trichologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
trichologie | trichologies |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]trichologie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
trichologie | trichologies |
trichologie (fr) θηλυκό