ραδιοχρονολόγηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ραδιοχρονολόγηση | οι | ραδιοχρονολογήσεις |
γενική | της | ραδιοχρονολόγησης* | των | ραδιοχρονολογήσεων |
αιτιατική | τη | ραδιοχρονολόγηση | τις | ραδιοχρονολογήσεις |
κλητική | ραδιοχρονολόγηση | ραδιοχρονολογήσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, ραδιοχρονολογήσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ραδιοχρονολόγηση < ραδιο- + χρονολόγηση (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική radiochronology (απόδοση για την αγγλική radiocarbon dating) ή από τη γαλλική radiochronologie[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɾa.ði.o.xɾo.noˈlo.ʝi.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ρα‐δι‐ο‐χρο‐νο‐λό‐γη‐ση
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ραδιοχρονολόγηση θηλυκό
- (επιστημονικός όρος, αρχαιολογία) η χρονολόγηση αντικειμένων του ιστορικού και προϊστορικού παρελθόντος με τη χρήση επιστημονικής μεθόδου που μετρά την ποσότητα του ραδιενεργού άνθρακα C₁₄ που περιέχουν αυτά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ραδιοχρονολόγηση
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ραδιοχρονολόγηση - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ραδιο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ση (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επιστημονικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αρχαιολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)