pare-feu
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
pare-feu | pare-feu |
pare-feu (fr) αρσενικό
- το αλεξίπυρο
- (πληροφορική) το τείχος προστασίας (firewall)
Επίθετο
[επεξεργασία]pare-feu (fr)