au bout de
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
- au bout de → δείτε τις λέξεις bout και de
au bout de (fr)
- στο τέλος, στα όρια
- ↪ La maison se situe au bout du chemin.
- Το σπίτι βρίσκεται στο τέλος του δρόμου.
- ≈ συνώνυμα: au terme de
- (χρονικό) μετά
- ↪ Il a fini son travail au bout de quinze jours.
- Τελείωσε την εργασία του μετά δεκαπέντε μέρες.
- ≈ συνώνυμα: après