Λύρα
Η λύρα είναι έγχορδο μουσικό όργανο με μακραίωνη ιστορία.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κλασική Αρχαιότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύμφωνα με τη μυθολογία η πρώτη λύρα κατασκευάστηκε από τον θεό Ερμή και ήταν δώρο προς τον θεό Απόλλωνα ώστε εκείνος να τον συγχωρήσει για την κλοπή των βοδιών του. Αποτελούνταν από καβούκι χελώνας και χορδές από τα εντόσθια ζώων. Κατά την Ελληνική και Ρωμαϊκή αρχαιότητα συνοδευόταν με απαγγελία στίχων. Η λύρα της κλασικής αρχαιότητας είναι παρόμοια σε εμφάνιση με μικρή άρπα, αλλά με ορισμένες διαφορές. Αποτελούνταν από το αντηχείο, τους δύο βραχίονες και τον ζυγό. Παιζόταν με τα χέρια σαν κιθάρα ή σαντούρι, και όχι σαν άρπα. Τα δάκτυλα του ελεύθερου χεριού φιμώνουν τις ανεπιθύμητες χορδές στην απήχηση. Ο ήχος της λύρας έμοιαζε με αυτόν της κιθάρας, αν και ήταν πιο ξερός. Αργότερα εμφανίστηκαν και εννιάχορδες λύρες.
Ερευνητές από το ΤΕΙ Κρήτης, τμήμα Μηχανικών Μουσικής Τεχνολογίας και Ακουστικής, κατέγραψαν για πρώτη φορά τις ακουστικές δυνατότητες της αρχαίας λύρας χέλυς που συνόδευε τους αρχαίους Έλληνες αοιδούς.[1]
Βυζαντινή Περίοδος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ο όρος "λύρα" (Λατινικά: lȳrā) χρησιμοποιούταν για να περιγράψει ένα αχλαδόμορφο μουσικό όργανο που παιζόταν με δοξάρι, αντίστοιχο του ραμπάμπ (rabab) που παιζόταν στον Αραβικό κόσμο της εποχής. Ο Πέρσης γεωγράφος Ibn Khurradadhbih του 9ου αιώνα, αναφερόμενος στη λεξικογραφική καταγωγή των μουσικών οργάνων της εποχής κατέγραψε τη λύρα με δοξάρι (lūrā), μαζί με το εκκλησιαστικό όργανο (urghun), το shilyani (πιθανότατα ένα είδος άρπας), το salandj σαν τα χαρακτηριστικά όργανα των Βυζαντινών [2]. Όμοια τρίχορδα όργανα με δοξάρι, απόγονοι της βυζαντινής lūrā εξακολουθούν να παίζονται μέχρι σήμερα σε μετα-Βυζαντινές περιοχές, όπως για παράδειγμα, η Γκαντούλκα της Βουλγαρίας, η Κρητική λύρα της Κρήτης και των Δωδεκανήσων, η λύρα της Καλαβρίας Ιταλίας, η Λύρα Καππαδοκίας στην Καππαδοκία, η Ποντιακή λύρα και η Πολίτικη λύρα της Κωνσταντινούπολης.
Σύγχρονη εποχή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετεξέλιξη της Βυζαντινής λύρας με δοξάρι (lura) είναι οι σύγχρονες αχλαδόσχημες και φιαλόσχημες λύρες που χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιοχές των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας και παίζονται με δοξάρι. Ακουστικά, έχουν κάποια ομοιότητα με το βιολί. Διαφορετικός όμως είναι ο τρόπος που κρατείται η λύρα, καθώς δεν ακουμπάει το σκάφος της στον λαιμό/κάτω γνάθο του οργανοπαίκτη όπως το βιολί αλλά ακουμπάει συνήθως στο γόνατο του όταν είναι καθιστός, ή στηρίζεται στην κοιλιακή χώρα όταν είναι όρθιος. Επίσης και το δοξάρι κρατείται με ανάστροφη λαβή. Στην Ελλάδα, χρησιμοποιείται κυρίως στην Κρήτη (κρητική λύρα, αχλαδόσχημη), τα Δωδεκάνησα, (ιδιαίτερα στην Κάσο και την Κάρπαθο, ενώ στη Ρόδο παιζόταν μέχρι τη δεκαετία του '60, για να επανεμφανιστεί πρόσφατα χάρη στην παρουσία του Ροδίτη Γιάννη Κλαδάκη), αλλά και στη βόρεια Ελλάδα. Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης είχαν την πολίτικη λύρα (αχλαδόσχημη) και οι Καραμανλήδες (Έλληνες της Καππαδοκίας) τη λύρα Καππαδοκίας (κεμανές). Η θρακική λύρα ανήκει στην οικογένεια της αχλαδόσχημης λύρας και μαζί με τη μακεδονική αποτελούν τις παλαιότερες των βροντόφωνων λυρών που συναντούνται σήμερα στη χώρα μας. Η θρακική λύρα μαζί με τη θρακική γκάιντα αποτελούν την παλαιά θρακική ζυγιά.
Οι νεότερες λύρες έχουν τρεις χορδές και λόγω του έντονου ακουστικά χαρακτήρα τους, αποτελούν το κύριο όργανο (solo) με συνηθισμένη τη συνοδεία άλλων οργάνων, όπως το λαούτο, το νταούλι, την τσαμπούνα, το μαντολίνο κτλ.
Σήμερα οι λύρες μπορούν να πιστοποιηθούν, ως προς την ακουστική τους ποιότητα, με τη βοήθεια μιας νέας επιστημονικής μεθόδου πιστοποίησης εγχόρδων μουσικών οργάνων που έχει αναπτυχθεί στο ΤΕΙ Κρήτης, Τμήμα Μηχανικών Μουσικής Τεχνολογίας και Ακουστικής.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Ειρήνη Βενιού, «Μίλησε» η λύρα του Ερμή, Το Βήμα, 12 Φεβρουαρίου 2012
- ↑ Margaret J. Kartomi: On Concepts and Classifications of Musical Instruments (Chicago Studies in Ethnomusicology), University of Chicago Press, 1990.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Θεόδωρος I. Ρηγινιώτης, Η ιστορική παρουσία της λύρας στην Κρήτη από τον 10ο ή τον 12ο αιώνα μέχρι σήμερα, Κρητολογικά Γράμματα, τόμ. 19 (2004), σελ.203-230
- E. Bakarezos, V. Vathis, S. Brezas, Y. Orphanos and N.A. Papadogiannis, Acoustics of the Chelys - An ancient Greek tortoise-shell lyre, Applied Acoustics 73, 478 (2012)
- I. Theodosopoulou, L. Chartofylakas, M. Bakarezos, I. Orphanos and N.A. Papadogiannis, The Cretan lyre: an ethnomusicological and music acoustics approach, 5e Congrès de Musicologie Interdisciplinaire CIM09 : la Musique et ses Instruments, Proceedings pp.172-174, Paris (2009)
- Λ. Χαρτοφύλακας, Ε. Μπακαρέζος, Ι. Ορφανός και Ν.Α. Παπαδογιάννης Σύνδεση των ακουστικών χαρακτηριστικών της δομής της Κρητικής λύρας με την ποιότητα του εκπεμπόμενου ήχου, ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2008, ΣΣ. 182-191, ΕΚΔ.: Ν. ΜΠΑΡΚΑΣ (2008)
- Β. Βάθης, Ε. Μπακαρέζος, Ι. Ορφανός και Ν.Α. Παπαδογιάννης Ακουστική μελέτη πιστής ανακατασκευής της αρχαίας ελληνικής λύρας χέλυς, ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2008, ΣΣ. 173-181, ΕΚΔ.: Ν. ΜΠΑΡΚΑΣ (2008)
- M. Bakarezos, S. Gymnopoulos, S. Brezas, Υ. Orfanos, E. Maravelakis, C.I. Papadopoulos, M. Tatarakis, A. Antoniadis and N.A. Papadogiannis Vibration analysis of the top plates of traditional Greek string musical instruments, 13th International Congress on Sound and Vibration 2006, ICSV 2006, Volume 6, Pages 4939-4946, Vienna {2006)
- Σ. Γυμνόπουλος, Ε. Μπακαρέζος, Β. Βάθης, Λ. Χαρτοφύλακας, Σ. Μπρέζας, Ι. Ορφανός, Ε. Μαραβελάκης, Χ. Παπαδόπουλος, Μ. Ταταράκης, Α. Αντωνιάδης και Ν.Α. Παπαδογιάννης, Ακουστική και συμβολομετρική ανάλυση της Κρητικής λύρας, ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2006, ΣΣ. 239-246, ΕΚΔ.: Μ. ΤΑΡΟΥΔΑΚΗΣ & Π. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ, (2006)
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κρητική λύρα (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)