lourd
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lourd | lourds |
θηλυκό | lourde | lourdes |
lourd (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lourd | lourds |
θηλυκό | lourde | lourdes |
lourd (fr)