rééducation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
rééducation rééducations

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

rééducation (fr) θηλυκό

  1. η μετεκπαίδευση
  2. η αναμόρφωση
  3. η αποκατάσταση
  4. η φυσιοθεραπεία