγιάταμ και πολλοί εξέχοντες καλλιτέχνες όπως ο Ραμαν Τσάκιαρ.
Κίνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπάρχουν αναφορές για θεατρικά θεάματα στην Κίνα ήδη από το 1500 π.Χ. επί της Δυναστείας Σανγκ, και συχνά περιλάμβαναν μουσική, κλόουν και ακροβατικές επιδείξεις.
Η περίοδος της Δυναστείας των Τανγκ έχει χαρακτηριστεί ως "Η Εποχή των 1000 Θεαμάτων". Κατά τη διάρκεια της περιόδου o Αυτοκράτορας Σουανζόνγκ ίδρυσε μια σχολή υποκριτικής γνωστή ως τα Παιδιά του Αχλαδόκαμπου[45] για να παράγουν μια μορφή μουσικού δράματος.
Κατά τη διάρκεια της Δυναστείας των Χαν, το θέατρο σκιών εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως αναγνωρισμένη μορφή του θεάτρου στην Κίνα, από δύο διακριτές σχολές: την Καντονέζικη στα νότια και του Πεκίνου στα βόρεια.[46][47][48] Οι δύο σχολές διέφεραν στις τεχνικές κατασκευής φιγούρων και την τοποθέτηση των ράβδων στις φιγούρες, ενώ τα θέματα των έργων ήταν γενικά κοινά και αναπαριστούσαν μεγάλες περιπέτειες και φαντασίες και σπάνια χρησιμοποιούταν αυτή η πολύ στυλιζαρισμένη μορφή θεάτρου για πολιτική προπαγάνδα. Στο Καντονέζικο θέατρο σκιών οι φιγούρες ήταν μεγαλύτερες, κατασκευασμένες από παχύ δέρμα που δημιουργούσε πιο έντονες σκιές. Οι χρωματισμοί τους ήταν συμβολικοί: ένα μαύρο πρόσωπο αντιπροσώπευε την ειλικρίνεια, και το κόκκινο τη γενναιότητα. Οι ράβδοι εφαρμόζονταν κατακόρυφα στα κεφάλια των φιγούρων ώστε να μην είναι ορατές από το κοινό κατά τη δημιουργία της σκιάς. Στο θέατρο σκιών του Πεκίνου οι φιγούρες ήταν λεπτότερες και μικρότερες, κατασκευασμένες από λεπτό, ημιδιαφανές δέρμα, που συνήθως προερχόταν από την κοιλιά ενός γαϊδάρου. Ήταν βαμμένες με ζωηρά χρώματα ώστε να αποδίδουν πολύ πολύχρωμες σκιές. Οι λεπτές βέργες για τον έλεγχο των κινήσεών τους εφαρμόζονταν σε ένα δερμάτινο κολάρο στο λαιμό της φιγούρας και βρίσκονταν σε παραλληλία με τα σώματα των φιγούρων όταν στρέφονταν κατά ενενήντα μοίρες για να συνδεθούν με το λαιμό. Μολονότι οι ράβδοι ήταν ορατές κατά τη δημιουργία της σκιάς, δεν παρεμβάλλονταν στα σχήματα των φιγούρων. Οι ράβδοι εφαρμόζονταν στους λαιμούς για να διευκολύνεται η χρήση πολλαπλών κεφαλιών ανά σώμα φιγούρας, και όταν τα κεφάλια δεν χρησιμοποιούνταν αποθηκεύονταν σε ένα βιβλίο μουσελίνας ή σε ένα κουτί με υφασμάτινη επένδυση. Το βράδυ έπρεπε τα κεφάλια να χωρίζονται από τα σώματα επειδή, σύμφωνα με μια παλιά προκατάληψη, διαφορετικά οι φιγούρες θα ζωντανέψουν τη νύχτα. Tο θέατρο σκιών έφτασε στο ζενίθ της καλλιτεχνικής του ανάπτυξης τον 11ο αιώνα προτού γίνει εργαλείο της κυβέρνησης.
Επί Δυναστείας Σονγκ υπήρχαν πολλά δημοφιλή θεάματα με ακροβατικά[49] και μουσική. Επί Δυναστείας Γίουαν αναπτύχθηκαν προς πιο σύνθετες μορφές με δομή τεσσάρων ή πέντε πράξεων. Το δράμα των Γίουαν διαδόθηκε σε όλη την Κίνα και διαφοροποιήθηκε ανά περιφέρεια, εκ των οποίων το γνωστότερο και πιο δημοφιλές ως σήμερα είναι η Όπερα του Πεκίνου.
Ταϊλάνδη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Ταϊλάνδη υπήρξε παράδοση από το Μεσαίωνα τα θεατρικά έργα να βασίζονται σε θέματα που προέρχονταν από Ινδικά έπη. Συγκεκριμένα, η θεατρική εκδοχή του Ταϊλανδέζικου εθνικού έπους Ραμάκιεν[50][51] που παραμένει δημοφιλής ως σήμερα αποτελεί παραλλαγή του Ινδικού Ραμαγιάνα.
Ιαπωνία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα υπήρχαν μικρές εταιρείες ηθοποιών που ερμήνευαν μικρές, συχνά αγοραίεες κωμωδίες. Ο διευθύνοντας μίας από τις εταιρείες, ο Καν'αμι (1333-1384), είχε ένα γιο, τον Ζημι Μοτοκίγιο (1363-1443),[52][53] που θεωρούταν ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς παιδιά στην Ιαπωνία. Όταν η εταιρεία του Καν'αμι έδωσε παράσταση μπροστά στον Ασικάγα Γιοσιμίτσου (1358-1408), τον Σογκούν της Ιαπωνίας, προσκάλεσε τον Ζήμι να συνεχίσει τις σπουδές της τέχνης του στη βασιλική αυλή. Όταν ο Ζήμι διαδέχθηκε τη θέση του πατέρα του στην εταιρεία, προσάρμοσε τις ερμηνείες και τα στυλ στην τέχνη που εξελίχθηκε στο σημερινό Νό.[54][55][56] Ένα μείγμα από παντομίμα και φωνητικές ακροβασίες, αυτό το στυλ έχει συναρπάσει τους Ιάπωνες για εκατοντάδες χρόνια.
Η Ιαπωνία, μετά από μια μακρά περίοδο εμφυλίων πολέμων και πολιτικής σύγχυσης, ήταν ενοποιημένη και ειρηνική κυρίως χάρη στον σογκούν Τοκουγκάβα Ιεγιάσου (1600-1668). Ωστόσο, ανησυχώντας για την αυξανόμενη Χριστιανική ανάπτυξη, διέκοψε τις επαφές της Ιαπωνίας από την Ευρώπη και την Κίνα και απέρριψε το Χριστιανισμό. Όταν επήλθε η ειρήνη, μια άνθηση της πολιτιστικής επιρροής και η αυξανόμενη εμπορική τάξη απαίτησαν τη δική τους ψυχαγωγία. Η πρώτη μορφή θεάτρου που άνθισε ήταν το Μπουνράκου.[57] Ο ιδρυτής και κύριος συντελεστής του, ο Τσικαματσου Μονζεμον (1653-1725), μετέτρεψε αυτή τη μορφή θέατρου σε πραγματική τέχνη. Το Μπουνράκου είναι μια εξαιρετικά στυλιζαρισμένη μορφή θεάτρου με μαριονέτες κούκλες, που σήμερα έχουν περίπου το 1/3 του μεγέθους ενός ανθρώπου. Οι κουκλοπαίκτες που είναι καλύτερα εκπαιδευμένοι χειρίζονται το κεφάλι και το δεξί χέρι της κούκλας, και μπορούν να επιλέξουν αν θέλουν να δείξουν τα πρόσωπά τους κατά την παράσταση. Οι άλλοι κουκλοπαίκτες ελέγχουν τα λιγότερα σημαντικά μέλη της κούκλας, και καλύπτουν τους εαυτούς τους και τα πρόσωπά τους σε μαύρα κοστούμια, που υπονοούν αορατότητα. Ο διάλογος γίνεται από ένα μόνο άτομο, που αλλάζει τους τόνους της φωνής του και τους τρόπους της ομιλίας του για να αποδόσει τους διάφορους χαρακτήρες. Ο Τσικαμάτσου έγραψε χιλιάδες έργα κατά τη διάρκεια της ζωής του, εκ των οποίων τα περισσότερα εξακολουθούν να παίζονται.
Το Καμπούκι άρχισε λίγο μετά το Μπουνράκου,[58][59] σύμφωνα με το μύθο από τον ηθοποιό Οκούνι που έζησε γύρω στα τέλη του 16ου αιώνα. Το περισσότερο από το υλικό του Καμπούκι προήλθε από το Νό και το Μπουνράκου, και η ακανόνιστες χορευτικές κινήσεις οφείλονται σε επιρροή από το Μπουνράκου. Ωστόσο, το Καμπούκι είναι λιγότερο επίσημο και πιο απόμακρο από το Νό αλλά πολύ δημοφιλές στο Ιαπωνικό κοινό. Οι ηθοποιοί εκπαιδεύονται σε πολλά και διάφορα πράγματα, όπως χορό, τραγούδι, παντομίμα, και ακόμη και ακροβατικά. Αρχικά οι ερμηνευτές του Καμπούκι ήταν νεαρά κορίτσια, μετά ήταν νεαρά αγόρια, και από το τέλος του 16ου αιώνα οι ομάδες Καμπούκι αποτελούνται ολοκληρωτικά από άνδρες. Οι άνδρες που υποδύονταν γυναίκες στη σκηνή ήταν ειδικά εκπαιδευμένοι για να αποδώσουν την ουσία μιας γυναίκας με λεπτές κινήσεις και χειρονομίες.
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Ο όρος τέχνες του θεάματος καλύπτει το θέατρο, τον χορό, την όπερα, τη μουσική, το τσίρκο, τις τέχνες του δρόμου και της πίστας, τις μαριονέτες και όλες τις διατομεακές δημιουργίες»https://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+REPORT+A5-2002-0264+0+DOC+XML+V0//EL
- ↑ Εκπαίδευση και Θέατρο 2019
- ↑ Παραστατικές ή ερμηνευτικές τέχνες (performing arts) ονομάζονται οι μορφές της τέχνης, οι οποίες χρησιμοποιούν το σώμα και την ίδια την παρουσία του καλλιτέχνη, προκειμένου να δημιουργήσουν ένα παραστασιακό δρώμενο. Τέτοιες τέχνες είναι ο χορός, η μουσική, το θέατρο, κ.α.https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/frontend/file/lib/default/data/2933312/theFile
- ↑ "Of all the different forms of art, performing arts is much appreciated and enjoyed by people – dance, music, opera, films, theater, drama, magic shows and stand up comedies. Artists that perform these arts are known by the type of art that they have perfected. Singers, actors, comics, magicians, dancers and musicians are all people who do these performing arts." https://arthearty.com/different-forms-of-art
- ↑ https://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/ECD472/ΜΑΘΗΜΑ%202/ΚΟΥΚΛΟΘΕΑΤΡΟ-meros%20A.pdf
- ↑ https://ich.unesco.org/en/performing-arts-00054
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Νοεμβρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2021.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2021.
- ↑ https://www.maxmag.gr/theatro/ti-einai-theatro-toy-dromoy/
- ↑ Elaine., Aston, (1991). Theatre as sign-system : a semiotics of text and performance. London: Routledge. ISBN 0415049318. 23213480.
- ↑ {{Cite web|url=http://www.britannica.com/EBchecked/topic/150714/dance%7Ctitle=Dance%7Clast=Mackrell%7Cfirst=Judith%7Cwebsite=britannica.com%7Caccessdate= 2015-03-11}}
- ↑ https://fvad.ca/dance-performing-art/
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2021.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 2022.
- ↑ Epperson, Gordan (2016-04-11). «music». Encyclopædia Britannica, inc.. https://www.britannica.com/art/music.
- ↑ https://www.britannica.com/art/musical-performance
- ↑ Josh., Beer, (2004). Sophocles and the tragedy of Athenian democracy. Westport, Conn.: Praeger. ISBN 9780313039324. 133680427.
- ↑ Jack Anderson (1992). Ballet & modern dance : a concise history (2η έκδοση). Princeton, N.J.: Princeton Book Co. ISBN 0871271729. 26396146.
- ↑ John Boardman· Rogers D. Spotswood (1993). The Oxford history of classical art. Oxford: Oxford University Press. ISBN 0198143869. 27431987.
- ↑ «Stage Beauty». www.stagebeauty.net. Ανακτήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «postmodernism | Definition of postmodernism in US English by Oxford Dictionaries». Oxford Dictionaries | English. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ David., Currell, (1985). The complete book of puppet theatre (Completely rev., updated έκδοση). London: Black. ISBN 0713624299. 13157361.
- ↑ Hilarie., Lindsay, (1976). The first puppet book. Leichhardt, N.S.W.: Ansay Pty Ltd. ISBN 0909245061. 27579714.
- ↑ Moreh, Shmuel (1986), «Live Theater in Medieval Islam», στο: David Ayalon, Moshe Sharon, επιμ., Studies in Islamic History and Civilization, Brill Publishers, σελ. 565–601, ISBN 965-264-014-X
- ↑ «Bharata | Indian sage and writer» (στα αγγλικά). Encyclopedia Britannica. https://www.britannica.com/biography/Bharata-Indian-sage-and-writer. Ανακτήθηκε στις 2018-11-16.
- ↑ Nampūtirippāṭ., Nārāyaṇan Cittūr. Revealing the art of Nāṭyaśāstra. New Delhi. ISBN 9788121512183. 824524997.
- ↑ 1928-, Vatsyayan, Kapila, (1997). The square and the circle of the Indian arts (2η έκδοση). New Delhi: Abhinav Publications. ISBN 8170173620. 925750655.
- ↑ Sreenath,, Nair,. The Natyasastra and the body in performance : essays on Indian theories of dance and drama. Jefferson, North Carolina. ISBN 9780786471782. 864097253.
- ↑ Susan L. Schwartz (2004). Rasa : performing the divine in India. New York: Columbia University Press. ISBN 0231131445. 53170502.
- ↑ «the definition of ramayana». www.dictionary.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ L., Brockington, J. (1998). The Sanskrit epics. Leiden: Brill. ISBN 9004102604. 37792475.
- ↑ Buck, William (2000). Ramayana. University of California Press. ISBN 9780520227033.
- ↑ «the definition of mahabharata». www.dictionary.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Ph.D, James G. Lochtefeld (15 Δεκεμβρίου 2001). The Illustrated Encyclopedia of Hinduism, Volume 1. The Rosen Publishing Group, Inc. ISBN 9780823931798.
- ↑ Maha-bharata by Romesh Chunder Dutt.
- ↑ «Kalidasa - Kalidasa Biography - Poem Hunter». www.poemhunter.com. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Kālidāsa· Tawney, C. H. (Charles Henry) (1891). The Malavikágnimitra : a Sanskrit play. Calcutta : Thacker, Spink & Co.
- ↑ Kalidasa· Pandit, Shankar Pandurang (1879). The Vikramorvasîyam, a drama in 5 acts. Bombay, Government Central Book Depôt.
- ↑ Garnet Holme· Arthur William Ryder (1914). Shakuntala. Berkeley.
- ↑ V., Mirashi, V. (1996). Bhavabhūti : his date, life and works (1η έκδοση). Delhi: Motilal Banarsidass. ISBN 8120811801. 255753378.
- ↑ «Priyadarsika» (PDF).
- ↑ Harsha. Nágánanda.
- ↑ «Kutiyattam, Sanskrit theatre - intangible heritage - Culture Sector - UNESCO». ich.unesco.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Appukuttan Nair· Ayyappappanikkar· Pankaj Shah· Sangeet Natak Akademi. (1993). Kathakali, the art of the non-worldly. Bombay: Marg Publications. ISBN 818502622X. 29702760.
- ↑ Ye, Tan (13 Ιουνίου 2008). Historical Dictionary of Chinese Theater. Scarecrow Press. ISBN 9781461659211.
- ↑ Orr, Inge C. (1974). «Puppet Theatre in Asia». Asian Folklore Studies 33 (1): 69–84. doi:. http://www.jstor.org/stable/1177504.
- ↑ Chen, Fan Pen Li (21 Ιουνίου 2007). Chinese Shadow Theatre: History, Popular Religion, and Women Warriors. McGill-Queen's Press - MQUP. ISBN 9780773531970.
- ↑ Dolby, William (Φεβρουάριος 1978). «The origins of chinese puppetry». Bulletin of the School of Oriental and African Studies 41 (01): 97. doi: . ISSN 0041-977X. http://dx.doi.org/10.1017/s0041977x00057803.
- ↑ «Red Panda Acrobats, San Francisco - History». www.redpanda2000.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Rātchalēkhāthikān, Thailand. Samnak (2003). The story of Ramakian from the mural paintings along the galleries of the Temple of the Emerald Buddha. Bangkok: Sangdad. ISBN 9789747588354. 461336555.
- ↑ Buddha Magic (2014-02-21), Introduction to the Thai Ramayana - Ramakian Tales, https://www.youtube.com/watch?v=cixspWFjbUM&list=PLfp3OAuMmnMn3dSQn8ZrW_1hbhhmno-bE, ανακτήθηκε στις 2018-11-16
- ↑ 1952., Hare, Thomas Blenman, (1986). Zeami's style : the noh plays of Zeami Motokiyo. Stanford, Calif.: Stanford University Press. ISBN 0804712905. 318333144.
- ↑ Fenno., Quinn, Shelley (2005). Developing Zeami : the noh actor's attunement in practice. Honolulu, Hawaii: University of Hawaii Press. ISBN 082481827X. 57143112.
- ↑ «INVITATION TO NOHGAKU». www2.ntj.jac.go.jp (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Royall., Tyler, (1992). Japanese nō dramas. London: Penguin Books. ISBN 0140445390. 29847742.
- ↑ 大槻能楽堂. «Noh Stories in English|大槻能楽堂». www.noh-kyogen.com (στα Ιαπωνικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ Hays, Jeffrey. «BUNRAKU, JAPANESE PUPPET THEATER | Facts and Details». factsanddetails.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «Invitation to Kabuki | Birth of Saruwaka-machi». www2.ntj.jac.go.jp. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.
- ↑ «KABUKI». www.kabuki21.com. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2018.