hueso
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά
(es)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
hueso
(es)
αρσενικό
το
κόκαλο
Κατηγορίες
:
Ισπανική γλώσσα
Ουσιαστικά (ισπανικά)
Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Aragonés
Asturianu
Azərbaycanca
Català
Corsu
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Español
Eesti
Euskara
فارسی
Suomi
Français
Galego
Hrvatski
Magyar
Bahasa Indonesia
Ido
Italiano
한국어
Kurdî
ລາວ
Lietuvių
Malagasy
Македонски
Nāhuatl
Nederlands
Norsk
Occitan
Polski
Português
Русский
Sängö
Slovenčina
Svenska
தமிழ்
Тоҷикӣ
ไทย
Türkçe
Українська
中文