Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η΄ Σταυροφορία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σταυροφορίες
Σταυροφορία του Μπαρμπάστρο
Α΄ Σταυροφορία
Σταυροφορία του λαού
Γερμανική Σταυροφορία, 1096
Σταυροφορία του 1101
Β΄ Σταυροφορία
Γ΄ Σταυροφορία
Δ΄ Σταυροφορία
Σταυροφορία των Αλβιγηνών
Σταυροφορία των παιδιών
Ε΄ Σταυροφορία
ΣΤ΄ Σταυροφορία
Ζ΄ Σταυροφορία
Σταυροφορία των βοσκών
Η΄ Σταυροφορία
Θ΄ Σταυροφορία
Σταυροφορία της Αραγωνίας
Σταυροφορία της Αλεξάνδρειας
Σταυροφορία της Νικόπολης
Σταυροφορία των Χουσσιτών
Σταυροφορία της Βάρνας
Βόρειες Σταυροφορίες
Αναπαράσταση του θανάτου του Λουδοβίκου Θ΄ της Γαλλίας και της πολιορκίας της Τύνιδας, σε ζωγραφιά των μέσων του 15ου αιώνα.

Η Όγδοη Σταυροφορία ήταν μια σταυροφορία την οποία ξεκίνησε ο Λουδοβίκος Θ΄ της Γαλλίας κατά της δυναστείας των Χαφσιδών το 1270. Η όγδοη σταυροφορία μερικές φορές υπολογίζεται ως η έβδομη σταυροφορία αν καταμετρηθούν μαζί η Πέμπτη και η Έκτη Σταυροφορία του Φρειδερίκου Β΄ ως ενιαία Σταυροφορία. Η Ένατη Σταυροφορία μερικές φορές υπολογίζεται επίσης ως μέρος της όγδοης. Η σταυροφορία θεωρείται αποτυχία αφού ο Λουδοβίκος πέθανε λίγο μετά την άφιξή του στις ακτές της Τυνησίας, με τον στρατό του να επιστρέφει στην Ευρώπη λίγο αργότερα καθώς επλήγη από επιδημίες.[1] Αυτή η σταυροφορία δεν οδήγησε σε εδαφικές αλλαγές.

Παρά την αποτυχία της Έβδομης Σταυροφορίας, η οποία κατέληξε στη σύλληψη του βασιλιά Λουδοβίκου από τους Μαμελούκους, ο βασιλιάς δεν έχασε το ενδιαφέρον του στις σταυροφορίες. Συνέχισε να στέλνει οικονομική βοήθεια και στρατιωτική υποστήριξη στα σταυροφορικά κράτη από το 1254 έως το 1266.[2] Ενώ η "σταυροφορία" του αδελφού του βασιλιά Καρόλου του Ανζού κατά του Βασιλείου της Σικελίας (το οποίο διοικούταν από τη δυναστεία των Χοενστάουφεν) τράβηξε τη προσοχή του Πάπα για μερικά χρόνια,[3] η πρόοδος του Μπαϊμπάρς στη Συρία κατά τη διάρκεια των αρχών της δεκαετίας του 1260, έγινε όλο και πιο ανησυχητική για τη Χριστιανοσύνη. Ο πόλεμος του Αγίου Σάββα μεταξύ της Γένοβας και της Βενετίας είχε εμπλέξει τα σταυροφορικά κράτη, και εξάντλησε τους πόρους και το ανθρώπινο δυναμικό τους. Οι εξαντλημένοι οικισμοί λεηλατήθηκαν συστηματικά από τις μεθοδικές εκστρατείες του Μπαϊμπάρς.[2] Μέχρι το 1265 είχαν επιτεθεί στη Γαλιλαία, κατέστρεψαν τον καθεδρικό ναό του Ναζαρέτ, και κατέλαβαν την Καισάρεια, το Αρσούφ και προσωρινά τη Χάιφα.[4] Στα τέλη του 1266, ο Λουδοβίκος Θ΄ ενημέρωσε τον Πάπα Κλήμη Δ΄ ότι σκόπευε να πάει ξανά σε σταυροφορία.[5]

Ο Λουδοβίκος πήρε επίσημα το σταυρό στις 24 Μαρτίου 1267 σε μια συνέλευση των ευγενών του. Μια δεύτερη τελετή έλαβε χώρα στις 5 Ιουνίου 1267 με την παρουσία ενός παπικού εκπροσώπου στη Παναγία των Παρισίων. Ο γαμπρός του Λουδοβίκου, ο βασιλιάς Θεοβάλδος Β΄ της Ναβάρας, ο οποίος έλαβε επίσης τον σταυρό, ήταν επίσης παρών.[6] Η απάντηση του κοινού ήταν λιγότερο ενθουσιώδης σε σχέση με την έβδομη σταυροφορία του 1248, αν και η έλλειψη απήχησης για τη σταυροφορία ίσως να έχει να κάνει και με τις υπερβολές του χρονικογράφου του Ιωάννη ντε Ζουανβίλ ο οποίος ήταν κατά της νέας Σταυροφορίας. Το σταυροφορικό στράτευμα ήταν έτοιμο για να αποπλεύσει από το Εγκ-Μορ στις αρχές του καλοκαιριού 1270 με πλοία των Γενουατών και των Μαρσελλιωτών. Ένα Αραγονικό τάγμα υπό τον Ιάκωβο Α΄ της Αραγονίας απέπλευσε από τη Βαρκελώνη τον Σεπτέμβριο του 1269, αλλά κατά τη διάρκεια του πλου του έπεσε σε καταιγίδα και υπέστη σοβαρές ζημιές. Οι περισσότεροι από τους επιζώντες επέστρεψαν στην πατρίδα, ενώ μια μοίρα κάτω από τους φυσικούς γιους του βασιλιά Πέδρο Φερνάνδεθ και Φερνάν Σάντσεθ έφτασαν στην Άκρα. Η μοίρα ήταν πολύ αδύναμη να αντιμετωπίσει το στρατό του Μπαϊμπάρς και απέπλευσε για την Αραγονία.[2]

Το αρχικό σχέδιο του Λουδοβίκου ήταν να αποβιβαστεί στα σταυροφορικά κράτη μέσω της Κύπρου. Ωστόσο, το 1269 αναπτύχθηκε ένα νέο σχέδιο, κατά το οποίο ο στόλος θα αποβιβαζόταν στην Τύνιδα της Τυνησίας, κάτι που δεν είχε ξαναγίνει πριν. Συχνά οι ιστορικοί αποδίδουν την αλλαγή πλεύσης στον αδελφό του βασιλιά Κάρολο του Ανζού, καθώς μετά την πρόσφατη κατάκτηση του, το βασίλειο της Σικελίας θα επωφελούταν από την ανανέωση της παραδοσιακής επιρροής του στην Τύνιδα. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες των προετοιμασιών του Καρόλου για τη σταυροφορία υποδηλώνουν ότι δεν γνώριζε εξαρχής για την αλλαγή των σχεδίων, η οποία προήλθε έπειτα από απόφαση της γαλλικής αυλής. Ο Λουδοβίκος μπορεί να πίστευε ότι η Τύνιδα ήταν μια σημαντική βάση προμηθειών για την Αίγυπτο. Ο Ζοφρουά του Μπωλιέ πίστευε ότι ο Χαλίφης της Τύνιδας, Μουχαμάντ Α΄ αλ-Μουστανσίρ, θα πειθόταν να βαπτιστεί Χριστιανός εάν του δινόταν στρατιωτική υποστήριξη.[7]

Ο χαλίφης της Τύνιδας Μουστανσίρ αρνήτο να πληρώνει φόρ ο υποταγής στον Κάρολο, όπως έκανε με τον προηγούμενο βασιλιά. Επίσης είχε προσφέρει άσυλο σε εχθρούς του Καρόλου. Δεν ήταν όμως φανατικός μουσουλμάνος. Οι χριστιανοί είχαν πλήρη θρησκευτική ελευθερία και είχε επιτρέψει την ίδρυση χριστιανικού μοναστηριού στην πρωτεύουσα. Κυκλοφορούσαν και φήμες, ότι είχε προσηλυτιστεί κρυφά στο χριστιανισμό.

Ο Πάπας Κλήμης παραχώρησε το ένα δέκατο του εισοδήματος της εκκλησίας από τη Ναβάρα στον βασιλιά Θεοβάλδο για τη χρηματοδότηση της Σταυροφορίας. Ο ηγούμενος του Ρονσεβάλ και ο κοσμήτορας της Τουδέλας επελέγησαν να επιβλέπουν τη συλλογή του δέκατου. Το κήρυγμα της Σταυροφορίας στη Ναβάρα αναλήφθηκε κυρίως από τους Φραγκισκανούς και τους Δομινικανούς της Παμπλόνας.[6]

Εκστρατεία και πολιορκία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένας μεγάλος και καλά οργανωμένος στόλος υπό τον Λουδοβίκο Θ΄ απέπλευσε από το Εγκ-Μορ περίπου ένα μήνα αργότερα, την 1η Ιουλίου 1270. Την επόμενη μέρα ένας δεύτερος στόλος υπό τον βασιλιά της Ναβάρας έπλευσε από τη Μασσαλία. Οι δύο στόλοι ενώθηκαν στο Κάλιαρι στη νότια ακτή της Σαρδηνίας.[6] Ο Λουδοβίκος Θ΄ ενθουσιάστηκε από την ιδέα να κατακτήσει μια ολόκληρη χώρα και τον βασιλιά της, στο όνομα της πίστης. Προσγειώθηκαν στις ακτές της Τυνησίας στις 18 Ιουλίου χωρίς να αντιμετωπίσουν μεγάλη αντίσταση. Ο μουσουλμανικός στρατός οχυρώθηκε στην Τύνιδα. Οι Σταυροφόροι έχτισαν ένα στρατόπεδο κοντά σε ένα φρούριο χτισμένο πάνω στην Καρχηδόνα και περίμενε την άφιξη του σικελικού στρατιωτικού σώματος υπό τον Κάρολο του Ανζού. Ο Λουδοβίκος Θ΄, βλέποντας την εχθρότητα του Μουστανσίρ, αποφάσισε να περιμένει τις ενισχύσεις του Καρόλου. Εξαιτίας της υπερβολικής ζέστης και της κακής υγιεινής μεγάλο μέρος του στρατού προσβλήθηκε από αρρώστιες όπως η δυσεντερία. Ο γεννημένος στη Δαμιέττα γιος του Λουδοβίκου Ιωάννης Τριστάν υπέκυψε στην ασθένεια του στις 3 Αυγούστου. Σύντομα ο Λουδοβίκος αρρώστησε και πέθανε, με μετάνοια, σε ένα κρεβάτι στάχτης στις 25 Αυγούστου. Ο αδελφός του Κάρολος έφτασε αμέσως μετά το θάνατό του.[2] Ο ερχομός του Καρόλου έσωσε τους Γάλλους. Ο στρατός του ήταν ξεκούραστος και γνώριζε καλύτερα, πώς να αντιμετωπίσει το κλίμα.

Λόγω των νέων επιδημιών που ξέσπασαν η πολιορκία της Τύνιδας εγκαταλείφθη στις 30 Οκτωβρίου και συνήφθη η Συνθήκη της Τύνιδας με τον σουλτάνο. Σε αυτή τη συμφωνία οι Χριστιανοί απέκτησαν το δικαίωμα του ελεύθερου εμπορίου με την Τύνιδα και η διαμονή για μοναχούς και ιερείς στην πόλη ήταν εγγυημένη. Αφού ενημερώθηκε για τον θάνατο του Λουδοβίκου και την αποχώρηση των σταυροφόρων από την Τύνιδα, ο Σουλτάνος Μπαϊμπάρς της Αιγύπτου ακύρωσε το σχέδιό του να στείλει αιγυπτιακά στρατεύματα για να πολεμήσουν τον Λουδοβίκο στην Τύνιδα.[8] Ο Μουστανσίρ αναγκάστηκε να πληρώσει τα έξοδα του πολέμου, να πληρώνει φόρο υποταγής στον Κάρολο. Η συνθήκη ήταν αρκετά επωφελής για τον Κάρολο του Ανζού, ο οποίος έλαβε το ένα τρίτο μιας πολεμικής αποζημίωσης από τους Τυνήσιους και έλαβε εγγυήσεις ότι οι πρόσφυγες από τη δυναστεία των Χοενστάουφεν που ζούσαν στο Σουλτανάτο θα εκδιωχθούν.[9]

Ο πρίγκιπας Εδουάρδος της Αγγλίας έφτασε με αγγλικό στόλο την παραμονή της αποχώρησης των Σταυροφόρων από την Τύνιδα. Οι Άγγλοι επέστρεψαν στη Σικελία με τους υπόλοιπους Σταυροφόρους. Ο κοινός στόλος υπέστη σοβαρές ζημιές από μια καταιγίδα έξω από το Τράπανι. Στα τέλη Απριλίου του 1271, οι Άγγλοι συνέχισαν με κατεύθυνση προς την Άκρα διεξάγοντας την Ένατη Σταυροφορία. Ο Ερρίκος Ε΄, κόμης του Λουξεμβούργου, πρώτα εντάχθηκε στη σταυροφορία του Λουδοβίκου Θ΄ και στη συνέχεια εντάχθηκε στη σταυροφορία του Εδουάρδου της Αγγλίας αφού η όγδοη Σταυροφορία απέτυχε.[10] Όταν ο Άγγλος πρίγκιπας Εδουάρδος έφτασε αργότερα στη Τύνιδα, απογοητεύτηκε, όταν έμαθε ότι οι μάχες είχαν τελειώσει. Έδωσε οδηγίες στον εξάδελφό του Ερρίκο της Κορνουάλης να επιστρέψει με το γαλλικό στρατό, ενώ ο ίδιος συνέχισε για τους Αγίους Τόπους.

Λογοτεχνική απάντηση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπερτράν ντ'Αλαμανόν, διπλωμάτης στην υπηρεσία του Καρόλου του Ανζού, καθώς και ο Ρικώ Μπονό, επέκριναν την Παπική πολιτική της επιδίωξης πολέμων στην Ιταλία, επειδή χρηματοδοτούνταν με χρήματα που θα έπρεπε να είχαν αξιοποιηθεί στο εξωτερικό.

Η αποτυχία της όγδοης Σταυροφορίας, καθώς και των προηγούμενων σταυροφοριών, έλαβε τη προσοχή των Οξιτανών τροβαδούρων. Ο θάνατος του Λουδοβίκου της Γαλλίας τράβηξε την προσοχή των τροβαδούρων, λόγω και της έχθρας που έδειχναν για τους Γάλλους μονάρχες κατά τη διάρκεια της Σταυροφορίας των Αλβιγηνών. Συντέθηκαν τρία πλαν (τραγούδια θρήνου) για τον θάνατο του Λουδοβίκου Θ΄.

Ο Γκιλιέμ ντ'Ωτπόλ συνέθεσε το Fortz tristors es e salvaj'a retraire για τον Λουδοβίκο. Ο Ραιμόν Γκωσέμ ντε Μπεζέρ συνέθεσε το Qui vol aver complida amistansa για να γιορτάσει τις προετοιμασίες για τη νέα Σταυροφορία το 1268, αλλά το 1270 έπρεπε να συνθέσει το Ab grans trebalhs et ab grans marrimens εις ανάμνηση του πεσόντος Γάλλου βασιλιά. Ο Ωστόρκ ντε Σεγκρέ συνέθεσε το No sai quim so, tan sui desconoissens, ένα γενικότερο Σταυροφορικό τραγούδι, που θρηνεί τον Λουδοβίκο αλλά και ότι λέει ότι ο Θεός ή ο Σατανάς παραπλανούν τους Χριστιανούς. Επιτίθεται επίσης στον Κάρολο του Ανζού, τον οποίο ονομάζει caps e guitz (επικεφαλής και οδηγός) των άπιστων, επειδή έπεισε τον Λουδοβίκο να επιτεθεί στην Τύνιδα και όχι στους Άγιους Τόπους, ενώ διαπραγματεύτηκε αμέσως μια ειρήνη με τους μουσουλμάνους μετά το θάνατο του Λουδοβίκου.

Μετά τη Σταυροφορία, ο ηλικιωμένος τροβαδούρος Πέιρ Καρντενάλ έγραψε το τραγούδι Totz lo mons es vestitiz et abrazatz (περισσότερο ή λιγότερο: ολόκληρος ο κόσμος πολιορκείται και περιβάλλεται [από ψεύδος]), ενθαρρύνοντας τον κληρονόμο του Λουδοβίκου, Φίλιππο Γ', να πάει στους Αγίους Τόπους για να βοηθήσει τον Εδουάρδο Α΄ της Αγγλίας.

Στην Τύνιδα γράφτηκαν σατιρικοί στίχοι για το νέο σχέδιο του Λουδοβίκου να εισβάλει στην Τύνιδα: "Ω Λουδοβίκε, η Τύνιδα είναι η αδελφή της Αιγύπτου! Έτσι περιμένετε τη δοκιμασία σας! θα βρείτε τον τάφο σας εδώ αντί για την οικία του ιμπν Λοκμάν. Και εδώ ο ευνούχος Σομπίχ θα αντικατασταθεί από τον Μουνκίρ και τον Νακίρ.".[11]

  1. «The Crusades of St. Louis». Britannica. Ανακτήθηκε στις 28 Μαΐου 2015. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Riley-Smith 2005.
  3. Riley-Smith 2005, σελ. 209.
  4. Riley-Smith 2005, σελ. 240.
  5. Riley-Smith 2005, σελ. 241.
  6. 6,0 6,1 6,2 Narbaitz 2007.
  7. Riley-Smith 2005, σελ. 210.
  8. Al-Maqrizi, p. 69/vol.2
  9. Riley-Smith 2005, σελ. 211.
  10. Gilbert Trausch, Histoire du Luxembourg, p. 126
  11. Verses by a contemporary Tunesian named Ahmad Ismail Alzayat (Al-Maqrizi, p.462/vol.1) – House of Ibn Lokman was the house in Al-Mansurah where Louis was imprisoned in chains after he was captured in Fariskur during the 7th Crusade and where he was under the guard of a eunuch named Sobih. According to Muslim creed Munkir and Nakir are two angels who interrogate the dead.