αβγόφετα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αβγόφετα οι αβγόφετες
      γενική της αβγόφετας των αβγόφετων
    αιτιατική την αβγόφετα τις αβγόφετες
     κλητική αβγόφετα αβγόφετες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αβγόφετα < αβγό- + φέτα

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /aˈvɣo.fe.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐βγό‐φε‐τα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αβγόφετα θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]