lleno
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lleno | llenos |
θηλυκό | llena | llenas |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]lleno (es)
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | lleno | llenos |
θηλυκό | llena | llenas |
lleno (es)