Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νεάπολη Κοζάνης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 40°19′N 21°23′E / 40.317°N 21.383°E / 40.317; 21.383

Νεάπολη Κοζάνης
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Νεάπολη Κοζάνης
40°18′46″N 21°23′16″E
ΧώραΕλλάδα
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Βοΐου
Πληθυσμός2.036 (2021)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Νεάπολη (έως το 1928 Λειψίστα και Ανασελίτσα) είναι κωμόπολη της Δυτικής Μακεδονίας. Αποτελεί αγροτικό και οικονομικό κέντρο της πρώην Επαρχίας Βοΐου, και σήμερα είναι η ιστορική έδρα του Δήμου Βοΐου της Περιφερειακής Ενότητας Κοζάνης.

Εκεί εδρεύει και η τοπική ακαδημία ποδοσφαίρου Βοΐου.

Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, στα δεξιά του ποταμού Αλιάκμονα, 50 χλμ. δυτικά της Κοζάνης το υψόμετρό της είναι 669 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θαλάσσης.[1] Στην πόλη εδρεύει και το ποδοσφαιρικό σωματείο Αλιάκμων Νεάπολης.

Ιστορικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περιοχή του Βοΐου και η Νεάπολη ανήκαν στην ιστορική περιοχή της Ορεστίδας της Άνω Μακεδονίας. Αρχαίοι τάφοι, αγγεία και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα βεβαιώνουν την ύπαρξη αρχαίας πολίχνης πλάι στα τελευταία (προς βορρά) σπίτια της σημερινής κωμόπολης και συγκεκριμένα στις θέσεις «Αμπέλια» και «Αλώνια»[2]. Ίσως μάλιστα να πρόκειται για την αρχαία Λεβαία, την οποία ο Ηρόδοτος συνδέει με το γενάρχη των Αργεαδών.

Τον 19 αιώνα η Νεάπολη ήταν το κέντρο του Σαντζακίου.

Η πόλη ήταν ελληνόφωνη, αλλά εκτός από χριστιανούς ορθόδοξους κατοίκους είχε και μουσουλμάνους. Ήταν ο μεγαλύτερος οικισμός, της περιοχής, όπου ζούσαν έλληνες μουσουλμάνοι. Ο Αλεξάντερ Σινβέ στο έργο του "Les Grecs de l’Empire Ottoman. Etude Statistique et Ethnographique" το 1878 έγραψε ότι στη Λειψίστα (Νεάπολη), ζουν 1.800 Ελληνες. Σύμφωνα με τις στατιστικές Vasil Kanchov ( «Μακεδονία. Εθνογραφία και στατιστικά στοιχεία») το 1900 ο οικισμός έχει 800 κατοίκους Έλληνες χριστιανούς, 1200 μουσουλμάνους Έλληνες και 200 ​​Τσιγγάνους.

Σύμφωνα με τον γραμματέα της Βουλγαρικής Εξαρχίας Dimitar Mishev στο έργο του "La Macédoine et sa Population Chrétienne" το 1905 στη Νεάπολη κατοικούν 600 Έλληνες και 1.200 βλαχάδες (έλληνες μουσουλμάνοι).

Σύμφωνα με τις ελληνικές στατιστικές το 1904 του προξενείου της Ελασσώνος, 2.000 βλαχάδες και 200 ​​Έλληνες Χριστιανοί ζουν στη Νεάπολη.

Η εκκλησία της Αγίας Τριάδος χτίστηκε το 1906.

Η απελευθέρωση της πόλης, μετά από 526 χρόνια, έγινε στις 20 Οκτωβρίου 1912 , με την σημαντική συνδρομή Κρητών οπλαρχηγών. Επανακαταλήφθηκε από Τούρκους την 1η Νοεμβρίου 1912, και πυρπολήθηκε ο ιερός ναός του Αγίου Νικολάου εν συνέχεια όλη η πόλη, και ελευθερώθηκε τελικώς στις 8 Νοεμβρίου 1912.

Γλέντι πριν την γαμήλια τελετή, 1918.

Κατά τη διάρκεια του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου το 1912 ο οικισμός καταλαμβάνεται από τα ελληνικά στρατεύματα. Στην δεκαετία του '20 οι μουσουλμάνοι κάτοικοι μετανάστευσαν στην Τουρκία και στη θέση τους εγκαταστάθηκαν Έλληνες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο. Το 1928 η πόλη έχει μεικτό πληθυσμό ντόπιων Ελλήνων και προσφύγων με τον συνολικό πληθυσμό να ανέρχεται στους 978 κατοίκους.

Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Λειψίστα ή Ανασελίτσα. Μετονομάστηκε σε Νεάπολη στις 11 Σεπτεμβρίου 1928 όπου και την ίδια μέρα ιδρύθηκε και η ομώνυμη κοινότητα.[3].

Η επιτροπή των κατοίκων είχε προτείνει να μετονομαστεί σε «Αλεξάνδρεια». Επίσης πρότειναν τα ονόματα Καλλιθέα με 7 ψήφους διότι σε θέση με ωραία θέα, σε γραφική τοποθεσία, με αρκετά ποτάμια στην γύρω περιοχή. Με ψήφους 6 προτάθηκε επίσης η ονομασία Νέα Ίμερα διότι το 1/3 των προσφύγων προέρχεται εκ της Ίμερας του Πόντου.

Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ανεγέρθη το 1972.

Το 1998 με το Σχέδιο «Καποδίστριας» η κοινότητα Νεαπόλεως διευρύνθηκε και προήχθη σε Δήμος ενώ το 2011 με το Πρόγραμμα «Καλλικράτης» ο δήμος συγχωνεύθηκε στο νεοσύστατο δήμο Βοΐου.

  1. Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 2ο σ. 478 ISBN 960-8177-70-7
  2. [1] Αρχειοθετήθηκε 2017-04-24 στο Wayback Machine. Δημ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της ρωμαϊκής επαρχίας Μακεδονίας (Το τμήμα της σημερινής Δυτικής Μακεδονίας), Θεσσαλονίκη 1989 (έκδοση Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών), σ. 128-129. ISBN 960-7265-01-7.
  3. ΦΕΚ Α' 193/1928

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]