cylindre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
cylindre cylindres

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
cylindre < (κληρονομημένο) μέση γαλλική cylindre, chilindre < λατινική cylindrus < αρχαία ελληνική κύλινδρος

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

cylindre (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]