cottage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- cottage < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
cottage | cottages |
cottage (en)
ενικός | πληθυντικός |
cottage | cottages |
cottage (en)