ἄγνωστος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: άγνωστος
Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική ὁ, ἡ ἄγνωστος τὸ ἄγνωστον οἱ, αἱ ἄγνωστοι τὰ ἄγνωστα
Γενική τοῦ, τῆς ἀγνώστου τοῦ ἀγνώστου τῶν ἀγνώστων τῶν ἀγνώστων
Δοτική τῷ, τῇ ἀγνώστῳ τῷ ἀγνώστῳ τοῖς, ταῖς ἀγνώστοις τοῖς ἀγνώστοις
Αιτιατική τὸν, τὴν ἄγνωστον τὸ ἄγνωστον τοὺς, τὰς ἀγνώστους τὰ ἄγνωστα
Κλητική ἄγνωστε ἄγνωστον ἄγνωστοι ἄγνωστα
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική ἀγνώστω
Γενική-Δοτική ἀγνώστοιν

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἄγνωστος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

[επεξεργασία]

ἄγνωστος -ος -ον ή ἄγνωτος

  1. μη γνωστός, άγνωστος
  2. που δεν είναι δυνατόν να γίνει γνωστός
  3. που δεν γνωρίζει κάτι

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]