Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τάταροι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τάταροι
татарлар, tatarlar
Τάταροι του Βόλγα διανοούμενοι (από τα αριστερά προς τα δεξιά): Από τους καθιστούς: 1. Νιγιάζ Μουχαμάντ Σουλαϊμάν, 2. Χαντί Μακσουντί, 3. Ουμάρ Χαλφά Νταβλατγιάρ, 4. Αμπντ αλ-Ραχμάν Αχμάρ. Από τους όρθιους: 5. Χαρίθ Φαϊζί, 6. Λουφτί Ισακί (ο ιμάμης της Αγίας Πετρούπολης), 7. Ουμπάιντ Αλλάχ Μπουμπί, 8. Γιουσούφ Ακτζουράογλου.
Συνολικός πληθυσμός
Σύνολο: π. 7 εκατομύρια[1]
Περιοχές με σημαντικούς πληθυσμούς
Ρωσία5.319.877 (εκτός Κριμαίας)[7]
Ουκρανία (κυρίως Τάταροι της Κριμαίας)319.377 (συμπεριλαμβάνεται η Κριμαία)[8]
ΟυζμπεκιστάνΤάταροι της Κριμαίας: ~239.965[9]
Καζακστάν108.987[10]
Τουρκία159.000–6.900.000[4][5][6][11]
Αφγανιστάν100.000 (εκτίμηση)[12]
Τουρκμενιστάν36.655[13]
Κιργιστάν28.334[14]
Αζερμπαϊτζάν25.900[15]
Ρουμανία (συμπεριλαμβάνονται μόνο οι Τάταροι της Κριμαίας)περίπου 20.000[16]
Ηνωμένες Πολιτείες10.000[17]
Λευκορωσία3.000[18]
Γαλλία700[19]
Ελβετίαπάνω από 1.045[20]
Κίνα3.556[21]
Καναδάς56.000[22]
(includes those of mixed ancestry)
Πολωνία1.916[23]
Βουλγαρία (κυρίως Τάταροι της Κριμαίας)5.003[24]
Φινλανδία600–700[25]
Ιαπωνία600–2.000[26]
Αυστραλίαπάνω από 900 άτομα[27]
Τσεχίαπάνω από 300 άτομα[28]
Εσθονία2.000[29]
Λετονία2.800[3]
Λιθουανία (κυρίως Λιπκάνοι Τάταροι που κατάγονται από τη Κριμαία και το Ιντέλ-Ουράλ)2.800–3.200[30][31][32]
Ιράν (Τάταροι του Βόλγα)20.000–30.000[33]
Γλώσσες
Κιπτσακικές γλώσσες
Θρησκεία
Κυρίως Σουνίτες
υπάρχει μια μικρή μειονότητα Ορθόδοξων
Σχετιζόμενες εθνικές ομάδες
Λοιποί Τουρκικοί λαοί
Χαρακτηριστική ενδυμασία Τατάρου του 19ου αιώνα

Η ονομασία Τάταροι είναι περιληπτική εθνική ονομασία, η οποία περιγράφει μια ομάδα τουρανικών λαών της νότιας Ρωσίας. Ακριβέστερα χρησιμοποιείται για τα φύλα μογγολικής - τουρκικής προέλευσης που εγκαταστάθηκαν πέριξ του Βόλγα και των νοτίων Ουραλίων κατά τα ύστερα μεσαιωνικά χρόνια. Συμπεριλαμβάνει επίσης τους αρχαιότερους Βουλγάρους του Βόλγα - πιθανότατα μάλιστα αυτοί να είναι οι περισσότεροι.

Οι Τάταροι (ταταρικά: татарлар ταταρλάρ, κριμαϊκά ταταρικά: tatarlar‎‎) δεν είναι μια ενιαία τουρκογενής εθνότητα, αλλά ένας όρος-ομπρέλα για διαφορετικές τουρκικές εθνότητες, οι οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως Τάταροι.[34] Αρχικά, το εθνώνυμο των Τατάρων πιθανώς αναφερόταν στην Ταταρική συνομοσπονδία. Η ταταρική συνομοσπονδία ενσωματώθηκε τελικά στη Μογγολική Αυτοκρατορία όταν ο Τζένγκις Χαν ένωσε σε ένα κράτος τους λαούς που ζούσαν στις απέραντες στέπες της Ευρασίας. Ιστορικά, ο όρος Τάταροι χρησιμοποιήθηκε για να αναφερθεί σε οποιονδήποτε άνθρωπο ο οποίος καταγόταν από τις χώρες της Βόρειας και της Κεντρικής Ασίας. Τότε η βόρεια και κεντρική Ασία λεγόταν Ταρταρία. Ο όρος Ταρταρία αποτελούσε και συνώνυμο όρο με τη Μογγολική Αυτοκρατορία. Με τον σύγχρονο ορισμό, ο όρος Τάταροι καλύπτει τις τέσσερις εθνότητες οι οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως Τάταροι και μιλούν γλώσσες τις οποίες αποκαλούν "ταταρικά": τα Ταταρικά των Τατάρων του Βόλγα, τα κριμαιοταταρικά των Τάταρων της Κριμαίας και τα σιβηροταταρικά από Σιβηριανούς Τατάρους.

Η μεγαλύτερη εθνότητα που χρησιμοποιεί το εθνωνύμιο "Τάταροι" είναι οι Τάταροι του Βόλγα, ιθαγενείς στην περιοχή του Βόλγα και των Ουραλίων (Ταταρστάν και Μπασκορτοστάν). Αποτελούν το 53% του πληθυσμού στο Ταταρστάν. Η γλώσσα τους είναι γνωστή ως ταταρική γλώσσα. Το 2010 ζούσαν 5.3 εκατομμύρια Τάταροι στη Ρωσία.

Πολλές οικογένειες ευγενών στο Βασίλειο της Ρωσίας, αλλά και αργότερα, στη Ρωσική Αυτοκρατορία, είχαν ταταρική καταγωγή. [35] [36]

Οι Τάταροι μιλούν την Ταταρική Γλώσσα, η οποία ανήκει στην οικογένεια των τουρκικών γλωσσών. Οι Τάταροι είναι μουσουλμάνοι σουνίτες, εκτός από λίγους που είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, καθώς οι πρόγονοί τους βαπτίσθηκαν τον 16ο και 17ο αιώνα. Είναι επίσης αυτοί που εισήγαγαν στη Ρωσία το εθνικό της όργανο, τη μπαλαλάικα.

Παλαιότερα Τάταροι αποκαλούνταν από τους Ρώσους όλοι οι Μογγόλοι, από το όνομα Τατά - μία από τις αρχαίες μογγολικές φυλές, από την οποία καταγόταν ο Τζένγκις Χαν. Αργότερα ο όρος χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά για να περιγράψει όλα τα μογγολικά ή τουρκικά ή ισλαμικά φύλα της Ρωσίας (π.χ. Πετσενέγοι, Τσετσένοι, Μπασκίροι).

Επιγραφή στην παλαιά τουρκική γλώσσα. Οι χαρακτήρες που εμφανίζονται είναι στο αλφάβητο Ορχόν.
Οθωμανική μινιατούρα για την εκστρατεία του Σίγκετβαρ η οποία δείχνει Οθωμανικά στρατεύματα. Οι Τάταροι της Κριμαίας εμφανίζονται και αυτοί στη μινιατούρα, όπου λειτουργούν σαν εμπροσθοφυλακή.

Ο όρος "Τάταρος" έγινε η κοινή ονομασία για αρκετούς πληθυσμούς που ζούσαν στις επικράτειες της Χρυσής Ορδής στην Ευρώπη. Οι κάτοικοι των χανάτων του Καζάν, της Κριμαίας, του Αστραχάν, του Κασίμ και της Σιβηρίας αυτοπροσδιορίζονταν ως Τάταροι, αν και μιλούσαν διαφορετικές τουρκικές γλώσσες. Η ορθογραφία "Τάρταροι" πρωτοεμφανίστηκε είτε στα λατινικά είτε στα γαλλικά. Το εθνωνύμιο των Τατάρων μεταφέρθηκε στους Ευρωπαίους από την τουρκική και την περσική γλώσσα, όπου σήμαινε αρματωμένος αγγελιοφόρος. Από την αρχή, το ρ μετά το πρώτο τα εμφανιζόταν σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες όπου μαρτυρόταν ο όρος. Στο λεξικό της Οξφόρδης, ένας πιθανός λόγος για τον οποίο οι Τάταροι ήταν αρχικά γνωστοί ως Τάρταροι στην Ευρώπη ήταν επειδή υπήρχε ο συσχετισμός με τον μυθικό ελληνικό ήρωα Τάρταρο.[37][38]

Η περσική λέξη για τους Τατάρους μαρτυράται για πρώτη φορά σε κείμενο του 13ου αιώνα, το οποίο περιγράφει τις ορδές του Τζένγκις Χαν. Η ετυμολογία της λέξης είναι άγνωστη, αλλά το λεξικό της Οξφόρδης θεωρεί πιθανή προέλευση από τη λέξη "τάτα". Η αραβική λέξη για τους Τατάρους είναι η تتار. Οι ίδιοι οι Τάταροι έγραφαν το όνομα τους είτε με την ορθογραφία تاتار είτε έτσι, طاطار όταν έγραφαν με το αραβικό αλφάβητο.

Πλέον οι συνονόματοι Τουρκικοί λαοί που αυτοπροσδιορίζονται ως Τάταροι λέγονται Τάταροι διεθνώς. Η παλαιά ονομασία (Τάρταροι) έχει επιβιώσει σε διάφορες ονομασίες, όπως: σάλτσα ταρτάρ, φιλέτο ταρτάρ και βλήμα Τατάρ.[39]

Ως ρωσικό εξωνύμιο, οι Ρώσοι αναφέρονταν σε όλους τους τουρκικούς λαούς της αυτοκρατορίας τους με το όνομα Τάταροι. Μερικοί από αυτούς τους πληθυσμούς εξακολουθούν να αυτοπροσδιορίζονται ως Τάταροι, αλλά οι περισσότεροι έχουν βρει άλλες ονομασίες.[40]

Την ονομασία Τάταροι χρησιμοποιούν σαν ενδωνύμιο και λαοί της Σιβηρίας και της ρωσικής Άπω Ανατολής, όπως οι Χακάσσιοι.

Γεωγραφική κατανομή των κιπτσακικών γλωσσών στη σύγχρονη εποχή: Κιπτσακοβολγαρικός κλάδος  Κιπτσακοκουμανικός κλάδος  Κιπτσακονογκαϊκός και Κιργιζοκιπτσακικός κλάδος 

Ο καραχανίδης λόγιος Μαχμούντ αλ-Κασγκαρί (έζησε τον 11ο αιώνα) σημείωσε ότι οι ιστορικοί Τάταροι ήταν δίγλωσσοι, μιλώντας, πέρα από τη γλώσσα τους, και άλλες τουρκικές γλώσσες.[41]

Η σύγχρονη ταταρική γλώσσα, μαζί με τη γλώσσα Μπασκίρ, είναι μέλος της κιπτσακοβουλγαρικής γλωσσικής ομάδας, η οποία ανήκει στις κιπτσακικές γλώσσες (γλωσσική οικογένεια η οποία ανήκει στις τουρκικές γλώσσες με τη σειρά της).

Η ταταρική γλώσσα έχει δύο διαλέκτους. Αυτές είναι η κεντρική και η δυτική. [42] Η δυτική διάλεκτος ομιλείται κατά κύριο λόγο από τους Τατάρους Μισάρ. Η κεντρική διάλεκτος της ταταρικής ομιλείται από τους Τατάρους του Καζάν και τους τατάρους του Αστραχάν. Οι δύο διάλεκτοι έχουν μικρότερες υποδιαλέκτους. Η κεντρική διάλεκτος της ταταρικής γλώσσας είναι η βάση της λογοτεχνικής ταταρικής γλώσσας.

Η Σιβηρική Ταταρική γλώσσα διαφέρει από την ταταρική γλώσσα των Τατάρων του Βόλγα. Οι διάλεκτοι της Σιβηρικής ταταρικής γλώσσας διαφέρουν αρκετά, τόσο μεταξύ τους αλλά και από τα Ταταρικά των Τατάρων του Βόλγα. Ο ισχυρισμός ότι τα Σιβηρικά Ταταρικά αποτελούν συστατικό στοιχείο της ταταρικής γλώσσας υποστηρίζεται συνήθως από γλωσσολόγους στο Καζάν. Οι Τάταροι της Σιβηρίας διαφωνούν με τον ισχυρισμό αυτό.

Τα ταταρικά της Κριμαίας[43] είναι η γηγενής γλώσσα των Τατάρων της Κριμαίας. Λόγω της ονομασίας της, πολλοί Ρώσοι θεωρούν λανθασμένα ότι τα ταταρικά της Κριμαίας αποτελούν διάλεκτος των ταταρικών του Βόλγα. Οι δύο συνονόματες γλώσσες είναι αμφότερες μέρη της τουρκικής γλωσσικής οικογένειας. Όμως τα ταταρικά της Κριμαίας έχουν μεγαλύτερη συγγένεια με τα κουμικικά και τη γλώσσα των Καρατσάι-Μπαλκάρ και όχι με τα ταταρικά του Βόλγα. Ωστόσο, υπάρχει μια άποψη (αυτή του Ε.Ρ. Τενίσεφ), σύμφωνα με την οποία η ταταρική γλώσσα του Καζάν ανήκει στην ίδια γλωσσική οικογένεια με τα ταταρικά της Κριμαίας.[44]

Ιστορική διαδρομή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Τάταροι έλκουν την ιστορική καταγωγή τους από τη Χρυσή Ορδή, ένα κράτος που προέκυψε από τη διάσπαση της Μογγολικής Αυτοκρατορίας (1294) και προήλθε από την ανάμιξη των Μογγόλων του Καζακστάν με τους Τούρκους του Καυκάσου και τους Βουλγάρους του Βόλγα. Η Χρυσή Ορδή εισέπραττε φόρο υποτέλειας από τις ρωσικές πόλεις και έμεινε ενωμένη μέχρι τη δεκαετία του 1440, όταν διασπάσθηκε σε μικρότερα ταταρικά χανάτα. Όλα αυτά τα χανάτα καταλύθηκαν τον επόμενο αιώνα από τους Ρώσους πλην του χανάτου της Κριμαίας - επιβίωσε μέχρι το 1783, κυρίως χάρη στην υποστήριξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που το χρησιμοποίησε για ανάσχεση της ρωσικής επέκτασης στη Μαύρη Θάλασσα.

Αφού τους κατέκτησαν το 16ο αιώνα, οι Ρώσοι αξιοποίησαν τους Τατάρους. Μαζί με τους Κοζάκους αποτελούσαν τα δύο μη ρωσικά επίλεκτα σώματα του ρωσικού στρατού, και κάποιοι από αυτούς έγιναν μέλη της παραδοσιακής αριστοκρατίας (βογιάροι). Ένας βογιάρος ταταρικής καταγωγής, ο Μπαρίς Γκοντουνόβ, έφθασε μέχρι το ύπατο αξίωμα του Τσάρου του Ρωσικού Βασιλείου το 1598.

Κύριο λήμμα: Τάταροι του Βόλγα

Οι Τάταροι αποτελούν το μεγαλύτερο μη σλαβικό έθνος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη παρρωσική απογραφή, ο αριθμός τους ανέρχεται σε 5.319.877 κατοίκους (3,71% του συνολικού πληθυσμού, υστερούν μόνο των Ρώσων). Είναι διασκορπισμένοι στα Διαμερίσματα του Βόλγα και των Ουραλίων, με πυκνότερες συγκεντρώσεις στο Ταταρστάν, το Τσελιάμπινσκ και το Άστραχαν.

Τάταροι υπάρχουν επίσης και σε γειτονικές χώρες, αλλά όχι σε τόσο μεγάλους αριθμούς: Γεωργία, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Κίνα, νότια Ουκρανία, Βουλγαρία, Τουρκία, Πολωνία, Λευκορωσία.

Ανάμεσα στους Τατάρους υπάρχει και ένας μικρός πληθυσμός ελληνικής καταγωγής, ο οποίος κατοικεί κυρίως στην Ουκρανία (Κριμαία, Μαριούπολη). Λέγονται Γραικοτάταροι ή Ουρούμ Ρωμιοί. Οι Ουρούμ υιοθέτησαν την ταταρική γλώσσα στα τέλη του 18ου αιώνα και χρησιμοποιούν τη γλώσσα Ουρούμ, αλλά παρέμειναν χριστιανοί ορθόδοξοι μέχρι σήμερα. Μετά τη διάσπαση της Ένωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών πολλοί Ουρούμ μετανάστευσαν στην Ελλάδα.

Σύγχρονες ομάδες και έθνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πολυπληθέστερη ομάδα Τατάρων είναι οι Τάταροι του Βόλγα, ιθαγενείς στην περιοχή των Βόλγα-Ουραλίων (Ιντέλ-Ουράλ). Πολυπληθείς είναι και οι Τάταροι της Κριμαίας, ιθαγενείς στη Κριμαία. Επίσης υπάρχουν οι Λιπκάνοι Τάταροι και οι Τάταροι του Αστραχάν, οι οποίοι ζουν στην ανατολική Ευρώπη. Οι Τάταροι της Σιβηρίας ζουν στην Ασία.

Γεωγραφική κατανομή των Τατάρων στη Ρωσία (απογραφή του 2010)
Τάταροι του Βόλγα με παραδοσιακές ενδυμασίες

Οι Βολγάροι του Βόλγα (πρόδρομοι των Τατάρων του Βόλγα) εγκαταστάθηκαν στον ποταμό Βόλγα τον 7ο αιώνα μ.Χ. και εξισλαμίστηκαν το 922 κατά τη διάρκεια του ιεραποστολικού έργου του Αχμάντ ιμπν Φαντλάν. Αυτοί κατοικούσαν στη σημερινή επικράτεια του Ταταρστάν.[45] Μετά τις εισβολές του Μπατού Χαν το 1223–1236, η Χρυσή Ορδή προσάρτησε τη Βουλγαρία του Βόλγα. Οι περισσότεροι κάτοικοι της περιοχής επιβίωσαν, αλλά είναι αλήθεια ότι υπήρξε ένας βαθμός επιμειξίας μεταξύ των κατοίκων της περιοχής και των Κιπτσάκων της Χρυσής Ορδής. Η ομάδα στο σύνολό της αποδέχτηκε το εξώνυμο «Τάταροι» (στα τέλη του 19ου αιώνα δηλαδή, αν και ορισμένες κοινότητας συνέχισαν να χρησιμοποιούν τον αυτοπροσδιορισμό Βούλγαροι, σημειωτέον ότι αυτοί οι Βούλγαροι έχουν μόνο κοινή καταγωγή με τους Σλάβους Βουλγάρους στα Βαλκάνια· η πλειοψηφία τους αυτοπροσδιορίζονταν απλώς σαν μουσουλμάνοι) και τη γλώσσα των Κιπτσάκων. Από την άλλη, οι εισβολείς ασπάστηκαν τελικά το σουνιτικό Ισλάμ (γύρω στον 14ο αιώνα), ενώ πριν πρέσβευαν άλλες θρησκείες, π.χ. βουδισμός και τενγκρισμός. Καθώς η Χρυσή Ορδή διαλύθηκε τον 15ο αιώνα, η περιοχή έγινε μέρος του χανάτου του Καζάν, το οποίο η Ρωσία κατέκτησε τελικά το 1552.

Μερικοί Τάταροι του Βόλγα μιλούν διαφορετικές διαλέκτους της ταταρικής γλώσσας. Επομένως, οι Τάταροι σχηματίζουν διακριτές ομάδες (π.χ. Μισάρ, Κασίμ).

Υπάρχουν επίσης 55.000 Τατάροι οι οποίοι ανήκουν στην εθνοθρησκευτική ομάδα των Κριασένων (ή Κερεσένων). Οι Κριασένοι είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι και η γλώσσα τους είναι ολόιδια με την κεντρική διάλεκτο της ταταρικής, δηλαδή μιλούν και αυτοί ταταρικά.

Οι Τάταροι του Βόλγα χρησιμοποιούσαν την τουρκική παλαιοταταρική γλώσσα για λογοτεχνικούς σκοπούς μεταξύ του 15ου και του 19ου αιώνα. Έγραφαν τη γλώσσα τους χρησιμοποιώντας το αραβικό αλφάβητο ισκέ ιμλά, αλλά η πραγματική ορθογραφία είχε μερικές τοπικές διαφορές. Η παλαιότερη λογοτεχνική γλώσσα περιλάμβανε πολλές αραβικές και περσικές λέξεις. Ωστόσο, η σύγχρονη λογοτεχνική γλώσσα (η οποία γράφεται με κυριλλικό), έχει αρκετές ρωσικές και άλλες ευρωπαϊκές λέξεις, όπως ελληνικές (κυρίως στο τεχνολογικό και το επιστημονικό πεδίο), γαλλικές και αγγλικές.

Εκτός Ταταρστάν, οι Τάταροι της πόλης συνήθως μιλούν ρωσικά ως πρώτη γλώσσα (σε πόλεις όπως η Μόσχα, η Αγία Πετρούπολη, το Νίζνι Νόβγκοροντ, η Τασκένδη, το Αλμάτι και σε πόλεις στα Ρωσικά Ουράλια και τη Σιβηρία), ενώ η ταταρική διασπορά μιλά και άλλες γλώσσες.

Στη δεκαετία του 1910 οι Τάταροι του Βόλγα αριθμούσαν περίπου μισό εκατομμύριο άτομα στο Κυβερνείο του Καζάν (το οποίο κάλυπτε και το Ταταρστάν, την ιστορική τους πατρίδα). Περίπου 400.000 ζούσαν στο κυβερνείο Ουφάς, 100.000 στα κυβερνεία Σαμάρας και στο Σιμπίρσκ και περίπου 30.000 στη Βιάτκα, στο Σαράβζα, στο Σαράτοφ, Νίζνι Νόβγκοροντ, Περμ και Αρινμπούρκ. Επιπλέον 15.000 είχαν μεταναστεύσει στο κυβερνείο Ριαζάν ή εγκαταστάθηκαν ως αιχμάλωτοι τον 16ο και 17ο αιώνα στη Λιθουανία (στα κυβερνεία Βίλνιους, Γκρόντνο και Ποντόλια ). Επιπλέον 2.000 Τάταροι διέμεναν στην πρωτεύουσα της Ρωσίας, την Αγία Πετρούπολη.

Οι περισσότεροι Τάταροι του Βόλγα ασκούν το Ισλάμ. Οι Τάταροι του Καζάν μιλούν την ταταρική γλώσσα (διάλεκτος του Καζάν), με σημαντικό αριθμό ρωσικών και αραβικών λέξεων.

Πριν από το 1917, η πολυγαμία [46] ήταν θεσμός που υπήρχε μόνο στους εύπορους Τατάρους του Βόλγα. Μάλιστα η δημοτικότητα του έφθινε.

Ο Βουλγαρισμός είναι το εθνικιστικό κίνημα το οποίο αναπτύσσεται μεταξύ των Τατάρων, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι Τατάροι κατάγονται από τους Βο(υ)λγάρους. Υπάρχουν και γκράφιτι έχουν εμφανιστεί στους τοίχους στους δρόμους του Καζάν με φράσεις όπως "Η Βο(υ)λγαρία είναι ζωντανή" ( Булгария жива).

Τάταροι του Αστραχάν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Τάταροι του Αστραχάν (περίπου 80.000) είναι μια ομάδα Τατάρων. Είναι απόγονοι των τουρκόφωνων κατοίκων του Χανάτου του Αστραχάν και ζουν κυρίως στην Περιφέρεια Αστραχάν. Στη ρωσική απογραφή του 2010 οι περισσότεροι Τάταροι του Αστραχάν δήλωσαν «Τάταροι» και ελάχιστοι δήλωσαν «Τάταροι του Αστραχάν». Πολλοί Τάταροι του Βόλγα ζουν στην Περιφέρεια Αστραχάν, με αποτέλεσμα οι δύο ομάδες Τατάρων να συγχωνεύονται γλωσσικά και πολιτιστικά.

Τάταροι της Κριμαίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Μαυσωλείο Τζανικέ στο Κιρκ Γιαρ της Κριμαίας.

Οι Τάταροι της Κριμαίας κατάγονται από τη χερσόνησο της Κριμαίας. Η εθνογένεση τους συνέβη κατά τον 13ο-17ο αιώνα, κυρίως σαν μετεξέλιξη των Κουμάνων οι οποίοι εμφανίστηκαν στην Κριμαία τον 10ο αιώνα. Έχουν ισχυρές επιδράσεις από τα έθνη που κατοικούσαν τη Κριμαία (π.χ. Έλληνες, Σλάβοι, Γότθοι, κ.ά.).[47]

Στις αρχές του 13ου αιώνα, η Κριμαία, όπου η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν Τουρκικής καταγωγής, έγινε μέρος της Χρυσής Ορδής. Οι Τάταροι της Κριμαίας εξισλαμίστηκαν σε μεγάλο βαθμό τον 14ο αιώνα και στη συνέχεια η Κριμαία έγινε ένα από τα κέντρα του ισλαμικού πολιτισμού στην Ανατολική Ευρώπη. Τον ίδιο αιώνα, το κριμαϊκό ουλούς (διοικητική περιοχή) της Χρυσής Ορδής άρχισε να εμφανίζει αυτονομιστικές διαθέσεις. Η ντε φάκτο ανεξαρτησία της Κριμαίας από τη Χρυσή Ορδή μπορεί να θεωρηθεί ότι ξεκινά από την αρχή της βασιλείας της πριγκίπισσας (χανούμ) Τζανίκε, της κόρης του ισχυρού χάνου της Χρυσής Ορδής Τοκταμίς και της συζύγου του ιδρυτή της ορδής Νογκάι, Εντιγκέι. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας της υποστήριξε σθεναρά τον Χατζί Γκιράι στον αγώνα του για τη διεκδίκηση του θρόνου της Κριμαίας μέχρι το θάνατό της το 1437. Μετά το θάνατο της Τζανίκε, η θέση του Χατζί Γκιράι στην Κριμαία αποδυναμώθηκε και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κριμαία για τη Λιθουανία. [48]

Το παλάτι του Χάνου στο Μπαχτσισαράι

Το 1441, μια πρεσβεία αποτελούμενη από τους εκπροσώπους πολλών ισχυρότερων φυλών της Κριμαίας, συμπεριλαμβανομένων των φυλών Σιρίν και Μπαρίν, αλλά και την κουμανική φυλή Κιπτσάκ, πήγε στο Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας για να προσκαλέσει τον Χατζί Γκιράι να κυβερνήσει στην Κριμαία. Έγινε ο ιδρυτής της δυναστείας των Γκιράι, η οποία κυβέρνησε τη περιοχή μέχρι την προσάρτηση του Χανάτου της Κριμαίας από τη Ρωσία το 1783. [49] Ο Χατζί Α΄ Γκιράι ήταν απόγονος του Τζένγκις Χαν και του εγγονού του Μπατού Χαν, χάνου της Χρυσής Ορδής. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μενλί Α΄ Γκιράι, γιου του Χατζί, ο στρατός της Μεγάλης Ορδής (η Μεγάλη Ορδή υπήρχε ακόμη τότε) εισέβαλε στην Κριμαία από τα βόρεια. Ο Κριμαϊκός στρατός κέρδισε τη μάχη, νικώντας τον στρατό της Ορδής στη Ταχτλιά. Η Ορδή έπαψε να υπάρχει σαν κράτος και ο χάνος της Κριμαίας έγινε ο Μεγάλος Χάνος και κληρονόμος του κράτους της Μεγάλης Ορδής.[49] [50] Έκτοτε, το Χανάτο της Κριμαίας έγινε μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις στην Ανατολική Ευρώπη μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα. Το Χανάτο λειτούργησε επίσημα ως υποτελές κράτος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με μεγάλη αυτονομία μετά το 1580.[51] Επειδή το χανάτο ήταν μουσουλμανικό κράτος, το Χανάτο της Κριμαίας δεν μπορούσε να ανεξαρτητοποιηθεί από το Οθωμανικό χαλιφάτο, και ως εκ τούτου οι χάνοι της Κριμαίας έπρεπε να αναγνωρίσουν τον Οθωμανό χαλίφη ως ανώτατο ηγέτη, με λίγα λόγια να του αναγνωρίσουν ένα καθεστώς σαν τον αντιβασιλιά του Αλλάχ στη γη. Ταυτόχρονα, οι ορδές των Νογκάι, που δεν είχαν δικό τους Χάνο, ήταν υποτελείς της Κριμαίας. Παράλληλα η Μοσχοβία και η Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία [52] [53] πλήρωναν ετήσιο φόρο τιμής στον χάνο της Κριμαίας (μέχρι το 1700 [54] και το 1699 αντίστοιχα). Το 1711, όταν ο Πέτρος Α΄ της Ρωσίας ξεκίνησε εκστρατεία με 80.000 άνδρες για να αποκτήσει πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα, περικυκλώθηκε από τον στρατό του Κριμαϊκού Χαν Ντέβλετ Β΄ Γκιράι, βρίσκοντας τον εαυτό του σε απελπιστική κατάσταση. Και μόνο η προδοσία του Οθωμανού βεζίρη Μπαλτατζή Μεχμέτ Πασά επέτρεψε στον Πέτρο να βρει τον δρόμο για να ξεφύγει από την κατάσταση περικύκλωσης όπου βρισκόταν. [55] Όταν ο Γκιράι διαμαρτυρήθηκε για την απόφαση του βεζίρη, [56] η απάντησή του ήταν: «Μπορεί να γνωρίζετε τις ταταρικές σας υποθέσεις. Οι υποθέσεις της Υψηλής Πύλης είναι αρμοδιότητα που έχει ανατεθεί σε εμένα. Δεν έχετε το δικαίωμα να ανακατευτείτε σε αυτά» Τότε υπεγράφη η συνθήκη του Προύθου. Ακόμη, 10 χρόνια αργότερα, η Ρωσία ανακήρυξε τον εαυτό της αυτοκρατορία. Το 1736, ο κριμαίος χάνος Καπλάν Α΄ Γκιράι κλήθηκε από τον Τούρκο σουλτάνο Αχμέτ Γ΄ στην Περσία. Κατανοώντας ότι η Ρωσία μπορούσε να εκμεταλλευτεί την έλλειψη στρατευμάτων στην Κριμαία για να εισβάλει, ο Καπλάν Γκιράι έγραψε στον Σουλτάνο να το σκεφτεί δύο φορές, αλλά ο Σουλτάνος ήταν επίμονος. Όπως περίμενε ο Καπλάν Γκιράι, το 1736 ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Κριμαία, με επικεφαλής τον γερμανορώσο στρατηγό Κρίστοφ φον Μύνιχ, κατέστρεψε τη χερσόνησο, σκότωσε αμάχους και κατέστρεψε όλες τις μεγάλες πόλεις, κατέλαβε την πρωτεύουσα, Μπαχτσισαράι, και έκαψε το παλάτι του Χάνου με όλα τα αρχεία και τα έγγραφα. Στη συνέχεια εγκατέλειψε την Κριμαία λόγω της επιδημίας που είχε ξεκινήσει σε αυτήν. Ένα χρόνο μετά το ίδιο έκανε και ένας άλλος Ρώσος στρατηγός, ο Πίτερ Λέισι. [49] [57] Από τότε, το Χανάτο της Κριμαίας άρχισε να παρακμάζει αφού το χτύπημα ήταν τόσο γερό και δεν κατάφερε να ανακάμψει. Ο ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1768 έως το 1774 είχε ως αποτέλεσμα την ήττα των Οθωμανών από τους Ρώσους και σύμφωνα με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) που υπεγράφη μετά τον πόλεμο, η Κριμαία έγινε ανεξάρτητη και οι Οθωμανοί παραιτήθηκαν από το πολιτικό τους δικαίωμα να προστατεύουν το χανάτο. Μετά από μια περίοδο πολιτικών αναταραχών στην Κριμαία, η Αυτοκρατορική Ρωσία παραβίασε τη συνθήκη και προσάρτησε το Χανάτο της Κριμαίας το 1783.

Εγκαταλελειμμένα σπίτια στο Καρασουβμπαζάρ.

Λόγω της καταπίεσης από τη ρωσική διοίκηση, οι Τάταροι της Κριμαίας αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συνολικά, από το 1783 έως τις αρχές του 20ου αιώνα, τουλάχιστον 800 χιλιάδες Τάταροι έφυγαν από την Κριμαία. Το 1917, οι Τάταροι της Κριμαίας, σε μια προσπάθεια να ανασυστήσουν το κράτος τους, ανακήρυξαν τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κριμαίας —την πρώτη δημοκρατία στον μουσουλμανικό κόσμο, όπου όλοι οι λαοί είχαν ίσα δικαιώματα. Επικεφαλής της δημοκρατίας ήταν ο νεαρός πολιτικός Νομάν Τσελεμπιτζιχάν. Ωστόσο, λίγους μήνες αργότερα οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν την Κριμαία και ο Τσελεμπιτζιχάν σκοτώθηκε χωρίς δίκη και έπειτα η σωρός του ρίχτηκε στη θάλασσα. Σύντομα η Κριμαία έγινε και πάλι κτήση της ΕΣΣΔ.

Εξαιτίας των πολιτικών της σοβιετικής κυβέρνησης, η οποία εξήγαγε ψωμί από την Κριμαία σε άλλες περιοχές της χώρας, το 1921–1922, τουλάχιστον 76.000 Τάταροι της Κριμαίας πέθαναν από την πείνα, [58] ένα μεγάλο πλήγμα για ένα τόσο μικρό αριθμητικά έθνος. Το 1928, ξεκίνησε το πρώτο κύμα καταστολής κατά της ιντελιγκέντσιας των Τατάρων της Κριμαίας. Συγκεκριμένα, οι Σοβιετικές αρχές εξετέλεσαν τον Βελί Ιμπραγκίμοφ, επικεφαλής της ΑΣΣΔ της Κριμαίας, με μια στημένη υπόθεση. Το 1938 ξεκίνησε το δεύτερο κύμα καταστολής κατά των Τατάρων της Κριμαίας, κατά το οποίο σκοτώθηκαν πολλοί Κριμαιοτάταροι συγγραφείς, επιστήμονες, ποιητές, πολιτικοί, δάσκαλοι (π.χ. Ασάν Σαχρί Αϊβαζόφ, Ουσέιν Μποντανίνσκι, Σεϊτζελίλ Χατάτοφ, Ιλιάς Ταρχάν και πολλοί άλλοι). [59] [60] [61] [62] Τον Μάιο του 1944, η Κρατική Επιτροπή Άμυνας της ΕΣΣΔ διέταξε την πλήρη απέλαση όλων των Τατάρων της Κριμαίας από την πατρίδα τους. Οι εκτοπισμένοι μεταφέρθηκαν με τρένα που προορίζονταν για τη μεταφορά βοοειδών με κατεύθυνση την Κεντρική Ασία, κυρίως στο Ουζμπεκιστάν. Κατά τη διάρκεια της απέλασης και στα πρώτα χρόνια της εξορίας, το 46% των Τατάρων της Κριμαίας πέθανε από τις κακουχίες.[63] Το 1956, ο Χρουστσόφ αποκάλυψε τη λατρεία της προσωπικότητας του Στάλιν και επέτρεψε στους εκτοπισμένους λαούς να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Η εξαίρεση ήταν οι Τάταροι της Κριμαίας. Έκτοτε, αυτή η απόφαση απετέλεσε την αρχή για ένα ισχυρό εθνικό κίνημα των Τατάρων της Κριμαίας, οι οποίοι σε συνεργασία με τους αλληλέγγυους από το εξωτερικό και τους Σοβιετικούς αντιφρονούντες, άρχισαν να πιέζουν για την επιστροφή των Τατάρων της Κριμαίας στην πατρίδα τους. Το 1989 το Ανώτατο Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης καταδίκασε την απέλαση των Τατάρων της Κριμαίας από την πατρίδα τους ως απάνθρωπη και παράνομη. Οι Τάταροι της Κριμαίας άρχισαν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους μαζικά. Σήμερα, οι Τάταροι της Κριμαίας αποτελούν περίπου το 12% του πληθυσμού της Κριμαίας, ήτοι περίπου 250.000 άτομα. Υπάρχει μεγάλη διασπορά Τατάρων της Κριμαίας στην Τουρκία και το Ουζμπεκιστάν, αλλά οι περισσότεροι (ειδικά στην Τουρκία) πια δεν θεωρούν τους εαυτούς τους Τατάρους της Κριμαίας. Ωστόσο, υπάρχει μια διασπορά στη Δοβρουτσά, όπου οι περισσότεροι Τάταροι της Κριμαίας διατηρούν την ιδιαίτερη ταυτότητά τους.

Τάταροι από τις στέπες της Κριμαίας
Τάταροι της Κριμαίας

Σήμερα, οι Τάταροι της Κριμαίας αποτελούνται από τρεις μικρότερες ομάδες:

  • οι Τάτες (δεν έχουν καμία σχέση με τους Τάτες, οι οποίοι ζουν στο Καύκασο και μιλούν μια ιρανική γλώσσα), οι οποίοι κατοικούσαν στα βουνά της Κριμαίας πριν από το 1944
  • οι Γιαλιμποϊλού, οι οποίοι ζούσαν στη νότια ακτή της χερσονήσου
  • οι Νογκάι, οι οποίοι ζούσαν στο βόρειο τμήμα της Κριμαίας

Τάταροι της Κριμαίας στη Δοβρουτζά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Τάταροι της Κριμαίας έχουν συνεχή παρουσία στο έδαφος της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας από τον 13ο αιώνα. Στη Ρουμανία, σύμφωνα με την απογραφή του 2002, 24.000 άτομα δήλωσαν Τάταροι, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Τάταροι της Κριμαίας (οι οποίοι ζούσαν στην επαρχία Κονστάντζας στη Δοβρουτσά). Οι περισσότεροι Τάταροι της Κριμαίας, οι οποίοι ζουν στη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, είναι οι απόγονοι των Τατάρων της Κριμαίας οι οποίοι εγκατέλειψαν τη χερσόνησο της Κριμαίας για τη Δοβρουτσά μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσική Αυτοκρατορία.

Οι Τάταροι της Δοβρουτσάς έχουν διαγράψει συνεχή παρουσία στη Ρουμανία από τον 13ο αιώνα μέχρι και σήμερα.[64] Οι Τάταροι έφτασαν για πρώτη φορά στις εκβολές του Δούναβη στα μέσα του 13ου αιώνα, όταν το κράτος της Χρυσής Ορδής βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής του. Τον 14ο και 15ο αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποίκισε τη Δοβρουτσά φέρνοντας τουρκόφωνους Νογκάι από το Μπουντζάκ. Από το 1593 έως το 1595 Τάταροι από την ορδή Νογκάι και το Μπουτζάκ μεταφέρθηκαν στη Δοβρουτσά, για να ενισχυθεί η εκεί τουρκική παρουσία. Προς τα τέλη του 16ου αιώνα, περίπου 30.000 Τάταροι Νογκάι μεταφέρθηκαν από το Μπουντζάκ στη Δοβρουτσά. [65] Μετά τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας το 1783, οι Τάταροι της Κριμαίας άρχισαν να εγκαταλείπουν την πατρίδα τους και άρχισαν έτσι να καταφεύγουν στις οθωμανικές παράκτιες επαρχίες της Δοβρουτσάς (η οποία επαρχία σήμερα είναι μοιρασμένη μεταξύ Ρουμανίας και Βουλγαρίας περίπου στη μέση). Μόλις έφτασαν στη Δοβρουτσά, οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στις περιοχές γύρω από το Μετζιντιέ, το Μπαμπαντάγ, τη Κωνστάντζα, τη Τούλτσεα, τη Μπέστεπε, τη Σιλίστρα ή τη Βάρνα και συνέχισαν να ανεγείρουν νέα χωριά, τα οποία ονοματοδοτούνταν από τις πόλεις που εγκατέλειψαν πίσω στη Κριμαία (π.χ. Σιρίν, Γιαϊλά, Ακμετζίτ, Γιάλτα, Κεφέ, Μπεϊμπουτζάκ). Οι Τάταροι μαζί με τους Αλβανούς κατοίκους της περιοχής υπηρέτησαν ως χωροφύλακες. Οι Τάταροι της Κριμαίας έχαιραν ειδικής εκτίμησης από τους Οθωμανούς και έλαβαν ειδικά φορολογικά προνόμια. Επιπλέον, οι Οθωμανοί παρείχαν έναν ορισμένο βαθμό αυτονομίας στους Τατάρους. Επέτρεψαν μάλιστα στους Τατάρους της Κριμαίας να διοικούνται από δικό τους καϊμακάμη, τον Χαν Μίρζα. Η δυναστεία των Γκιράι (1427–1878) συνέχισε να έχει σημαντική θέση στη Δοβρουτσά και διατήρησε τη σεβαστή θέση της. Ένας δοβρουτσάνος Τατάρος, ο Κάρα Χουσεΐν, ήταν υπεύθυνος για την καταστροφή του σώματος των Γενιτσάρων κατόπιν εντολής του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄

Ο Σουηδός βασιλιάς Κάρολος Ι΄ Γουσταύος συγκρούεται με τους Τατάρους στη Βαρσοβία κατά τον Δεύτερο Βόρειο Πόλεμο, το 1655–1660.

Οι Λιπκάνοι Τάταροι είναι μια ομάδα τουρκόφωνων Τατάρων που εγκαταστάθηκαν στο Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας στις αρχές του 14ου αιώνα. Οι πρώτοι άποικοι κατέφυγαν εκεί προσπαθώντας να διατηρήσουν τη σαμανιστική τους θρησκεία από τις χριστιανικές και μουσουλμανικές πιέσεις. Έτσι ζήτησαν άσυλο μεταξύ των παγανιστών Λιθουανών. [66] Προς τα τέλη του 14ου αιώνα, ο Μέγας Δούκας Βιτάουτας ο Μέγας της Λιθουανίας (κυβέρνησε 1392–1430) προσκάλεσε στη χώρα του μια ομάδα Τατάρων στη χώρα, μουσουλμάνων αυτή τη φορά. Αυτοί οι Τάταροι εγκαταστάθηκαν αρχικά στη κυρίως Λιθουανία γύρω από το Βίλνιους, το Τρακάι, τη Χρόντνα και το Κάουνας[66] και εξαπλώθηκαν σε άλλα μέρη του Μεγάλου Δουκάτου, το οποίο έγινε συστατική χώρα της Πολωνολιθουανικής Κοινοπολιτείας το 1569. Σήμερα οι Λιπκάνοι Τάταροι ζουν σε τμήματα της Λιθουανίας, της Λευκορωσίας και της Πολωνίας. Από την αρχή της εγκατάστασης τους στη Λιθουανία ήταν γνωστοί ως Λιπκάνοι Τάταροι.

Από τον 13ο έως τον 17ο αιώνα διάφορες ομάδες Τατάρων εγκαταστάθηκαν και/ή βρήκαν καταφύγιο στην Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία. Οι Μεγάλοι Δούκες της Λιθουανίας προώθησαν τις μεταναστεύσεις των Τατάρων επειδή οι Τάταροι φημίζονταν για την πολεμική τους ικανότητα. Οι Τάταροι άποικοι έλαβαν το καθεστώς σλάχτα (έγιναν ευγενείς), μια παράδοση που επιβίωσε μέχρι τη διάλυση της Κοινοπολιτείας από τους γείτονές της στα τέλη του 18ου αιώνα. Στην Πολωνολιθουανική κοινοπολιτεία μετακινήθηκαν Λιπκάνοι Τάταροι (13ος–14ος αιώνας) καθώς και Τάταροι της Κριμαίας και Τάταροι Νογκάι (15ος–16ος αι.), Ταταρικά φύλα που έχουν αξιοσημείωτη θέση στη πολεμική ιστορία της Πολωνίας. Αργότερα εγκαταστάθηκαν και Τάταροι του Βόλγα (16ος–17ος αι.). Όλοι οι παραπάνω εγκαταστάθηκαν ως επί το πλείστον στο Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας.

Στη μάχη της Βαρσοβίας το 1656 οι Τάταροι πολέμησαν με τους Πολωνούς εναντίον των Σουηδών

Ο διάφρορες εκτιμήσεις για τους Τατάρους στη Κοινοπολιτεία τον 17ο αιώνα θεωρούν ότι τότε στη Κοινοπολιτεία ζούσαν 15.000 άτομα και υπήρχαν 60 χωριά με τζαμιά. Πολλά βασιλικά προνόμια, όπως η εσωτερική αυτονομία που τους παραχώρησαν οι μονάρχες, επέτρεψαν στους Τατάρους να διατηρήσουν τη θρησκεία, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό τους στο πέρασμα των αιώνων. Επίσης τους επέτρεπαν να παντρεύονται με Χριστιανούς, μια πρακτική που ήταν ασυνήθιστη στην Ευρώπη. Το Σύνταγμα του Μαΐου του 1791 έδωσε στους Τατάρους εκπροσώπηση στο Πολωνικό Σέιμ (κοινοβούλιο).

Αν και μέχρι τον 18ο αιώνα οι Τάταροι είχαν εγκαταλείψει την ταταρική γλώσσα υπέρ της πολωνικής και της λιθουανικής, η ισλαμική θρησκεία και αρκετές ταταρικές παραδόσεις (π.χ. η θυσία ταύρων στα τζαμιά τους κατά τις κύριες θρησκευτικές γιορτές) συνέχισαν να αποτελούν τα βασικά στοιχεία των Λιπκάνων Τατάρων. Αυτό οδήγησε στη διαμόρφωση ενός ξεχωριστού μουσουλμανικού πολιτισμού, στον οποίο τα στοιχεία της μουσουλμανικής ορθοδοξίας σε συνδυασμό με τη θρησκευτική ανεκτικότητα σχημάτισαν μια σχετικά φιλελεύθερη κοινωνία. Για παράδειγμα, οι γυναίκες στην κοινωνία των Λιπκάννω Τατάρων είχαν παραδοσιακά τα ίδια δικαιώματα και την ίδια θέση με τους άνδρες και μπορούσαν να φοιτήσουν σε σχολεία που εξυπηρετούσαν και τα δύο φύλα.

Λιθουανοί Τάταροι της Αυτοκρατορικής Φρουράς επιτίθονται στον εχθρό, από τον Ρίχαρντ Νέτελ

Περίπου 5.500 Τάταροι ζούσαν εντός των μεσοπολεμικών ορίων της Πολωνίας (1920–1939). Υπήρχε μια μονάδα ιππικού εντός του πολωνικού στρατού της ανεξαρτησίας στο οποίο πολέμησαν Τάταροι. Οι Τάταροι είχαν διατηρήσει την πολιτιστική τους ταυτότητα και συντηρούσαν έναν αριθμό πολιτιστικών και άλλων Ταταρικών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένων των Ταταρικών αρχείων και ενός μουσείου στο Βίλνιους.

Οι Τάταροι έχασαν πολλούς συμπατριώτες του κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επιπλέον, μετά την αλλαγή των συνόρων το 1945, ένα μεγάλο μέρος τους βρέθηκε στη Σοβιετική Ένωση. Υπολογίζεται ότι περίπου 3.000 Τάταροι ζουν στη σημερινή Πολωνία, από τους οποίους περίπου 500 δήλωσαν Τάταροι στην απογραφή του 2002. Υπάρχουν δύο Ταταρικά χωριά (το Μποχονίκι και το Κρουσινιάνι) στη βορειοανατολική Πολωνία, καθώς και κοινότητες Τατάρων στη Βαρσοβία, το Γκντανσκ, το Μπιαουίστοκ και το Γκόζουφ Βιελκοπόλσκι. Ορισμένοι Τάταροι φέρουν τα επώνυμα Ριζβάνοβιτς (μουσουλμανικό επώνυμο με πολωνική κατάληξη), ενώ άλλοι πιο αφομοιωμένοι τάταροι φέρουν επώνυμα όπως Τατάρα, Ταταράνοβιτς ή Ταταρτσίνσκι, που σημαίνει γιος Τατάρου.

Για μια κοινότητα λίγων χιλιάδων μελών, οι Τάταροι έπαιξαν ένα σχετικά σημαντικό ρόλο στον στρατό της Κοινοπολιτείας, ενώ έπαιξαν και ένα ρόλο στη πολιτική και πνευματική ζωή της Πολωνίας και της Λιθουανίας. Στη σύγχρονη Πολωνία, η παρουσία τους είναι επίσης ευρέως γνωστή, εν μέρει λόγω του αξιοσημείωτου ρόλου τους στα ιστορικά μυθιστορήματα του Χένρικ Σιενκιέβιτς (1846–1916), τα οποία αναγνωρίζονται παγκοσμίως στην Πολωνία. Ορισμένοι γνωστοί Πολωνοί όπως ο Γιέζι Ουόγιεκ ήταν Τάταροι.

Μια μικρή κοινότητα Πολωνόφωνων Τατάρων εγκαταστάθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης στις αρχές του 20ού αιώνα. Ίδρυσαν ένα τζαμί το οποίο χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα.[67]

Τάταροι της Σιβηρίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η σιβηροταταρική ομάδα Νάζα από την περιφέρεια Ομσκ

Οι Τάταροι της Σιβηρίας καταλαμβάνουν τρεις διακριτές περιοχές:

Οι Τατάροι της Σιβηρίας κατάγονταν από διάφορες αυτόχθονες ομάδες της Βόρειας Ασίας στην περιοχή βόρεια των ορέων Αλτάι. Είχαν φτάσει σε κάποιο επίπεδο πολιτιστικής ανάπτυξης στο 4ο και 5ο αιώνα, αλλά υποτάχθηκαν και υποδουλώθηκαν από τους Μογγόλους. Η απογραφή του 2010 κατέγραψε 6.779 Τάταρους της Σιβηρίας στη Ρωσία. Σύμφωνα με την απογραφή του 2002, υπάρχουν 500.000 Τάταροι στη Σιβηρία, αλλά 400.000 από αυτούς είναι Τάταροι του Βόλγα οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη Σιβηρία κατά τις περιόδους αποικισμού της από τους Ρώσους.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. «Putin's Power Play? Tatarstan Activists Say Loss Of 'President' Title Would Be An Existential Blow». Radio Free Europe. 19 Οκτωβρίου 2021. 
  2. «Tatars facts, information, pictures – Encyclopedia.com articles about Tatars». www.encyclopedia.com. 
  3. 3,0 3,1 «Tatar | Joshua Project». www.joshuaproject.net. 
  4. 4,0 4,1 Henryk Jankowski. Crimean Tatars and Noghais in Turkey // a slightly edited version of the paper with the same title that appeared in Türk Dilleri Arastirmalari [Studies on the Turkic Languages] 10 (2000): 113–131, distributed by Sanat Kitabevi, Ankara, Turkey. A Polish version of this paper was published in Rocznik Tatarów Polskich (Journal of Polish Tatars), vol. 6, 2000, 118–126.
  5. 5,0 5,1 Мусафирова, О. «Мустафа, сынок, прошу тебя — прекрати...» Αρχειοθετήθηκε 2014-08-05 στο Wayback Machine. // Новая газета. || Archive copy Αρχειοθετήθηκε 2014-08-05 στο Wayback Machine.
  6. 6,0 6,1 Пашаев, Осман (18 Νοεμβρίου 2002). «В Турции проживают до 6 миллионов потомков крымских татар». podrobnosti. 
  7. «ВПН-2010». www.gks.ru. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2022. 
  8. «About number and composition population of Ukraine by data All-Ukrainian census of the population 2001». Ukraine Census 2001. State Statistics Committee of Ukraine. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2012. 
  9. Крымские татары Αρχειοθετήθηκε 2021-03-08 στο Wayback Machine. Big Russian Encyclopedia (in ρωσική)
  10. «Численность населения Республики Казахстан по отдельным этносам на начало 2021 года» [The population of the Republic of Kazakhstan by individual ethnic groups at the beginning of 2021]. stat.gov.kz. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2021. 
  11. In Turkey, the census does not indicate the nationality, because all residents of Turkey are considered Turks, so it is impossible to name at least the approximate number of Turkish citizens, considering themselves as Crimean Tatars.
  12. «Afghanistan Recognizes Long Forgotten Ethnic Tatar Community». RFE/RL (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2021. Community leaders estimate there are up to 100,000 ethnic Tatars in Afghanistan. 
  13. Asgabat.net-городской социально-информационный портал :Итоги всеобщей переписи населения Туркменистана по национальному составу в 1995 году. Αρχειοθετήθηκε 13 March 2013 στο Wayback Machine.
  14. «National composition of the population» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 13 Νοεμβρίου 2013. 
  15. «Archived copy». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Νοεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2021. 
  16. «Recensamant Romania 2002». Agentia Nationala pentru Intreprinderi Mici si Mijlocii (στα Ρουμανικά). 2002. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Μαΐου 2007. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2007. 
  17. «Tatar in United States». Joshua Project. 23 Μαρτίου 2021. 
  18. «Tatars In Belarus». Radio Free Europe (στα Αγγλικά). 12 Αυγούστου 2010. 
  19. Рушан, Лукманов (16 Μαΐου 2018). «Vasil Shaykhraziev met with the Tatars of France | Всемирный конгресс татар» (στα Αγγλικά). 
  20. «Rustam Minnikhanov meets representatives of the Tatar Diaspora in Switzerland». President of Republic of Tatarstan. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Φεβρουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2022. 
  21. «Ministry of Foreign Affairs of the People's Republic of China». 
  22. «Census Profile, 2016 Census – Canada [Country] and Canada [Country]». 8 Φεβρουαρίου 2017. 
  23. «Ludność. Stan i struktura demograficzno-społeczna – NSP 2011» (PDF) (στα Πολωνικά). 
  24. «National Statistical Institute». www.nsi.bg. 
  25. «Suomen tataareja johtaa pankkiuran tehnyt ekonomisti Gölten Bedretdin, jonka mielestä uskonnon pitää olla hyvän puolella». 
  26. «Статьи на исторические темы». www.hrono.ru. 
  27. «Archived copy». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Αυγούστου 2018. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2018. 
  28. «Президент РТ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. 
  29. «RL0428: RAHVASTIK RAHVUSE, SOO JA ELUKOHA JÄRGI, 31. DETSEMBER 2011». stat.ee. Ανακτήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 2021. 
  30. «Адас Якубаускас: Я всегда говорю крымским татарам не выезжайте, оккупация не вечна». espreso.tv. 
  31. «Как крымские татары оказались в Литве 600 лет назад? | Новости и аналитика : Украина и мир : EtCetera». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Αυγούστου 2020. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2022. 
  32. Национальный состав населения Литвы. Перепись 2011.
  33. Paul Goble (20 Ιουνίου 2016). «Volga Tatars in Iran Being Turkmenified». Ανακτήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2022. 
  34. «Tatar – people». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2016. 
  35. Thomas Riha, Readings in Russian Civilization, Volume 1: Russia Before Peter the Great, 900–1700, University of Chicago Press (2009), p. 186
  36. Baskakov: Русские фамилии тюркского происхождения (Russian surnames of Turkic origin) (1979)
  37. citing a letter to St Louis of Frances dated 1270 which makes the connection explicit, "In the present danger of the Tartars either we shall push them back into the Tartarus whence they are come, or they will bring us all into heaven"
  38. Wedgwood, Hensleigh (1855). «On False Etymologies». Transactions of the Philological Society (6): 72. https://babel.hathitrust.org/cgi/pt?id=uc1.b3924121;view=1up;seq=82. 
  39. "Tartar, Tatar, n.2 (a.)". (1989).
  40. Татары (στα Ρωσικά). Энциклопедия «Вокруг света». Ανακτήθηκε στις 29 Μαΐου 2014. 
  41. Maħmūd al-Kašğari.
  42. Akhatov G. "Tatar dialectology".
  43. also rarely called Crimean language or even more rarely Crimean Turkic
  44. Сравнительно-историческая грамматика тюркских языков. Региональные реконструкции/Отв. ред. Э.Р. Тенишев. – М. Наука. 2002. – 767 с. стр. 732, 736–737
  45. Faḍlān, Ahmad ibn· Montgomery, James E. (2017). Mission to Volga. New York, New York: NYU Press. σελίδες 3–40. ISBN 978-1-4798-2669-8. 
  46. «westmifflinmoritz.com» (PDF). www.westmifflinmoritz.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 9 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2022. 
  47. «История этногенеза крымских татар | Ана юрт». ana-yurt.com. Ανακτήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2019. 
  48. Gertsen, Mogarychev Крепость драгоценностей. Кырк-Ор. Чуфут-кале. Αρχειοθετήθηκε 2020-07-29 στο Wayback Machine., 1993, pp. 58–64. (ISBN 5-7780-0216-5)
  49. 49,0 49,1 49,2 Gayvoronsky, 2007
  50. Vosgrin, 1992. (ISBN 5-244-00641-X)
  51. Great Russian Encyclopedia: Вер­хов­ная власть при­над­ле­жа­ла ха­ну – пред­ста­ви­те­лю ди­на­стии Ги­ре­ев, ко­то­рый яв­лял­ся вас­са­лом тур. сул­та­на (офи­ци­аль­но за­кре­п­ле­но в 1580-х гг., ко­гда имя сул­та­на ста­ло про­из­но­сить­ся пе­ред име­нем ха­на во вре­мя пят­нич­ной мо­лит­вы, что в му­сульм. Αρχειοθετήθηκε 2020-05-06 στο Wayback Machine.
  52. Kochegarov (2008), p. 230
  53. J. Tyszkiewicz.
  54. Davies (2007), p. 187; Torke (1997), p. 110
  55. Ahmad III, H. Bowen, The Encyclopaedia of Islam, Vol.
  56. He was claiming: "Such a strong and merciless enemy as Moscow, falling on its feet, fell into our hands.
  57. Tucker, Spencer C. (2010).
  58. Zarubin: Без победителей: из истории Гражданской войны в Крыму, 2008, p. 704
  59. Расстрел 17 апреля 1938 года.
  60. Zmerzly: Политические репрессии среди крымскотатарских преподавателей Крымского государственного университета им.
  61. Abibullayeva Крымскотатарская интеллигенция – жертва политических репрессий 1920–ых – 1930–ых
  62. Hayali: Крымские татары в репрессивно-карательной политике в Крымской АССР
  63. Human Rights Watch, 1991, p. 34
  64. Klaus Roth, Asker Kartarı, (2017), Cultures of Crisis in Southeast Europe: Part 2: Crises Related to Natural Disasters, to Spaces and Places, and to Identities (19) (Ethnologia Balkanica), p. 223
  65. Robert Stănciugel and Liliana Monica Bălaşa, Dobrogea în Secolele VII–XIX.
  66. 66,0 66,1 «Lietuvos totoriai ir jų šventoji knyga – Koranas». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2007. 
  67. Amid Tatar Renaissance In Europe, An American Mosque Turns To Its Roots – "A Lipka Tatar—a Muslim ethnic group native to the Baltic region—Jakub Szynkiewicz was selected to be Poland's first mufti in 1925, around the time that his community's U.S. diaspora was moving into the very mosque in Brooklyn where his portrait still hangs."
  68. Pierre Duval: Le monde ou La géographie universelle. (1676)