ακόμη και

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ακόμη και < ακόμη και

Έκφραση

[επεξεργασία]

ακόμη και

  1. έκφραση που εντείνει κάποια έννοια, συχνά απροσδόκητη
    Ακόμα κι εσύ Βρούτε;
    Τον απέφευγαν όλοι, ακόμη και τα παιδιά του


Συνώνυμα

[επεξεργασία]
  • ως και
  • ούτε και
  • το ίδιο το παιδί του, ο σκύλος του, κάποιος οικείος

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]