dièdre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
dièdre dièdres

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dièdre (fr) αρσενικό