airworthy

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
airworthy < air + -worthy (μαρτυρείται από το 1829)[1]

Επίθετο

[επεξεργασία]

airworthy (en)

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. airworthy, στο λεξικό Merriam-Webster