καρτάνα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-cyp-}}== ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{δαν|la|el-cyp|quartana}} ==={{ουσιαστικό|el-cyp}}=== '''{{PAGENAME}}''' {{θ}} # {{ετ|ιατρική|γλ=el-cyp}} ελώδης πυρετός # το ένα τέτατρο # (''για γυναίκα'') που έχει κακό χαρακτήρα ή που δεν έχει ηθικές αναστολές ==={...
 
μ {{πηγές}}: διόρθωση
 
Γραμμή 11: Γραμμή 11:


==={{πηγές}}===
==={{πηγές}}===
* [https://www.polignosi.com/cgibin/hweb καρτάνα @polignosi] ''Κυπριακή Διάλεκτος'' στη ''Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια'' του Άντρου Παυλίδη
* [https://www.polignosi.com/cgibin/hweb?-A=26336&-V=cylang καρτάνα @polignosi] ''Κυπριακή Διάλεκτος'' στη ''Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια'' του Άντρου Παυλίδη


=={{-gkm-}}==
=={{-gkm-}}==

Τελευταία αναθεώρηση της 12:34, 24 Ιουνίου 2024

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρτάνα < (άμεσο δάνειο) λατινική quartana

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καρτάνα θηλυκό

  1. (ιατρική) ελώδης πυρετός
  2. το ένα τέτατρο
  3. (για γυναίκα) που έχει κακό χαρακτήρα ή που δεν έχει ηθικές αναστολές
  • καρτάνα @polignosi Κυπριακή Διάλεκτος στη Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια του Άντρου Παυλίδη

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καρτάνα < (άμεσο δάνειο) λατινική quartana

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

καρτάνα θηλυκό (και σήμερα στην Κύπρο ως ιδιωματικό)