ténis

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ténis (pt) αρσενικό

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • sapatos de ténis - παπούτσια γυμναστικής