Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βρετανικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βρετανικ
ός
η
βρετανικ
ή
το
βρετανικ
ό
γενική
του
βρετανικ
ού
της
βρετανικ
ής
του
βρετανικ
ού
αιτιατική
τον
βρετανικ
ό
τη
βρετανικ
ή
το
βρετανικ
ό
κλητική
βρετανικ
έ
βρετανικ
ή
βρετανικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βρετανικ
οί
οι
βρετανικ
ές
τα
βρετανικ
ά
γενική
των
βρετανικ
ών
των
βρετανικ
ών
των
βρετανικ
ών
αιτιατική
τους
βρετανικ
ούς
τις
βρετανικ
ές
τα
βρετανικ
ά
κλητική
βρετανικ
οί
βρετανικ
ές
βρετανικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βρετανικός
<
Βρετανία
.
Επίθετο
επεξεργασία
βρετανικός
ο σχετικός με τη
Βρετανία
, ο
αγγλικός
.
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Βρετανία
Βρετανός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βρετανικός
αγγλικά
:
Britannic
(en)
,
British
(en)
γαλλικά
:
britannique
(fr)
γερμανικά
:
britisch
(de)
δανικά
:
britisk
(da)
ισπανικά
:
británico
(es)
ιταλικά
:
britannico
(it)
νορβηγικά
:
britisk
(no)
ολλανδικά
:
Brits
(nl)
ουγγρικά
:
brit
(hu)
πολωνικά
:
brytyjski
(pl)
πορτογαλικά
:
britânico
(pt)
σλοβακικά
:
britský
(sk)
σλοβενικά
:
británski
(sl)
σουηδικά
:
brittisk
(sv)
τσεχικά
:
britský
(cs)
φινλανδικά
:
brittiläinen
(fi)