Αριάνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αριάνα | οι | Αριάνες |
γενική | της | Αριάνας | — | |
αιτιατική | την | Αριάνα | τις | Αριάνες |
κλητική | Αριάνα | Αριάνες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]- Αριάνα < (άμεσο δάνειο) αγγλική Ariana < αρχαία ελληνική Ἀριάδνη (αντιδάνειο)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αριάνα θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Αριάδνη
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Αριάνα < → λείπει η ετυμολογία
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Αριάνα θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Αρυάνα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
πόλη
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Αντιδάνεια (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες - ονόματα (νέα ελληνικά)
- Μεταγραφές (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Τυνησίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Τυνησίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)