turn over
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | turn over |
γ΄ ενικό ενεστώτα | turns over |
αόριστος | turned over |
παθητική μετοχή | turned over |
ενεργητική μετοχή | turning over |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]turn over (en)
- γυρίζω, γυρίζω καπάκι, αλλάζω θέση ώστε η άλλη πλευρά να κοιτάζει προς τα έξω ή προς τα πάνω
- ↪ Stop turning over in your bed!
- Πάψε να γυρίζεις στο κρεβάτι σου!
- ↪ The car turned over.
- Το αυτοκίνητο γύρισε καπάκι.
- ↪ Stop turning over in your bed!
- γυροφέρνω, σκέφτομαι κάτι προσεκτικά
- ↪ He turned over the recent events in his mind.
- Γυρόφερε στο μυαλό του τα τελευταία γεγονότα.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη think over
- ↪ He turned over the recent events in his mind.
Πηγές
[επεξεργασία]- turn over - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 203, 204. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω, γυροφέρνω