Λέο φον Κλέντσε
Λέο φον Κλέντσε | |
---|---|
Προσωπογραφία του Λέο φαν Κλέντσε από τον Φραντς Χανφστένγκλ (1856) | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Leo von Klenze (Γερμανικά) |
Γέννηση | 29 Φεβρουαρίου 1784[1][2][3] Σλάντεν |
Θάνατος | 26 Ιανουαρίου 1864[1][4] ή 27 Ιανουαρίου 1864[5] Μόναχο |
Τόπος ταφής | παλαιό νότιο νεκροταφείο του Μονάχου (48°7′35″ s. š., 11°33′50″ v. d.) |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Βαυαρίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[6][7] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αρχιτέκτονας[5] ζωγράφος[5] συγγραφέας[5] |
Αξιοσημείωτο έργο | Καθολικός Καθεδρικός Ναός Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη Bavaria Προπύλαια Μονάχου |
Περίοδος ακμής | 1800[8] - 1864[8] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Felicitas Blangini-Klenze |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Επίτιμος πολίτης του Μονάχου (1862) Βασιλικό Χρυσό Μετάλλιο του Βασιλικού Ινστιτούτο Βρετανών Αρχιτεκτόνων (1852) Τάγμα της Αξίας για τις Τέχνες και Επιστήμες Βαυαρικό Μαξιμιλιανό Τάγμα για τις Επιστήμες και Τέχνες (1853) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Λέο φον Κλέντσε (γερμανικά: Franz Karl Leopold Klenze, 29 Φεβρουαρίου 1784 - 26 Ιανουαρίου 1864) ήταν Γερμανός νεοκλασικός αρχιτέκτονας, ζωγράφος και συγγραφέας. Μαζί με τον Καρλ Φρίντριχ Σίνκελ θεωρείται ο σημαντικότερος αρχιτέκτονας του κλασικισμού[9].
Σχεδίασε και κατασκεύασε πολλά νεοκλασικά κτίρια στο Μόναχο και γενικότερα στην Βαυαρία, καθώς και στην Αθήνα.
Η ζωή του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Φραντς Καρλ Λέοπολντ φον Κλέντσε γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου 1784 στο σημερινό «Μπόκλα», κοντά στο χωριό Σλάντεν αν Χαρτς της Κάτω Σαξονίας. Ήταν γιος του Γκότχελφ Φρίντριχ Κλέντσε, δημοσίου υπαλλήλου στο Σλάντεν, και της συζύγου του Γκέρτρουντ Γιοζέφα Τερέζια Μάιερ, κόρη γιατρού από το Οσναμπρύκ[10]. Η οικογένεια είχε επτά παιδιά. Ο Λέο ήταν το τρίτο παιδί και ο πρώτος γιος[10]. Η οικογένεια έζησε στο Σλάντεν μέχρι το 1791 και μετά μετακόμισαν στο κτήμα Χάισουμ κοντά στο Λίμπενμπουργκ.
Ο Λέο άρχισε να σπουδάζει αρχιτεκτονική στο Βερολίνο σε ηλικία 16 ετών. Μεταξύ άλλων, μαθήτευσε και στον Αλοΐς Χιρτ, μέσω του οποίου ήρθε σε επαφή με τον αρχαίο κόσμο, ο οποίος τον επηρέασε αρχιτεκτονικά καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Εμβάθυνε τις εντυπώσεις του αυτές στο πρώτο του ταξίδι στην Ιταλία την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1806 και σε πολλά επόμενα[11]. Σπούδασε ξανά στην περίφημη Ακαδημία Αρχιτεκτονικής (Bauakademie) του Βερολίνου για τρία χρόνια και αποφοίτησε με τον τίτλο του Kondukteur (ένα είδος επόπτη αρχιτεκτονικών έργων).
Από μικρός, ο Λέο έδινε μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη και τη διατήρηση σχέσεων. Στη Γένοβα, για παράδειγμα, γνώρισε τον Κονσταντέν Λα Φλες-Κεντελστέν, ο οποίος έγινε τελετάρχης του Ιερώνυμου Βοναπάρτη, Βασιλιά της Βεστφαλίας, και του έδωσε μια θέση που υπερέβαινε την εκπαίδευσή του. Την 1η Φεβρουαρίου 1808 ο Λέο φον Κλέτσε έγινε Αρχιτέκτων της Αυλής του Βασιλιά στο Κάσσελ. Εκεί πραγματοποίησε τα πρώτα του έργα και γνώρισε την μελλοντική του σύζυγο Φελιτσιτάς Μπλαντζίνι, η οποία εργαζόταν ως τραγουδίστρια στο θέατρο της πόλης. Παντρεύτηκαν στις 28 Αυγούστου 1813.
Μετά την πτώση του Ναπολέοντα, το ζευγάρι κατέφυγε στο Μόναχο μαζί με τον Φέλιξ Μπλαντζίνι (αδελφό της Φελίτσιτας) στα τέλη Οκτωβρίου 1813. Εκεί ο Μπλαντζίνι κατάφερε να απευθυνθεί στον Μαξιμιλιανό Α΄ Ιωσήφ της Βαυαρίας, καθώς κατείχε τη θέση του βαυαρικού μαέστρου από το 1805. Εκτός αυτού, η αδερφή του Τερέζα Μπλαντζίνι ήταν τραγουδίστρια στα βαυαρικά ανάκτορα και προσωπική δασκάλα τραγουδιού της Καρολίνας του Μπάντεν, Βασίλισσας της Βαυαρίας, από το 1806.
Μετά από μια πρώτη επαγγελματικά ανεπιτυχή επαφή με τον Πρίγκιπα Λουδοβίκο, ο Λέο φον Κλέντσε μετακόμισε με τη σύζυγό του στο Παρίσι, όπου γεννήθηκε ο πρώτος γιος τους Ίππολυτ στις 21 Ιουλίου 1814. Όταν, μετά από δύο ακόμη συναντήσεις με τον Βαυαρό Βασιλιά, τελικά προσελήφθη ως αρχιτέκτονάς του το 1815, η οικογένεια μετακόμισε οριστικά στο Μόναχο[12]. Εκεί έκτισε επί δεκαετίες πολλά κτίρια, που εξακολουθούν να διαμορφώνουν το αστικό τοπίο της πόλης μέχρι και σήμερα.
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από τον γάμο του με την Φελιτσιτάς Μπλαντζίνι (1790–1844) απέκτησε έξι παιδιά:
- Ίππολυτ (21 Ιουλίου 1814 - 6 Μαρτίου 1880).
- Καρολίνε (1817–1829).
- Έουγκεν Λόταρ (1819–1822).
- Σοφί Μαρία Λεονγκίλντε Ολύμπια (28 Φεβρουαρίου 1821 - 25 Δεκεμβρίου 1849).
- Λούντβιχ Χέλιοντορ (1825–1851).
- Ατεναΐντε Βαλμπούργκα Μαρία (1828–1924).
Θάνατος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πέθανε στο Μόναχο το 1864 και ετάφη στο Νεκροταφείο Άλτερ Ζύντλιχερ Φρίντχοφ. Στον ίδιο τάφο ετάφη και η γυναίκα του, παιδιά και άλλοι απόγονοι.
Καθώς η προτομή φέρει την χρονολογία 1865, φαίνεται ότι τότε ανεγέρθηκε και η αναμνηστική πλάκα[13].
Το έργο του
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αρχιτεκτονική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το πρώτο του κτίριο ήταν το κτίριο χορού στο Ανάκτορο του Βίλχελμσχεε κοντά στο Κάσσελ. Το κλασικό κτήριο χτίστηκε το 1809/1810 κατά την βασιλεία του Ιερώνυμου Βοναπάρτη, αδελφού του Ναπολέοντα, ως θέατρο του ανακτόρου. Από το 1828 έως το 1830, ο Γιόχαν Κόνραντ Μπρόμαϊς το μετέτρεψε σε αίθουσα χορού κατ' εντολήν του Γουλιέλμου της Έσσης.
Ο Λέο φον Κλέντσε απέκτησε ιδιαίτερη φήμη ως αρχιτέκτονας του Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας (μαζί με τον ανταγωνιστή του Φρίντριχ Βίλχελμ φον Γκέρτνερ). Οι τομείς ευθύνης του περιελάμβαναν τον κλασικιστικό επανασχεδιασμό του Μονάχου. Με την κατασκευή της Βασιλικής Πλατείας (Königsplatz) σχεδίασε ίσως το γνωστότερο σύγχρονο ελληνιστικό αρχιτεκτονικό σύνολο. Το ιδεαλιστικό του όραμα για μια σύγχρονη αναγέννηση της ελληνικής αρχιτεκτονικής συνάντησε εντούτοις αντιδράσεις, όπως προκύπτει από ταξιδιωτικές αναφορές της εποχής.
Το Παλάτι Λόιχτενμπεργκ, το οποίο κατασκεύασε κατά τα έτη 1817-1821 στην κεντρική οδό Λούντβιχστρασε του Μονάχου, περιέλαβε την πρώτη άοσμη τουαλέτα, μια καινοτομία στις εγκαταστάσεις υγιεινής που αναπτύχθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι. Για το σκοπό αυτό, ο Φον Κλέντσε επισκέφθηκε τη γαλλική πρωτεύουσα προκειμένου να μελετήσει αυτό το τεχνικό επίτευγμα επί τόπου και να το ενσωματώσει στα έργα του.
Τα έτη 1826-28 έκτισε το Ωδείο (αίθουσα συναυλιών στο Μόναχο) και το Παλάτι Μπίντερσταϊν στο Σβάμπινγκ του Μονάχου. Δικό του έργο είναι και η Μονόπτερος (1832-37) στον «Αγγλικό κήπο» της πόλης, η οποία θεωρείται σημαντικό αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα[14]. Τέλος, όταν ο Λουδοβίκος Α΄ παραχώρησε στην ελληνική κοινότητα του Μονάχου τον ναό της Εκκλησίας του Σωτήρος (Salvatorkirche) του Μονάχου, τον μετέτρεψε από ρωμαιοκαθολικό σε ορθόδοξο και σχεδίασε το τέμπλο του[15].
-
Βαυαρικό Υπουργείο Πολέμου, 1822 (χαρακτικό του 1832).
-
Γλυπτοθήκη (Königsplatz), 1816-1830.
-
Προπύλαια (Königsplatz), 1846-1862.
-
Παλάτι Λόιχτενμπεργκ, Λούντβιχστρασε, 1817-1821.
-
Ρούμεσχαλλε (Ruhmeshalle), 1843-1853.
-
Παλαιά Πινακοθήκη, 1826-1836.
-
Ανάκτορα (Residenz), 1825-1842.
-
Εκκλησία των Ανακτόρων (Residenz), 1825-1842.
Το 1816, ο Λέο φον Κλέντσε μετέτρεψε το Παλάτι του Ισμάνινγκ σε κλασικό στιλ κατόπιν αιτήματος του θετού γιού του Ναπολέοντα, Εζέν ντε Μπωαρναί, Δούκα του Λόιχτενμπεργκ, και της συζύγου του, Αυγούστας της Βαυαρίας. Δημιουργήματά του είναι επίσης η Στήλη του Συντάγματος στο Γκάιμπαχ (1821-23), η Εκκλησία της Παναγίας (Liebfrauenkirche) στη Φυρτ (1826-29), η Βαλχάλλα (Walhalla) έξω από το Ρέγκενσμπουργκ (1831-42), η Αίθουσα της Απελευθέρωσης (Befreiungshalle) έξω από το Κέλχαϊμ (1847) και άλλα.
-
Παλάτι του Ισμάνινγκ
-
Βαλχάλα, Ρέγκενσμπουργκ.
-
Αίθουσα της Απελευθέρωσης (Befreiungshalle), Κέλχαϊμ.
-
Στήλη του Συντάγματος, Γκάιμπαχ.
Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο Μόναχο, ο Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας ενθουσιάστηκε τόσο με την Παλαιά Πινακοθήκη, ώστε ανέθεσε στον Λέο φον Κλέντσε την κατασκευή του Νέου Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη, το οποίο χτίστηκε μεταξύ των ετών 1839 και 1852.
-
Το Νέο Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη
-
Είσοδος του Νέου Ερμιτάζ
-
Άτλαντες στην είσοδο του Νέου Ερμιτάζ
-
Επιστολικό δελτάριο των αρχών του 20ού αιώνα
Ο Όθων της Ελλάδας ανέθεσε στον Λέο φον Κλέντσε τον κλασικό επανασχεδιασμό της πόλης των Αθηνών και την επιλογή της τοποθεσίας των ανακτόρων. Έτσι, επισκέφτηκε την Αθήνα από τις 14 Αυγούστου έως τις 15 Σεπτεμβρίου 1834, και ενώ πρωτεύουσα της Ελλάδας ήταν ακόμα το Ναύπλιο[16]. Τελικά, δεσμευόμενος από τα σχέδια των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, έκανε απλώς μια απόπειρα προσαρμογής τους στην πολιτική και οικονομική πραγματικότητα του νέου κράτους. Έργο του είναι ο Καθεδρικός Ναός των Καθολικών αφιερωμένος στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη στην Αθήνα. Πολλές άλλες προτάσεις και σχέδιά του για την Αθήνα, όπως ένα πρώτο αρχιτεκτονικό σχέδιο για αρχαιολογικό μουσείο κοντά στην Ακρόπολη, δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ[17]. Παρά ταύτα, σε ενέργειές του οφείλεται η έναρξη καταγραφής των αρχαιοτήτων της Ελλάδας, καθώς και η επίσημη έναρξη αναστηλωτικών εργασιών στην Ακρόπολη της Αθήνας, με εποπτεία του ιδίου, που γιορτάστηκαν στις 10 Σεπτεμβρίου 1834 επάνω στον ιερό βράχο, με συμμετοχή σχεδόν ολόκληρου του πληθυσμού της Αθήνας. Ανάμεσα στις προτάσεις του για τη διαμόρφωση του χώρου ήταν και η όσο το δυνατόν γρηγορότερη απομάκρυνση των ύστερων κτισμάτων και τειχών[17].
-
Αθήνα, Καθολικός Ναός Αγίου Διονυσίου, 1853-65.
-
Πρόσοψη του Αγίου Διονυσίου.
Ζωγραφική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λέο φον Κλέντσε δεν ήταν μόνο αρχιτέκτονας, αλλά επίσης καταξιωμένος ζωγράφος και συγγραφέας. Ήταν γοητευμένος από τη ζωγραφική, η οποία εκείνη την εποχή χρησίμευε για την αναπαράσταση των κατασκευαστικών έργων. Ωστόσο, ο ίδιος δημιούργησε ελαιογραφίες με ανεξάρτητη θεματολογία, όπως δείχνει η παρακάτω μικρή επιλογή:
-
Το κάστρο της Μάσσα ντι Καρράρα, 1827, Μουσείο Γκέττυ, Λος Άντζελες.
-
Ο Ναπολέων στο Πορτοφερράιο, 1839, Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη.
-
Η Ακρόπολις των Αθηνών και ο Άρειος Πάγος, 1846, Νέα Πινακοθήκη, Μόναχο.
-
Το Καμποσάντο της Πίζας, 1858, Νέα Πινακοθήκη, Μόναχο.
-
Τοπίο στο Κάπρι, 1833, Λένμπαχαους.
-
Ο Ναός του Δία στον Ακράγαντα, 1857, ιδιωτική συλλογή.
-
Το σταυροδρόμι του Αγίου Ιωάννη στο Λατερανό στη Ρώμη, 1846, Λένμπαχαους.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 9 Απριλίου 2014.
- ↑ 2,0 2,1 «Leo von Klenze». (Ολλανδικά) RKDartists. 44747.
- ↑ 3,0 3,1 «Leo von Klenze». (Αγγλικά) Benezit Dictionary of Artists. Oxford University Press. 2006. B00099327. ISBN-13 978-0-19-977378-7.
- ↑ (Αγγλικά, Τσεχικά, Σλοβακικά, Σλοβενικά, Πολωνικά, Ουγγρικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Σουηδικά, Κροατικά, Ισπανικά, Πορτογαλικά) European Theatre Architecture. Arts and Theatre Institute. 2450. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 The Fine Art Archive. cs
.isabart .org /person /148865. Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2021. - ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data
.bnf .fr /ark: /12148 /cb13616364b. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015. - ↑ Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. xx0197963. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2022.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 (Ολλανδικά) RKDartists. 44747. Ανακτήθηκε στις 3 Οκτωβρίου 2022.
- ↑ Πρόλογος στο: Adrian von Buttlar, Leo von Klenze. Leben – Werk – Vision. 2η Έκδοση. Verlag C.H.Beck, Μόναχο 2014, ISBN 978-3-406-66364-2, σελ. 7–9.
- ↑ 10,0 10,1 Lehr- und Reisejahre 1784–1807 στο: Adrian von Buttlar: Leo von Klenze. Leben – Werk – Vision. 2η έκδοση. Verlag C.H.Beck, Μόναχο 2014, ISBN 978-3-406-66364-2, σελ. 26.
- ↑ Daniela Crescenzio: Italienische Spaziergänge in München, Band I – Florenz Venedig Rom. 3η έκδοση. IT-INERARIO, Rosenheim 2012, ISBN 978-3-9813046-5-7, σελ. 42.
- ↑ Daniela Crescenzio: Italienische Spaziergänge in München, Τόμος III – Italienische Frauen in München. IT-INERARIO, Rosenheim 2013, ISBN 978-3-9813046-6-4, σελ. 79 κ.ε.
- ↑ Claudia Denk, John Ziesemer: Grabstätte 161 στο: Kunst und Memoria, Der Alte Südliche Friedhof in München. 2014, σελ. 463 κ.ε.
- ↑ Hans Kratzer: Dickschädel am Bau – Der Briefwechsel von Ludwig I. und Leo von Klenze ist nun vollständig ediert. στην: Süddeutsche Zeitung. 25 Ιανουαρίου 2011.
- ↑ «Τιμήθηκε η μνήμη του Λέο φον Κλέντσε». euro2day.gr. 9 Ιανουαρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2020.
- ↑ Μαρία Θερμού (24 Νοεμβρίου 2008). «Λέο φον Κλέντσε». tovima.gr. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2020.
- ↑ 17,0 17,1 Μουστάκα, Αλίκη (Αύγουστος 1986). «Ένα ελληνικό όνειρο: Λέο φον Κλέντσε, ο Αρχαιολόγος». «Αρχαιολογία και Τέχνες» (20). https://argolikivivliothiki.gr/2012/02/16/klenze-2/.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κατάλογος έκθεσης Μονάχου: Ein griechischer Traum Leo von Klenze. Der Archäologe. Ausstellung von 6 Dezember 1985 – 9 Februar 1986 Glyplothek München
- Κατάλογος της έκθεσης Leo von Klenze als Maler und Zeichner. Bayerische Akademie der Schönen Künste. Ausstellung vom 2 Oktober 1977 – 29 Januar 1978
- Βενέτας-Παπαγεωργίου, Αλέξανδρος (2000). Ο Leo von Klenze στην Ελλάδα. Οδυσσέας. ISBN 9789602103777.
- Buttlar, Adrian von (1999). Leo von Klenze: Leben – Werk – Vision (στα Γερμανικά). München: Verlag C.H.Beck. ISBN 3-406-45315-5. OCLC 43903895.
- Freitag, Wolfgang M., επιμ. (1997) [1985]. Art Books: A Basic Bibliography of Monographs on Artists (2nd έκδοση). New York, London: Garland Publishing. σελ. 202. ISBN 0-8240-3326-4. OCLC 959084737 – μέσω Google Books.
- Hederer, Oswald (1964). Leo von Klenze, Persönlichkeit und Werk (στα Γερμανικά). München: Callwey. OCLC 557795976.
- Lieb, Norbert· Hufnagl, Florian (1979). Leo von Klenze, Gemälde und Zeichnungen (στα Γερμανικά). München: Callwey. ISBN 3-7667-0457-5. OCLC 6109933.
- Wiegmann, Rudolf (1839). Der Ritter Leo von Klenze und unserer Kunst. Düsseldorf: Schreiner. OCLC 44657025 – μέσω the Internet Archive.