γλαυκῶπις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γλαυκῶπις < γλαυκός και ὤψ

Επίθετο

[επεξεργασία]

γλαυκῶπις-ιδος (και ουσιαστικό)

  • Ἥρας πόσιν τε πειθέμεν κόραν τε γλαυκώπιδα
  • πολίοχον Γλαυκώπιδα
  • τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη
  • οὐδὲ Ποσειδάων οὐδὲ γλαυκώπιδι κούρῃ

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]