Μετάβαση στο περιεχόμενο

Υποβρύχια αλιεία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Γενικά με τον όρο υποβρύχια αλιεία, κοινώς υποβρύχιο ψάρεμα, χαρακτηρίζεται το είδος εκείνο της αλιείας που επιχειρείται από καταδυόμενο ερασιτέχνη αλιέα (ψαρά). Είναι γεγονός πως η εξέλιξη του αθλητικού πνεύματος αλλά και η μανία για νέες υποβρύχιες περιπέτειες της σύγχρονης εποχής είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σε μεγάλη έκταση ένα ενδιαφέρον άθλημα, η υποβρύχια αλιεία, με κύριο αλιευτικό εργαλείο είναι το ψαροτούφεκο. Σε παγκόσμιο επίπεδο η υποβρύχια αλιεία έχει αναγνωριστεί επίσημα ως άθλημα με τη δημιουργία εθνικών ομοσπονδιών και διοργανώνονται σε ετήσια βάση εθνικά ή διεθνή πρωταθλήματα.

Η υποβρύχια αλιεία αποτελεί ιδιαίτερη αλιευτική τέχνη, με ιδιαίτερο εξοπλισμό, που βασίζεται κυρίως στις ατομικές δυνάμεις και στη καλή γνώση αφενός του υποβρύχιου περιβάλλοντος, όσο και της συμπεριφοράς των ψαριών. Προϋποθέτει καλή κολυμβητική ικανότητα, φυσική αντοχή, ταχύτητα αντίληψης, και σταθερότητα κινήσεων, βάσει των οποίων και στη συνέχεια με την εξάσκηση αναπτύσσεται η σχετική εμπειρία που θα παίζει πάντα τον προκαθοριστικό ρόλο του επιτυχούς αποτελέσματος.

Επιχειρούμενα βάθη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημαντικό ρόλο στα επιχειρούμενα βάθη έχει η αυτογνωσία του υποβρύχιου αλιέα, καθώς και η φυσική του κατάσταση. Επίσης πολύ σημαντικό παράγοντα παίζει η σωστή τεχνική που μπορεί να διδαχθεί στα πλαίσια ενός σχολείου ελεύθερης κατάδυσης. Στο περιορισμένο μεσοδιάστημα της αναπνοής θα πρέπει να μπορεί να καλύπτει τους χρόνους: κατάδυσης, παραμονής στο βάθος της επιχειρούμενης υποβρύχιας αλιευτικής δραστηριότητας και το χρόνο ανάδυσης. Ενδεικτικά ένας συνηθισμένης ικανότητας ψαροτουφεκάς «βουτά» μέχρι 10 μέτρα βάθος. Ένας καλός ψαροτουφεκάς μέχρι 20 μέτρα, ενώ ένας εξαιρετικά ικανός, μπορεί να φθάνει με ασφάλεια τα 25 - 35 μέτρα.

Σε γενικές γραμμές η υποβρύχια αλιεία ως μορφή ελεύθερης κατάδυσης εμπεριέχει πολύ περισσότερους κινδύνους από άλλες μορφές κατάδυσης, εξαιτίας της ιδιαιτερότητας του αλιεύματος ως κυνηγετικού στόχου. Στη διαδικασία της υποβρύχιας αλιείας σημαντικό ρόλο παίζει η διατήρηση σχετικής ηρεμίας και η μη έκκριση αδρεναλίνης, καθώς έτσι κινητοποιούνται φυσιολογικοί μηχανισμοί που επισπεύδουν την κατανάλωση του οξυγόνου στους ιστούς του σώματος. Ασφαλώς και πολλά είναι τα θέλγητρα που προσφέρει το είδος αυτό της αλιείας, ωστόσο είναι αρκετοί οι κίνδυνοι που εγκυμονούνται κατά την άσκησή της. Όλοι όσοι σχετίζονται με τη θάλασσα, αναγνωρίζουν την ναυτική αρχή: «Η θάλασσα σέβεται μόνο εκείνους που τη σέβονται.»

Υπερκαπνία και υποκαπνία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

α. Υπερκαπνία. Η υπερκαπνία ή υπερβολή αύξηση του διοξειδίου του άνθρακος αναπτύσσεται κυρίως όταν ο ελεύθερος δύτης εκτίθεται σε αέρα μολυσμένο με υψηλά ποσοστά διοξειδίου ή μονοξειδίου του άνθρακος (για παράδειγμα κάπνισμα).

Ο ελεύθερος δύτης που αναπνέει μολυσμένο αέρα νιώθει πονοκέφαλο, ναυτία, ζαλάδα και μπορεί να φθάσει ακόμη και στην αναισθησία. Επίσης, νιώθει ταχυκαρδία σε περιπτώσεις κατακράτησης διοξειδίου του άνθρακος ή υφίσταται κυάνωση στα χείλη, τις μεμβράνες και τη στοματική κοιλότητα σε περιπτώσεις δηλητηρίασης μονοξειδίου. Στις ελαφρές περιπτώσεις δηλητηρίασης ο πάσχων χρειάζεται να αναπνεύσει καθαρό αέρα για 6 ώρες περίπου, χωρίς εργασία ή κάποια ιδιαίτερη σωματική προσπάθεια ή κάπνισμα.

β. Υποκαπνία. Η υποκαπνία ή ανεπαρκής ποσότητα διοξειδίου του άνθρακος ακολουθεί είτε το συνειδητό υπεραερισμό των ελεύθερων δυτών ή τον ασυνείδητο υπεραερισμό εξαιτίας κάποιου φόβου ή έντασης. Το αρχικό σύμπτωμα της υποκαπνίας είναι ελαφριά ζάλη που μπορεί να οδηγήσει σε λιποθυμία. Η υποκαπνία που συνοδεύεται από κράτημα της αναπνοής μπορεί να οδηγήσει τον ελεύθερο δύτη σε ξαφνική απώλεια των αισθήσεων κατά την ανάδυσή του και μάλιστα σε ρηχά νερά.

Με τον συνειδητό υπεραερισμό ο ελεύθερος δύτης μειώνει δραστικά το διοξείδιο του άνθρακος στο αναπνευστικό και το κυκλοφορικό του σύστημα. Έτσι το διοξείδιο του άνθρακος δεν είναι δυνατόν να συσσωρευτεί σε ικανοποιητικό επίπεδο ώστε να διεγείρει την αναπνοή, πριν καταναλώσουν οι ιστοί το διαθέσιμο οξυγόνο. Προκαλείται, λοιπόν, υποξία, ή κατάσταση ανεπαρκούς οξυγόνωσης, η οποία καταστρέφει γοργά τους ιστούς, ιδιαίτερα εκείνους του νευρικού συστήματος. Όσο ο ελεύθερος δύτης βρίσκεται σε κατάδυση, το οξυγόνο διαθέτει αρκετά αυξημένη μερική πίεση στις κυψελίδες, έτσι ώστε να περνά στην αιμοσφαιρίνη και να εφοδιάζει τους ιστούς. Όταν αναδύεται, όμως, η μερική πίεση του οξυγόνου πέφτει και ξαφνικά οι ιστοί στερούνται του οξυγόνου. Ακολουθεί η υποξία και η ξαφνική λιποθυμία (shallow water faint out), η οποία βέβαια σε περίπτωση μη παροχής βοήθειας καταλήγει σε ανοξαιμία ή πνιγμό.

Ένα πολύ συνηθισμένο και δυσάρεστο συμβάν είναι η υποξία, η οποία οφείλεται στην έλλειψη οξυγόνου λόγω υπερεκτίμησης της δυνατότητας για άπνοια. Το επακόλουθο της υποξίας είναι η λιποθυμία του δύτη που μπορεί να καταλήξει εύκολα σε πνιγμό ιδίως αν ο δύτης είναι μόνος του. Επίσης η αιμορραγία που προκαλείται εξαιτίας της αυξημένης πίεσης, στη μεμβράνη του μετωπιαίου οστού . Το πρόβλημα συνήθως παρουσιάζεται σε πολύ σφιχτά προσαρμοσμένες μάσκες και την ανυπαρξία της τεχνικής της εξίσωσης. Η συμπίεση της μάσκας πέραν των προβλημάτων που δημιουργεί στο μετωπιαίο οστούν, είναι δυνατόν να προκαλέσει αιμορραγία στα αιμοφόρα αγγεία των οφθαλμών με δυσάρεστες ενίοτε συνέπειες. Άλλο σημαντικό καταδυτικό ατύχημα σε υποβρύχιους αλιείς είναι η ρήξη τυμπάνου που προκαλείται από την αδυναμία σωστής εξίσωσης πίεσης της ενδιάμεσης περιοχής μεταξύ έξω και έσω τυμπάνου με αποτέλεσμα τη μερική ή την ολική ρήξη τυμπάνου και τον πιθανό τραυματισμό του κοχλία. Σε μια τέτοια περίπτωση παρατηρούνται βλάβες στο εσωτερικό του αυτιού και ίλιγγοι, με άμεση συνέπεια τον κίνδυνο της απώλειας του αισθήματος της ισορροπίας και την πλήρη αδυναμία ανάδυσης.

Η νόσος των δυτών δεν έχει παρατηρηθεί σε ελεύθερους δύτες, πλην των αλιέων μαργαριταριών, και σε ελαφρά μόνον μορφή, καθώς ο χρόνος συμπίεσης αερίων στο αίμα δεν επαρκεί για την παρουσία συμπτωματικών φυσαλίδων.

Προτιμώμενο περιβάλλον

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ακατάλληλες περιοχές για υποβρύχια αλιεία θεωρούνται οι αμμώδεις και πηλώδεις βυθοί, οι απροστάτευτες ακτές σε ισχυρούς κυματισμούς (στο χρόνο που επικρατούν), και σε θαλάσσια ρεύματα, και γενικά τα θολά νερά. Αντίθετα ιδανικές περιοχές είναι εκείνες με βραχώδη βυθό, υφάλους, οι βραχώδεις ακτές με σπηλαιώδη μορφολογία, καθώς επίσης και οι περιοχές κοντα και γύρω από ξερονήσια, ξέρες, πάγκους και ρηχά ναυάγια.

Στις ιδανικές αυτές περιοχές, με ψαροτούφεκο που οπλίζεται πάντα μέσα στη θάλασσα, μπορεί να αλιευθεί οποιοδήποτε ψάρι βυθού ή αφρόψαρο μικρό ή μεγάλο, όπου αρκεί η γνώση των συνηθειών κατά το είδος του. Γενικά τα ψάρια των περιοχών αυτών βγαίνουν από τις φωλιές τους για να βρουν τροφή κατά το λυκαυγές και κατά το λυκόφως, (σούρουπο), και πολύ σπάνια κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Όταν η θάλασσα είναι ήρεμη και καθαρή, τα λεγόμενα πετρόψαρα κινούνται με πολύ προσοχή έτοιμα να τρυπώσουν μόλις αντιληφθούν κάτι το ιδιαίτερο, όπως την παρουσία του ψαροντουφεκά. Αντίθετα όταν η θάλασσα είναι ταραγμένη τα λαβράκια και οι κέφαλοι, για παράδειγμα, έρχονται πολύ κοντά στην ακτή. Επίσης όταν πρόκειται το φεγγάρι να είναι πανσέληνος το υποβρύχιο ψάρεμα δεν είναι τόσο αποδοτικό αφού σπανίζουν τα λεγόμενα αφρόψαρα. Επίσης έχει παρατηρηθεί πως στον ολιγόλεπτο χρόνο που μεσολαβεί από την ηρεμία της επιφάνειας της θάλασσας μέχρι το ξέσπασμα του ανέμου, είναι ο καλλίτερος χρόνος για υποβρύχια αλιεία.

Το αλίευμα γενικά της υποβρύχιας αλιείας αποτελούν κυρίως ροφοί, μεγάλα ψάρια που θαλαμώνουν, οι στείρες, οι σφυρίδες, τα μουγγριά, οι σμέρνες, τα μυλοκόπια, οι σαργοί, καθώς επίσης και τα χταπόδια, οι αστακοί, οι καραβίδες κ.ά.

  1. Όσοι προτίθενται να προβούν σε υποβρύχια αλιεία οφείλουν προηγουμένως να έχουν προμηθευτεί την απαραίτητη άδεια ερασιτεχνικής αλιείας, από αρμόδια Λιμενική Αρχή, και να έχουν ενημερωθεί σχετικά για τα επιτρεπόμενα είδη αλιευμάτων, την κατά βάρος ποσότητα αλίευσης που επιτρέπεται κατά είδος, καθώς και άλλες γενικές οδηγίες που οφείλουν να τηρήσουν.
  2. Απόλυτα, πρώτιστο μέλημα πριν την κατάδυση είναι η υποχρέωση να φέρεται ο ειδικός πλωτός σημαντήρας, που συνηθέστερα έχει χρώμα κίτρινο και φέρει κίτρινη σημαία με μια κόκκινη διαγώνια και τα γράμματα Υ Δ (=Υποβρύχια Δραστηριότητα) και που θα πρέπει να είναι ορατός, (υπό κανονικές συνθήκες), από απόσταση τουλάχιστον 300 μέτρων. Αν ο ψαροτουφεκάς συνοδεύεται από σκάφος, τότε η σημαία του σημαντήρα φέρεται στον ιστό του σκάφους, έτσι ώστε να είναι περίβλεπτα ορατή. Από το σημείο του σημαντήρα αυτού δεν θα πρέπει η υποβρύχια αλιεία να επεκτείνεται σε ακτίνα περισσότερο των 50 μέτρων. Κάθε ολιγωρία επ΄ αυτού του μέτρου εγκυμονεί κίνδυνο ατυχήματος, μέχρι και θανατηφόρου, από διερχόμενο ανυποψίαστο σκάφος, την ευθύνη την οποία και φέρει απόλυτα ο ψαροτουφεκάς.
  3. Μεμονωμένη κατάδυση σε τελείως ερημική περιοχή, χωρίς συνοδό (ή εκπαιδευτή) ή κάποιο άλλο πρόσωπο εκπαιδευμένο στην αντιμετώπιση επικίνδυνων περιστατικών, θα πρέπει να αποφεύγεται.
  4. Αμέσως μόλις βουτήξει ο ψαροτουφεκάς στη θάλασσα θα πρέπει να ελέγξει αν η άλλη άκρη του σχοινιού που φέρει το καμάκι του ψαροτούφεκου είναι καλά δεμένο στο σώμα του ψαροτούφεκου, οπότε και στη συνέχεια οπλίζει αυτό. Εκτός από το ψαροτούφεκο, ό ψαροτουφεκάς οφείλει να περιλαμβάνει στην εξάρτισή του και ένα μαχαίρι για τυχόν έκτακτη ανάγκη.
  5. Επειδή τα ψάρια που θαλαμώνουν αν δεχθούν επίθεση στη φωλιά τους αυτά αναδιπλώνουν καθιστώντας αδύνατη την έξοδό τους είναι φρονιμότερο να εγκαταλείπεται η προσπάθεια εκθαλάμωσής τους προκειμένου να επαναληφθεί με την επόμενη κατάδυση. Σε τέτοιες χρονικές παρατάσεις (κοινώς:χασομέρια) έχουν σημειωθεί τα περισσότερα ατυχήματα.
  6. Υποβρύχια αλιεία ταυτόχρονη από δύο ή περισσότερους ψαροτουφεκάδες θα πρέπει να γίνεται κατά παράλληλη θέση (είτε οριζόντια, είτε κάθετα) με κοινή πάντα γραμμή μετώπου και σε καμία περίπτωση ο ένας πίσω από τον άλλο η ακόμα και σε θέση πίσω πλάγια.
  7. Άτομα που πάσχουν από καρδιακά νοσήματα, πνευμονολογικά, ακουστικών οργάνων, κρυώνουν εύκολα ή παρουσιάζουν νευρικές διαταραχές θα πρέπει ν΄ απέχουν από τέτοια δραστηριότητα.
  8. Επίσης ακόμα και εκπαιδευμένοι ψαροτουφεκάδες όταν είναι συναχομένοι ή κακοδιάθετοι και αισθάνονται βαρύ το στομάχι τους, θα πρέπει ν΄ απέχουν των καταδύσεων.
  9. Με τη πρώτη αίσθηση αδιαθεσίας η υποβρύχια αλιεία πρέπει να διακόπτεται αμέσως και ν΄ ακολουθεί έξοδος από το νερό.
  10. Πριν την έξοδο από τη θάλασσα θα πρέπει το ψαροτούφεκο ν΄ αφοπλίζεται.

Περιορισμοί στην Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υποβρύχια αλιεία στην ελληνική επικράτεια επιτρέπεται υπό ορισμένους περιορισμούς που έχει θεσπίσει η νομοθεσία με γνώμονα αφενός την προστασία από τους κινδύνους που ενεδρεύουν κατά την άσκησή της, και αφετέρου για την προστασία του υποβρύχιου πλούτου της Χώρας. Οι σημαντικότεροι περιορισμοί (απαγορεύσεις) που θα πρέπει να γνωρίζει ο ψαροτουφεκάς πέρα από τους γενικούς που αναφέρονται στο άρθρο αλιεία όσο και τους ειδικότερους στο άρθρο ψαροτούφεκο είναι:
Α. Γενικές απαγορεύσεις(¹)

  1. Κατά τον μήνα Μάιο κάθε χρόνο.
  2. Από τη δύση και μέχρι την ανατολή του Ηλίου.
  3. Από άτομα, που δεν έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος ηλικίας
  4. Σε απόσταση μικρότερη των 200 μέτρων από α) σύνηθες σημείο που φτάνουν κολυμβητές, β) περιοχή λιμενικών έργων, άλλων σκαφών αλιείας και αγκυροβολημένων πλοίων, γ) περιοχή σήμανσης στατικών αλιευτικών εργαλείων (ριγμένα δίκτυα, παραγάδια κ.λπ.) και δ) από εγκαταστάσεις ιχθυοπαραγωγικών μονάδων.
  5. Σε θαλάσσιες ζώνες συνήθους πορείας πλοίων, σε αγκυροβόλια και πλησίον εισόδων εξόδων κλειστών όρμων και λιμένων.
  6. Η αφαίρεση αλιευμάτων από άλλα στατικά αλιευτικά εργαλεία.
  7. Η παράλληλη χρήση καταδυτικής συσκευής παροχής αέρα.
  8. Η παράλληλη χρήση υποβρύχιου φακού.
  9. Η παράλληλη χρήση δικτύων σε οποιαδήποτε φάση της επιχειρούμενης υποβρύχιας αλιείας.
  10. Η χρήση ψαροτούφεκου που η προωστική δύναμή του προέρχεται από εκπυρσοκρότηση εκρηκτικής ύλης ή χημικού μίγματος.
  11. Η χρήση παντός είδους εκρηκτικού μέσου ή φυτικών και χημικών ναρκωτικών ουσιών, επί των οποίων οι κυρώσεις είναι πολύ αυστηρές.
  12. Και τέλος η πώληση αλιεύματος που προέρχεται από υποβρύχια αλιεία, (επειδή χαρακτηρίζεται ερασιτεχνική αλιεία).

B. Παράλληλοι περιορισμοί

  1. Η φωτογράφηση βυθού σε απαγορευμένες περιοχές ενάλιων αρχαιοτήτων.
  2. Η οποιαδήποτε μετακίνηση ή ανέλκυση από το βυθό αρχαιοτήτων, ή υπολειμμάτων ναυαγίων(³).
  3. Η αλιεία κοραλλιών άνευ σχετικής αδείας.
  4. Η πάσης φύσεως υποβρύχια έρευνα - ανίχνευση ευγενών μετάλλων, άνευ σχετικής αδείας.

Στις ΗΠΑ και άλλες χώρες της Ευρώπης οι κανονισμοί για την υποβρύχια αλιεία διαφέρουν ριζικά, επιτρέπεοντας δραστηριότητες όπως η υποβρύχια φωτογράφηση, ακόμη και η χρήση συσκευών αυτόνομης κατάδυσης.

  • (¹) Εξαιρέσεις γενικών απαγορεύσεων μπορεί να γίνουν για ειδικούς ερευνητικούς λόγους κατόπιν σχετικής υπουργικής απόφασης καθορισμένου πάντα χρόνου.
  • (²) Ατομική άδεια ερασιτεχνικής αλιείας μπορούν να εφοδιασθούν και οι αλλοδαποί που βρίσκονται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως εθνικότητας.
  • (³) Τα υπολείμματα ναυαγίων εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων βρίσκονται υπό την κυριότητα του Ν.Α.Τ.

Εξάρτηση υποβρύχιας αλιείας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην εξάρτηση της υποβρύχιας αλιείας εκτός από το κύριο αλιευτικό εργαλείο που είναι το ψαροτούφεκο περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα:

  • Η υποβρύχια μάσκα
  • Ο αναπνευστήρας
  • Τα πτερύγια ή πέδιλα ή βατραχοπέδιλα
  • Ένα μαχαίρι με θήκη
  • Η ζώνη με (περιορισμένα) βάρη και
  • Η δίχτυνη ψαροσακούλα ή «κρεμάστρα» ή ψαροβελόνα

Μέθοδος υποβρύχιας αλιείας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορικά στην Ευρώπη η υποβρύχια αλιεία φέρεται να έκανε την πρώτη της εμφάνιση στη Κυανή Ακτή, λίγο πριν το 1932, όταν επινοήθηκε η υποβρύχια μάσκα. Βέβαια κατά την αρχαιότητα ήταν γνωστές οι υποβρύχιες δραστηριότητες και στους αρχαίους Έλληνες, όχι όμως τόσο η υποβρύχια αλιεία. Πάντως για την καταγωγή του σημερινού αυτού αθλήματος είναι γνωστό ότι από πολλά χρόνια πριν οι ιθαγενείς της Πολυνησίας είχαν εφεύρει ένα είδος στεγανών γυαλιών με τη βοήθεια των οποίων είχαν ξεκινήσει την αλιεία των μαργαριτοφόρων οστράκων. Ήταν μάλιστα και εξοπλισμένοι με καμάκι από μπαμπού με το οποίο και κυνηγούσαν τα ψάρια κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Στη περιοχή αυτή συνεχίζεται και σήμερα να υφίσταται η μέθοδος και το πρωτόγονο αυτό αλιευτικό εργαλείο.

Σήμερα με την παραπάνω αναφερόμενη εξάρτηση η υποβρύχια αλιεία γίνεται σχεδόν ακούραστα με το κεφάλι μέσα στο νερό φορώντας τη μάσκα και θαυμάζοντας το βυθό της θάλασσας σχεδόν από την επιφάνεια, ενώ με τον αναπνευστήρα παρέχεται ελεύθερη αναπνοή. Φορώντας τα πέδιλα αυξάνεται η ταχύτητα πλευσιμότητας αλλά και της ευελιξίας του ψαροτουφεκά. Έτσι όταν χρειαστεί να «βουτήξει», να καταδυθεί, πέφτει στη θάλασσα, ελέγχει και οπλίζει το ψαροτούφεκο, παίρνει βαθιά αναπνοή και κατεβάζοντας πρώτα το κεφάλι του προς το βυθό και στη συνέχεια ανεβάζοντας τα πόδια του τεντωμένα και ενωμένα, με ήρεμες κινήσεις των πτερυγίων (πάνω - κάτω), θα κινηθεί προς τα κάτω, διατηρώντας τα μάτια του συνέχεια ανοικτά.

Γενικά οι ψαροτουφεκάδες χωρίζουν τα ψάρια σε δύο κατηγορίες σε αυτά που κινούνται και υποχρεώνονται να τα ακολουθήσουν, όπως π.χ. οι σαργοί, οι τσιπούρες, οι κέφαλοι, τα μελανούρια, τα λαυράκια κ.λπ.., και σε εκείνα που συνήθως κάθονται ή κινούνται γύρω από τη θαλάμη τους όπως π.χ. οι ροφοί, οι σμέρνες, τα μουγγριά, τα χταπόδια κ.λπ. Ο ροφός που είναι και το κυριότερο αλίευμα του είδους αυτού βρίσκεται σε όλα τα βάθη. Μάλιστα αν δεν έχει ξανακυνηγηθεί είναι θαρραλέος και συνάμα περίεργος. Στέκει μπροστά στη θαλάμη του και κινώντας ελαφρά τα στηθαία του πτερύγια προσπαθεί να περιεργαστεί τον ψαροτουφεκά που αν προσέχει τις κινήσεις του θα μπορέσει να τον πλησιάσει και στα δύο μέτρα. Τότε ο ψαροτουφεκάς τον σημαδεύει με το ψαροτούφεκο στο κεφάλι, στο τρίγωνο που βάση του έχει τη νοητή ευθεία των ματιών και κορυφή αυτή του κεφαλιού του ψαριού, ή αν είναι πλάγια στα σπάραχνα. Πατάει τη σκανδάλη του ψαροτούφεκου και αμέσως μετά το κτύπημα τον τραβάει γρήγορα έξω πριν φουσκώσει τα σπάραχνά του μέσα στη θαλάμη του οπότε ο «ξεβραχισμός» του να δυσκολέψει πολύ. Σ΄ αυτή την περίπτωση η προσπάθεια επαναλαμβάνεται με επόμενη κατάδυση.
Αν αντίθετα ένα ψάρι κινείται προς τη θαλάμη του η κίνηση του ψαροτουφεκά θα πρέπει να δείχνει αδιάφορη. Τα ψάρια που δεν έχουν ξανακυνηγηθεί δείχνουν να είναι περίεργα στη θέα του ψαροτουφεκά και δεν απομακρύνονται γρήγορα. Αν αντίθετα έχουν ξανακυνηγηθεί παραμένουν μέσα στη θαλάμη τους που θεωρούν να είναι εκεί εξασφαλισμένα. Οπότε και η παραμονή του ψαροτουφεκά μάλλον θα κρίνεται άσκοπη.

Αντίθετα με τον ροφό η στείρα που είναι πιο άφθονη στις βραχώδεις ακτές κινείται συνεχώς, δεν στέκεται και η αλιεία της είναι πιο δύσκολη. Παρά ταύτα η δεύτερη κατηγορία θεωρείται εκείνη που ικανοποιεί τον ψαροτουφεκά, που θα πρέπει προηγούμενα να γνωρίζει (ξεχωρίζει) τα ψάρια πολλά από τα οποία παίρνουν το χρώμα του περιβάλλοντος που βρίσκονται, ανεξάρτητα από το ένστικτό τους που τα καθοδηγεί. Έτσι οποιοδήποτε νέο σύστημα ή μέθοδο και να εφαρμόσει ο ψαροτουφεκάς οι επιτυχίες του θα κρατήσουν μέχρι το πολύ τη δεύτερη μέρα. Την τρίτη το ένστικτο των ψαριών θα τα οδηγήσει να αντιλαμβάνονται τον άμεσο κίνδυνο. Αν για παράδειγμα το δραστικό βεληνεκές του ψαροτούφεκου αλλάξει, π.χ. από τα 2 μέτρα στα 4, τότε αυτά θα φεύγουν από τα 5 μέτρα. Συνεπώς υποβρύχια αλιεία στον ίδιο τόπο μετά τη δεύτερη μέρα δεν συνιστάται.

Πολύ μεγάλη βοήθεια στην αλιεία του ψαροτουφεκά παρέχει η συνοδή βάρκα ή σκάφος που χρησιμοποιείται ως ορμητήριό του. Το μαχαίρι του δύτη θεωρείται εξάρτημα ασφαλείας παρά υποβρύχιο όπλο. Μ΄ αυτό συνηθέστερα επιτυγχάνει ο ψαροτουφεκάς την απελευθέρωσή του από πιθανό μπλέξιμο στο βυθό που δεν είναι και πάντα καθαρός. Εξαιρετικής ποιότητας θεωρούνται τα μαχαίρια που κόβουν και σύρματα με την πριονωτή κόψη που φέρουν.

  • Π.Δ.1095/1977, ΦΕΚ 356/Α (15-11-1977): «Περί απαγορεύσεως αλιείας δι΄ υποβρυχίου φωτός»
  • Π.Δ.491/1978, ΦΕΚ 105/Α (16-6-1978): «Περί αλιείας δι΄ υποβρυχίου τυφεκίου»
  • Π.Δ.373/1985, ΦΕΚ 131/Α (22-7-1985): «Περί Ερασιτεχνικής - Αθλητικής αλιείας»
  • Νέστορα Ανδριανού: Αλιευτικά εργαλεία και μέθοδοι, Πειραιάς 1987, σσ. 93-96
  • Ιωάννη Δετοράκη: Φυσιολογία της Ελεύθερης Κατάδυσης, 2η έκδ., Ι.Δετοράκης 2010, ψηφιακό βιβλίο (e-book), ISBN 978-960-82757-1-2