εργασια απολιναρισμος
εργασια απολιναρισμος
εργασια απολιναρισμος
1
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
Δηλ. = δηλαδή
2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1
ΣΥΝΤΟΜΕΥΣΕΙΣ 2
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ 5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ 7
ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ 8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΚΑΤΑΔΙΚΗ 10
ΟΠΑΔΟΙ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ 12
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 13
3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1
Α. Καμύ, Ο μύθος του Σίσυφου, Δοκίμιο πάνω στο παράλογο (μτφρ. Βαγγ. Χατζηδημητρίου), Αθήνα
(1973), σ. 132 : «Όμως η ιστορία των τολμηρών γνωστικών και η επιμονή των αναχωρητών οπαδών
του Μανιχαίου έχουν προσφέρει στην οικοδόμηση της Ορθοδοξίας περισσότερα απ’ όλες τις
προσευχές.»
2
Ν.Α.Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Θεσσαλονίκη (2008), σ. 245
3
Β.Ιω.Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα (2002), τ. 1, σ. 582
4
Π.Κ.Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Θεσσαλονίκη (2005), τ. 1, σ. 227
4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ
5
Ιουλιανού κατά τον οποίων απαγορευόταν στους χριστιανούς
διδασκάλους να παραδίδουν μαθήματα φιλολογίας, ρητορικής και
φιλοσοφίας, διότι θεωρούσε τερατώδες να διδάσκουν αυτοί πράγματα τα
οποία δεν πίστευαν.9Με τη σημαντική συμβολή του πατέρα του,
Απολιναρίου του Πρεσβύτερου, οδηγημένος από την επιθυμία του να
προσφέρει στους χριστιανούς νέους ότι στερούνταν από το διάταγμα,
δημιούργησε μια ολόκληρη βιβλιοθήκη σε αντικατάσταση της κλασσικής
παιδείας που αποτελείτο από έπη, ωδές, διαλόγους, τραγωδίες και
κωμωδίες, με θέματα βιβλικής προέλευσης. Συγκρότησε επίσης σχολή
που επιδόθηκε στο έργο αυτό. Το έργο του όμως αυτό ποτέ δεν μπήκε
στην χριστιανική εκπαίδευση, διότι το διάταγμα εκείνο του Ιουλιανού
ανακλήθηκε από τον Ιοβιανό.10
Πρωτότυπος όπως ήταν σε όλα, αναζήτησε ιδιαίτερες μορφές
διατύπωσης της ορθόδοξης θεολογίας , αλλά κατά την προσπάθεια του
αυτή κατέληξε σε ανορθόδοξα συμπεράσματα περί της ενανθρωπήσεως
του Λόγου δια της πρόσληψης μόνο της ανθρώπινης σαρκός και όχι
ολοκλήρου του ανθρώπου.11Κατά το έτος 373 – 374 παρέδωσε σειρά
διαλέξεων στην Αντιόχεια, όπου μεταξύ άλλων τον άκουσε κι ο
Ιερώνυμος. Τότε πιθανώς, και μάλιστα εν όψει των αντιλήψεων των
Αντιοχειανών, ιδίως του καθηγητού και μετέπειτα επισκόπου Ταρσού
Διοδώρου, απέκτησε συνείδηση της διαφωνίας του με τις επίσημες
απόψεις.
Ο Μ. Βασίλειος μελέτησε τα συγγράματα του Απολιναρίου και
διεπίστωσε ότι αυτός, πλην της πλάνης του στο χριστολογικό πρόβλημα,
επλανάτο και ως προς την μετά θάνατον κατάσταση του ανθρώπου,
αποδεχόμενος χιλιαστικές αντιλήψεις, και ότι επιπλέον είχε δημιουργήσει
εκκλησιαστική παρασυναγωγή. Γι’ αυτό και ζήτησε την καταδίκη του
από τους Αιγύπτιους και Δυτικούς Πατέρες. Εν τω μεταξύ ο Απολινάριος
συστηματοποίησε το έργο διαδόσεως των δοξασιών του και ανύψωσε τον
Βιτάλιο στον θρόνο της Αντιόχειας, άρχισε δυσφήμηση των αντιπάλων
του και συνέταξε μεγάλο πλήθος θεολογικών πραγματειών.
Για πρώτη φορά καταδικάστηκε από την σύνοδο της Αντιόχειας το
379, όπου κυριαρχόυσε η μορφή του αδελφού του Μεγάλου Βασιλείου
Γρηγοριού Νύσσης, και στη συνέχεια και από τη Β’ Οικουμενική Σύνοδο
το 381. Για πρώτη φορά στη Δύση καταδικάστηκε μόλις το 382. Παρά
την καταδίκη του αυτός παρέμεινε αδιατάρακτος στην έδρα του, το 382
κατόρθωσε να συγκροτήσει σύνοδο στη Ναζιανζό η οποία τον δικαίωσε
και επέζησε μέχρι το 390 περίπου.12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ - ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ
9
Π.Κ.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Θεσσαλονίκη (1989),τ. 4, σ. 520
10
Αυτόθι, σ. 520
11
Αυτόθι, σ. 521
12
Αυτόθι, σ.523
6
2.1 ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ
7
του Λόγου, και γ) Ότι εις εστίν ο Χριστός, ομιλία εις τα Επιφάνια. Κάτω
από το όνομα του Ιουλίου Ρώμης περιήλθαν άλλα τρια συγγράματά του.
α) Περί της εν Χριστώ ενότητος σαρκός και θεότητος, β) Περί πίστεως και
σαρκώσεως, και γ) Προς Διονύσιον επίσκοπον. Κάτω από το όνομα του
Γρηγορίου Θαυματουργού σώζεται το έργο Η κατά μέρος πίστις. Τέλος
το σημαντικότατο έργο του η Απόδειξις περί θείας σαρκώσεως της καθ’
ομοίωσιν ανθρώπου θα μπορούσε κατά μεγάλο μέρος να ανασυγκροτηθεί
από το αντιρρητικό σε αυτό έργο του Γρηγορίου Νύσσης.17
2.2. ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ
8
Δεν πρέπει να παραβλέψουμε επίσης το γεγονός ότι κατά την
διάρκεια του Γ΄ και Δ΄ αιώνος υπερτονίστηκε η ανθρώπότητα του
Χριστού λόγω της έντονης διαμάχης με τον Γνωστικισμό και το
Δοκητισμό, καθώς και τη σύγχυση από τους τότε θεολόγους των όρων
‘φύση’ και ΄πρόσωπο’. Κατά την αντίληψη αυτή, όπου υπάρχει
ολοκληρωμένη φύση ενός όντος, υπάρχει σ’ αυτό και ολοκληρωμένη
προσωπικότητα. Αν δε ο Χριστός είχε δυο φύσεις, θα έχει και δυο
προσωπικότητες, θεία και ανθρώπινη, με δυο θελήσεις. 22 Αν ο
Απολινάριος δεν έκανε διάκριση ανάμεσα στον όρο φύση, ως κάτι το
κοινό, και στον όρο πρόσωπο, ως κάτι το ιδιαίτερο, ή ως φορέα της
φύσης, τότε δεχόταν πως οι δυο φύσεις είναι συνάμα και δυο πρόσωπα,
οπότε ο Χριστός δεν θα μπορούσε να έχει δυο πρόσωπα. 23 Γι’ αυτό
λοιπόν ο Απολινάριος κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός είχε μόνο
μια φύση, και αυτή δεν θα ήταν δυνατό να είναι άλλη παρά η θεία.
Τη διδάσκαλία αυτή τη διετύπωσε σε συνάρτηση με το ηθικό
πρόβλημα, και ακολουθώντας τον Άρειο κατά τη χριστολογική αίρεση,
δέχεται ότι το σώμα, που προσέλαβε ο Λόγος, ήταν δίχως νου. 24 Διότι ο
νους είναι κι αυτός φορέας της αμαρτίας και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό,
αφού σ’ αυτόν διενεργούνται οι νοητικές διαδικασίες που ωθούν το
άτομο στην αμαρτία.
Βεβαίως ο Λόγος κάτι προσέλαβε , αυτό όμως είναι ότι δηλώνεται
από το ρήμα ΄΄ενσαρκώθη΄΄ , είναι η σάρκα μόνη, σύμφωνα προς το του
Ιωάννη ΄΄και ο Λόγος σαρξ εγένετο΄΄.
Ξεκινώντας από τη αρειανίζουσα διχοτόμιση λοιπόν, ο
Απολινάριος πέρασε στη νεοπλατωνική τριχοτομική θεώρηση του
ανθρώπου σε σώμα, βιολογική ψυχή και νου από τα οποία ο Λόγος
προσέλαβε τα δυο πρώτα, αντικαθιστώντας τον ανθρώπινο νου μια και
είναι η πηγή της νόησης και της λογικής. Φρονούσε δηλ. ότι στον Ιησού
Χριστό δεν ενώθηκε τέλεια θεία φύση προς τέλεια ανθρώπινη φύση,
αλλά κάπως ακρωτηριαμένη.25
Κλείνοντας, να κάνουμε σαφές ότι στην χριστολογία του
απολιναρισμού δεν συζητείται ο τρόπος ένωσης των δυο φύσεων. Ο
Απολινάριος δέχεται μια ένωση φυσική και πραγματική. 26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
ΚΑΤΑΔΙΚΗ – ΟΠΑΔΟΙ
22
Π.Κ.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Θεσσαλονίκη (1989), τ. 4, σ. 530-531
23
Ν.Α.Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Θεσσαλονίκη (2008), σ. 246
24
Αυτόθι, σ. 245
25
Ιωάννου Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου και Καθολικής
Εκκλησίας, Αθήνα (1960), τ. 1, σ. 70-71
26
Ν.Α.Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Θεσσαλονίκη (2008), σ. 248-249
9
3.1 ΚΑΤΑΔΙΚΗ
3.2 ΟΠΑΔΟΙ
27
Ιωάννου Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου και Καθολικής
Εκκλησίας, Αθήνα (1960), τ. 1, σ. 71
28
Βλ. Ν.Α.Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Θεσσαλονίκη (2008), σ. 246-247
29
Π.Κ.Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, Θεσσαλονίκη (2005), τ. 1, σ. 229
30
Γρηγορίου Θεολόγου, Επιστολή 101 PG 37, 181C-184Α : « Το απρόσληπτον αθεράπευτον, ο δε
ήνωται Θεώ, τούτο και σώζεται».
31
Β.Ιω.Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα (2002), τ. 1, σ. 586
10
Η διαμορφωθείσα από τον Απολινάριο αίρεση κι εκκλησιαστική
οργάνωση διαδόθηκε ευρύτατα λόγω της σπουδαίας θεολογικής
παραγωγής και της μεγάλης του δραστηριότητας. Οι μαθητές του,
διαφόρων τάσεων εξ’ αρχής, μετά το θάνατο του διασπάστηκαν, και
μπορούμε να διακρίνουμε τρεις ομάδες μεταξύ τους.
Την πρώτη και μετριοπαθή, εκπροσωπεί ο Βιτάλιος Αντιοχείας, ο
οποίος δεχόταν τη βασική διδασκαλία του Απολιναρίου, κατά την οποία
ο θείος Λόγος προσέλαβε μόνο σάρκα.
Ηγέτης της ακραίας μερίδας ήταν ο Πολέμων ή Πολέμιος, ο οποίος
ισχυριζόταν πως το ανθρώπινο σώμα ενώθηκε με τη θεότητα σε μια
ενιαία ουσία, ώστε ν’ αποκλείεται η ύπαρξη δυο φύσεων.
Ο Τιμόθεος, επίσκοπος Βηρυτού, τηρούσε στάση μεσάζοντα
μεταξύ των δυο μερίδων, δεχόμενος μεν το ομοούσιο του σώματος και
της θεότητος, αλλά μη αρνούμενος την ύπαρξη δυο φύσεων.32
Κλείνοντας το κεφάλαιο αυτό, θα ήταν σφάλμα να μην
αναφέρουμε ότι σωστά ο Απολινάριος θεωρείται ως ο πρόδρομος του
Μονοφυσιτισμού.33
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
32
Βλ. Π.Κ.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Θεσσαλονίκη (1989), τ. 4, σ. 532-534
33
Ν.Α.Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’, Θεσσαλονίκη (2008), σ. 247
11
Ύστερα από τη σύντομη ενασχόληση μας με το πρόσωπο του
Απολιναρίου Λαοδικείας αντιλαμβανόμαστε ότι ήταν ένα πρόσωπο με
πολυσχυδή φιλοσοφική και θεολογική παιδεία. Με κάποια συμπόνια θα
βλέπαμε κι εμείς τον αιρεσιάρχη, όπως τον αντιμετώπησαν και οι
Πατέρες, διότι καθώς φαίνεται δόλος δεν υπήρχε στις προθέσεις του.
Παρ’ όλα αυτά όμως ο Απολινάριος προσπάθησε να εξηγήσει το
μυστήριο της ενανθρώπισης του Κυρίου με φιλοσοφικές ιδέες μην
έχοντας κατά νου τη θεμελιώδη για τη θεολογία πεποίθηση του οσίου
Νείλου : « ει θεολόγος ει, προσεύξη αληθώς. Και η αληθώς προσεύχη
θεολόγος ει ». Χωρίς αυτο κατά νου και η πιο αγνή πρόθεση μπορεί να
μεταβληθεί σε φορέα του ψεύδους και της διαβολής της αληθείας.
12
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
A. Kαμύ, Ο μύθος του Σίσυφου, Δοκίμιο πάνω στο παράλογο (μτφρ. Βαγγ.
Χατζηδημητρίου), Αθήνα (1973)
13