solennel
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | solennel | solennels |
θηλυκό | solennelle | solennelles |
solennel (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | solennel | solennels |
θηλυκό | solennelle | solennelles |
solennel (fr)