Τουρκία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Τουρκία | οι | Τουρκίες |
γενική | της | Τουρκίας | των | Τουρκιών |
αιτιατική | την | Τουρκία | τις | Τουρκίες |
κλητική | Τουρκία | Τουρκίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τουρκία < μεσαιωνική ελληνική Τοῦρκ(ος) + -ία < τουρκική türk < πρωτοτουρκική *türi- (καταγωγή)
Προφορά
[επεξεργασία]τυπογραφικός συλλαβισμός : Τουρ‐κί‐α
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τουρκία θηλυκό
- κράτος της Ασίας και της Ευρώπης, γύρω από τα στενά του Βοσπόρου και στη χερσόνησο της Μικράς Ασίας, με πρωτεύουσα την Άγκυρα, επίσημη γλώσσα την τουρκική και νόμισμα την τουρκική λίρα
- ※ Η Τουρκία είναι ένας από τους πιο μεγάλους επενδυτές στην Αλβανία
- «Στην Αλβανία ο Ερντογάν για μπίζνες και…κοινωφελές έργο»@kanaliena, πρόσβαση:2022.01.18.
- ※ Η Τουρκία είναι ένας από τους πιο μεγάλους επενδυτές στην Αλβανία
- (ιστορία, καταχρηστικά) η Οθωμανική Αυτοκρατορία
Συγγενικά
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]→ δείτε τη λέξη τουρκο-
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Κατηγορία:Πόλεις της Τουρκίας (νέα ελληνικά) στο Βικιλεξικό
- Κατηγορία:Πόλεις της Τουρκίας (τουρκικά) στο Βικιλεξικό
- Τουρκία στη Βικιπαίδεια
- Τουρκία στα Βικιταξίδια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Τουρκία
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Χώρες της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Χώρες (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Χώρες της Ευρώπης (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ευρώπης (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)