Αικατερίνη Κορνάρο
Αικατερίνη Κορνάρο | |
---|---|
Πορτραίτο της Αικατερίνης Κορνάρο από τον Τιτσιάνο. | |
Βασίλισσα της Κύπρου, Ιεροσολύμων και Αρμενίας | |
Περίοδος | 26 Αυγούστου 1474 – 26 Φεβρουαρίου 1489 |
Προκάτοχος | Ιάκωβος Γ΄ της Κύπρου |
Διάδοχος | Κατάργηση αξιώματος (Δημοκρατία της Βενετίας ως το 1570) |
Γέννηση | 25 Νοεμβρίου 1454 Βενετία |
Θάνατος | 10 Ιουλίου 1510 (56 ετών) Βενετία |
Σύζυγος | Ιάκωβος Β' της Κύπρου |
Επίγονοι | Ιάκωβος Γ΄ της Κύπρου |
Οίκος | Οίκος Κορνάρο |
Πατέρας | Mάρκος Κορνάρο |
Μητέρα | Φλορέντσα Κρίσπο |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η Αικατερίνη Κορνάρο (Caterina Cornaro, 25 Νοεμβρίου 1454 – 10 Ιουλίου 1510) ήταν η τελευταία βασίλισσα της Κύπρου από τις 26 Αυγούστου 1474 ως τις 26 Φεβρουαρίου 1489, και είχε ανακηρυχτεί "Κόρη του Αγίου Μάρκου" προκειμένου η Δημοκρατία της Βενετίας να είχε τη δυνατότητα να πάρει τον έλεγχο της Κύπρου μετά το θάνατο του συζύγου της Ιάκωβου Β΄[1].
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Αικατερίνη ήταν κόρη του Nobile Huomo (ευγενούς) Μάρκο Κορνάρο (Marco Cornaro, Βενετία Δεκέμβριος 1406 – Βενετία, 1 Αυγούστου 1479), Cavaliere del Sacro Romano Impero (Ιππότης της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) και Patrizio Veneto (Πατρίκιος της Βενετίας), από τη γυναίκα του Φλορέντσα Κρίσπο. Ο πατέρας της ήταν δισέγγονος του Μάρκο Κορνάρο, Δόγη της Βενετίας (1365 - 1368).[2] Ήταν η μικρότερη αδελφή του επίσης Nobil Huomo, ευγενούς, Τζιόρτζιο Κορνάρο (1452 – 31 Ιουλίου 1527), "Padre della Patria" (Πατέρας της Πατρίδας) και Ιππότη της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η οικογένεια Κορνάρο έβγαλε συνολικά τέσσερις Δόγηδες. Η οικογένεια είχε μακροχρόνιες σχέσεις με την Κύπρο, ειδικά όσον αφορά το εμπόριο. Στην περιοχή της Επισκοπής και στη περιοχή της Λεμεσού λειτουργούσαν μύλους ζάχαρης, τα προϊόντα των οποίων μαζί με άλλα Κυπριακά προϊόντα εξήγαγαν στην Βενετία[3][4][5].
Η μητέρα της Αικατερίνης Φιορέντσα Κρίσπο μέλος του Οίκος των Κρίσπων ήταν κόρη του Νικολό Κρίσπο, Κύριου της Σύρου. Η ταυτότητα της μητέρας της Φιορέντσας δεν είναι σίγουρη, γιατί ο Κρίσπο ήταν γνωστό ότι είχε δύο γυναίκες, κάθε μία από τις οποίες θα μπορούσε να είναι η μητέρα της Φιορέντσας. Σύμφωνα με δικιά του αλληλογραφία, ο Νικολό ήταν γαμπρός του Τζάκοπο της Λέσβου[6]. Μια αναφορά από τον Κατερίνο Ζένο (Caterino Zeno) με ημερομηνία το 1474 αναφέρει μιαν άλλη γυναίκα, την Ευδοκία-Βαλέντσα της Τραπεζούντας. Η Βαλέντσα αναφέρεται ως κόρη του Ιωάννη Δ΄ και της Μπαγκρατιόνη, γυναίκας του. Όμως, οι υποτιθέμενοι αυτοί γονείς της παντρεύτηκαν το 1426 και μία κόρη της Βαλέντσα αναφέρεται ότι παντρεύτηκε το 1429 (ο Ιωάννης και η γυναίκα του είναι απίθανο να ήταν παππούδες μιας γυναίκας που παντρεύτηκε μόλις τρία χρόνια μετά το γάμο τους). Η Βαλέντσα έτσι θεωρείται πιθανότερα ότι ήταν η αδελφή του Ιωάννη Δ΄ και όχι η κόρη του, στην οποία περίπτωση οι γονείς της θα ήταν οι Αλέξιος Δ΄ και η Θεοδώρα η Κατακουζινή[7].
Ο Νικολό δέχτηκε δώρο την Ηγεμονία της Σύρου από τον πατέρα του Φραντσέσκο Α΄ Κρίσπο, Δούκα του Αρχιπελάγους. Η μητέρα του ήταν η Φιορέντσα Α΄ Σανούδου, κυρία της Μήλου, μέλος της προηγούμενης δυναστείας του Οίκου των Σανούδων που ηγεμόνευσε το Αρχιπέλαγος[8]. Η Φιορέντσα ήταν Κυρία της Μήλου, κόρη και διάδοχος του Μάρκου Σανούδου, Κυρίου της Μήλου (1341 - 1376). Ο Μάρκο ήταν ο μικρότερος γιος του Γουλιέλμου Α΄ Σανούδου, Δούκα του Αρχιπελάγους (1303 - 1323).[9].
Γάμος και βασιλεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1468, ο Ιάκωβος Β΄ της Κύπρου, αλλιώς γνωστός ως Ιάκωβος ο Νόθος, έγινε Βασιλιάς της Κύπρου. Το 1468 διάλεξε την Καταρίνα για γυναίκα του και Βασίλισσα-Σύζυγο του Βασιλείου της Κύπρου, επιλογή η οποία χαροποίησε ιδιαίτερα τη Βενετική Δημοκρατία, καθώς έτσι θα εξασφάλιζε στο εξής εμπορικά δικαιώματα και άλλα προνόμια της Βενετίας στην Κύπρο. Παντρεύτηκαν στη Βενετία στις 30 Ιουλίου 1468 μέσω πληρεξούσιου, ενώ ήταν 14 χρονών. Τελικά ξεκίνησε για την Κύπρο το Νοέμβριο του 1472 και παντρεύτηκε αυτοπροσώπως τον Ιάκωβο στη Φαμαγκούστα[10].
Ο Ιάκωβος πέθανε σύντομα μετά το γάμο λόγω αιφνίδιας ασθένειας, και σύμφωνα με τη διαθήκη του, η Καταρίνα, που ήταν τότε έγκυος, θα ενεργούσε ως αντιβασιλέας. Έγινε τελικά αυτή ο μονάρχης όταν ο γιος της Ιάκωβος Γ΄ της Κύπρου πέθανε πριν τα πρώτα του γενέθλια, πιθανότατα από ασθένεια, παρόλο που φημολογούνταν ότι δηλητηριάστηκε από την Βενετία ή από χωρικούς της Καρλότας[11]. Το Βασίλειο είχε ήδη από καιρό αρχίζει να παρακμάζει, και ήταν φόρου-υποτελές κράτος των Μαμελούκων από το 1426. Υπό την Κατερίνα, που βασίλεψε στην Κύπρο από το 1474 ως το 1489, το νησί ήταν υπό τον έλεγχο Βενετών εμπόρων, και στις 14 Μαρτίου 1489 αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να παραδώσει την διοίκηση του νησιού στη Βενετική Δημοκρατία[12].
Σύμφωνα με τον Γεώργιο Βουστρώνιο, "στις 15 Φεβρουαρίου 1489 η βασίλισσα έφυγε από τη Λευκωσία για να πάει στην Αμμόχωστο, για να φύγει [από την Κύπρο]. Και όταν ήταν καβάλα στο άλογο φορώντας ένα μαύρο μεταξένιο μανδύα, με όλες τις κυρίες και τους ιππότες της συνοδείας της [...] Τα μάτια της, παραπέρα, δεν σταμάτησαν να χύνουν δάκρυα σε όλη τη διαδρομή. Ομοίως και ο κόσμος έχυσε πολλά δάκρυα."[13].
Έχοντας εκθρονιστεί το Φεβρουάριο, η Κατερίνα αναγκάστηκε να φύγει από την Κύπρο στις 14 Μαΐου 1489.
Μετέπειτα ζωή στο Άσολο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτσι λοιπόν το τελευταίο Σταυροφορικό κράτος, η Κύπρος, έγινε αποικία τη Βενετίας, και ως αποζημίωση επιτράπηκε στην Κατερίνα να διατηρήσει το τίτλο της Βασίλισσας και έγινε το 1489 Κυρία του Άσολο, μιας επαρχίας στο Βένετο της Ιταλίας. Το Άσολο έγινε σύντομα γνωστό ως αυλή λογοτεχνικής και διάκρισης στη τέχνη, κυρίως ως η μυθοπλαστική τοποθεσία των πλατωνικών διαλόγων για τον έρωτα του Πιέτρο Μπέμπο, Gli Asolani. Η Κατερίνα πέθανε στη Βενετία το 1510[14].
-
Ο τάφος της.
-
Το επιτάφιο μνημείο.
Κληρονομιά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι όπερες Catharina Cornaro (1841) του Φραντς Λάχνερ και Caterina Cornaro (1844) του Γκαετάνο Ντονιτσέττι είναι βασισμένες στη ζωή της.
Έχουν γίνει πολλά πορτρέτα της Αικατερίνης, και μεταξύ αυτών του Ντύρερ, του Τιτσιάνο, του Μπελίνι και του Τζορτζόνε[15].
Το Κολλέγιο Καλών Τεχνών (Ινστιτούτο Κορνάρο), είναι ένας φιλανθρωπικός οργανισμός στη Λάρνακα για την προώθηση της τέχνης και του πολιτισμού[16], που διασώζει το όνομά της στην Κύπρο.
Τον Οκτώβριου του 2011 στην Κύπρο η Διεύθυνση Αρχαιοτήτων Κύπρου ανακοινώσε ότι θα ανακαινιστεί το καλοκαιρινό παλάτι της Αικατερίνης Κορνάρο στην Ποταμιά, με κόστος πρόγραμμα 1 εκατομμύριο ευρώ, για να γίνει πολιτιστικό κέντρο[17][18]. Σήμερα (2017) η αγρέπαυλη είναι ακόμη εγκαταλελειμμένη, καταρρέει και υπήρξαν επίσης κλοπές πολιτιστικού υλικού.[19][20][21]
Απεικονίσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]-
Η Αικατερίνη με το σύζυγό της Ιάκωβο Β' και τον γιο τους Ιάκωβο Γ'
-
Η Αικατερίνη Κορνάρο σε χαρακτικό
-
Μπούστο της Αικατερίνης Κορνάρο
-
Η Αικατερίνη Κορνάρο σε χαρακτικό του Άλμπρεχτ Ντύρερ
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Wills, Garry. Venice, Lion City (New York, Simon and Schuster, 2001), 136.
- ↑ Profile of Marco Cornaro and his children
- ↑ Venice: The Hinge of Europe, 1081-1797, p. 76. William H. McNeill
- ↑ Civilization and Capitalism, 15th-18th Century: The wheels of commerce p. 192. Fernand Braudel
- ↑ Sweet Invention: A History of Dessert. Michael Krondl
- ↑ Profile of Niccolò Crispo and his children
- ↑ Profile of Alexios IV and his children
- ↑ Profile of Francesco I and his children
- ↑ Profile of Marco and his descendants
- ↑ Sir Harry Luke, The Kingdom of Cyprus, 1369—1489 in K. M. Setton, H. W. Hazard (ed.) A History of the Crusades, The fourteenth and fifteenth centuries (1975), p.388
- ↑ Sir Harry Luke, The Kingdom of Cyprus, 1369—1489 in K. M. Setton, H. W. Hazard (ed.) A History of the Crusades, The fourteenth and fifteenth centuries (1975), p.389
- ↑ H. E. L. Mellersh· Neville Williams (Μαΐου 1999). Chronology of world history. ABC-CLIO. σελ. 569. ISBN 978-1-57607-155-7. Ανακτήθηκε στις 13 Μαρτίου 2011.
- ↑ Philippe Trélat, "Urbanization and urban identity in Nicosia 13th-16th. Centuries", in "Proceedings of the 10th Annual Meeting of Young Researchers in Cypriot Archaeology", Venice, 2010, p.152
- ↑ Churchill, Lady Randolph Spencer· Davenport, Cyril James Humphries (1900). The Anglo-Saxon Review. John Lane. σελίδες 215–22. Ανακτήθηκε στις 13 Μαρτίου 2013.
- ↑ Queen Caterina Cornaro by Giorgione [Giorgio Barbarella]
- ↑ «cornaroinstitute.org». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2011. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2019.
- ↑ Demetra Molyva, 'Palace of Cyprus’s last queen to be restored' in The Cyprus Weekly (Cyprus newspaper), 7 October 2011
- ↑ Η συναρπαστική ζωή της τελευταίας Βασίλισσας της Κύπρου, Αικατερίνης Κορνάρο - Έρωτας & τραγωδία
- ↑ Di Cesnola, L. P. Cyprus: Its Ancient Cities, Tombs, and Temples, 2015.
- ↑ Πυρκαγιά στην αγροτική έπαυλη της Αικατερίνης Κορνάρο
- ↑ «Μεσαιωνική Αγρέπαυλη Αικατερίνης Κορνάρο, Ποταμιά». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Ιανουαρίου 2017.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Cawley, Charles (12 June 2011), Profile of Marco Cornaro and his children
- Churchill, Lady Randolph Spencer; Davenport, Cyril James Humphries (1900). The Anglo-Saxon Review
- Hunt, David; Hunt, Iro; Edbury, P. W; Joachim, Joachim G; Mullaly, Terence (1 January 1989). Caterina Cornaro, Queen of Cyprus. London: Trigraph in association with the Bank of Cyprus.
- Hurlburt, Holly (1 January 2013). "À la Cypriota: Gentile Bellini, the Queen of Cyprus, and Familial Ambition.". In Frank, Mary E; De Maria. Reflections on Renaissance Venice: a celebration of Patricia Fortini Brown. Milan: Harry N. Abrams. pp. 32–39.
- Hurlburt, Holly (2015). Daughter of Venice: Caterina Corner, Queen of Cyprus and Woman of the Renaissance. Yale University Press.
- Krondl, Michael (1 October 2011). "Sweet Invention: A History of Dessert"
- McNeill, William H. (15 November 2009). "Venice: The Hinge of Europe, 1081-1797"
- Philippe Trélat, "Urbanization and urban identity in Nicosia 13th-16th. Centuries", in "Proceedings of the 10th Annual Meeting of Young Researchers in Cypriot Archaeology", Venice, 2010
- Sir Harry Luke, The Kingdom of Cyprus, 1369—1489 in K. M. Setton, H. W. Hazard (ed.) A History of the Crusades, The fourteenth and fifteenth centuries (1975)
- Wills, Garry. Venice, Lion City (New York, Simon and Schuster, 2001)