gust
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
gust | gusts |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gust (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- gust - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 717. ISBN 9780194325684., λήμμα: πνοή
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gust (ro)