embarquement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- embarquement < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
embarquement | embarquements |
embarquement (fr) αρσενικό
- η επιβίβαση, ο επιβιβασμός
- embarquement immédiat - άμεση επιβίβαση