placement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
placement | placements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]placement (fr) αρσενικό
- (οικονομία) η τοποθέτηση, η επένδυση
ενικός | πληθυντικός |
placement | placements |
placement (fr) αρσενικό