at all
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία](not) at all (en)
- (ιδιωματισμός) (δεν) καθόλου, απολύτως, σε ένδειξη βαθμού, ποσότητας ή συχνότητας μεγαλύτερης του μηδενός
- ↪ Do you have any problems at all?
- Έχεις καθόλου προβλήματα;
- ↪ Do you remember him at all?
- Τον θυμάσαι καθόλου;
- ↪ Did you like your presents at all?
- Σας άρεσαν καθόλου τα δώρα σας;
- ↪ I do not know him at all.
- Δεν τον ξέρω καθόλου.
- ↪ I’m not at all sure.
- Δεν είμαι καθόλου βέβαιος.
- ↪ He is not friendly at all.
- Δεν είναι καθόλου φιλικός
- ↪ -Have you finished? -Not at all!
- -Τελείωσες; -Καθόλου!
- ↪ What he’s saying makes no sense at all.
- Αυτά που λέει δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα.
- ≈ συνώνυμα: anything but, by no means, far from, hardly, in no way, not in the least, not in the slightest και nowhere near
- ↪ Do you have any problems at all?
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- all (idioms): (not) at all - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 396. ISBN 9780194325684., λήμμα: καθόλου