κόκκινη κάρτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κόκκινη κάρτα θηλυκό
- (αθλητισμός) αποκλεισμός ενός ποδοσφαιριστή από τον γήπεδο, κατά τον οποίο ο διαιτητής παρουσιάζει στον παίχτη μια κάρτα αυτού του χρώματος