Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ταχυκαρδία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως ταχυκαρδία ορίζεται η παρουσία αυξημένης καρδιακής συχνότητας, δηλαδή αυξημένης συχνότητας των καρδιακών παλμών που είναι μεγαλύτερη από 100/ λεπτό. Με απλά λόγια πρόκειται για «γρήγορο χτύπο της καρδιάς». Η ταχυκαρδία μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί με την ψηλάφηση του σφυγμού μιας αρτηρίας, αφού κάθε σφύξη της αρτηρίας αντιστοιχεί σε μία συστολή της καρδιάς. Συνεπώς η ταχυκαρδία πρακτικά προκαλεί και ταχυσφυγμία (ταχύ σφυγμό).

Η ψηλάφηση του σφυγμού είναι εύκολη στην κερκιδική αρτηρία (αρτηρία στον καρπό που ψηλαφάται επί τα εντός του άκρου του οστού της κερκίδας).[1] Μια άλλη θέση που χρησιμοποιείται για την ψηλάφηση του σφυγμού είναι η καρωτίδα αρτηρία. Η ταχυκαρδία μπορεί επίσης να διαπιστωθεί με την ακρόαση της καρδιάς (με ένα στηθοσκόπιο) ή με το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ), ή με το οξύμετρο δακτύλου (παλμική οξυμετρία) ή με κάποια ηλεκτρονικά πιεσόμετρα (που παρέχουν ένδειξη και για τους σφυγμούς, εκτός από την αρτηριακή πίεση, την οποία μετρούν), ή με κάποια ειδικά ρολόγια.[1]

Η ταχυκαρδία μπορεί να μην είναι αισθητή από κάποιο άτομο, ή και να είναι αισθητή (τότε το άτομο αναφέρει αίσθημα παλμών στο στήθος ή στο λαιμό, συχνά περιγραφόμενο σαν «φτερούγισμα», ενώ μπορεί να υπάρχουν και άλλα συμπτώματα ανάλογα με την αιτία και με τα επίπεδα της καρδιακής συχνότητας, π.χ. εξάντληση, δύσπνοια, κλπ).[1][2]

Η ταχυκαρδία είναι φυσιολογική, δηλαδή δεν οφείλεται σε κάποια νόσο ή πάθηση, όταν ένα άτομο εκτελεί κάποια σωματική δραστηριότητα (π.χ. περπατά γρήγορα) ή όταν υπάρχει συγκινησιακή φόρτιση (άγχος, φόβος, έντονη χαρά, οργή, κλπ) ή μετά από κατανάλωση μεγάλης ποσότητας καφέ (καφεΐνη) ή κάπνισμα τσιγάρων (νικοτίνη).[1]

Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις που οφείλεται σε νόσο ή πάθηση, η οποία μπορεί να έχει καρδιακή ή μη καρδιακή αιτία.

Παραδείγματα μη καρδιακών αιτίων ταχυκαρδίας είναι τα εξής

Μία λοίμωξη (και ιδιαίτερα ο πυρετός), η αναιμία, ο υπερθυρεοειδισμός (όταν δεν έχει αντιμετωπισθεί θεραπευτικά), η ελάττωση του ενδαγγειακού όγκου (δηλαδή του όγκου του αίματος που κυκλοφορεί) λόγω αιμορραγίας ή αφυδάτωσης (έμετοι, διάρροιες , κλπ), η υποξαιμία (χαμηλή περιεκτικότητα οξυγόνου στο αίμα π.χ. λόγω πάθησης των πνευμόνων ), το αναφυλακτικό σοκ (αλλεργικό σοκ), αλλά και κάθε άλλο είδος κυκλοφορικής καταπληξίας (κυκλοφορικού σοκ-shock). Διευκρινίζεται ότι με τον όρο κυκλοφορική καταπληξία (shock) εννοείται μια κατάσταση απειλητική για τη ζωή, στην οποία υπάρχει σοβαρή ελάττωση της αιμάτωσης των ιστών με πτώση της αρτηριακής πίεσης από διάφορες αιτίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις η αντιμετώπιση της ταχυκαρδίας γίνεται με τη θεραπεία της υποκείμενης αιτίας.[3]

Παραδείγματα καρδιακών αιτίων ταχυκαρδίας είναι τα εξής

Πέρα από τις ταχυαρρυθμίες (βλ. παρακάτω), η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μια άλλη παθολογική κατάσταση που μπορεί συχνά να προκαλέσει ταχυκαρδία (Πρόκειται για κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την ελαττωμένη απόδοση της καρδιακής αντλίας ή την ανάγκη της λειτουργίας της καρδιάς με συνθήκες αυξημένων πιέσεων των κοιλιών και των φλεβικών στελεχών κατά τη διαστολή, προκειμένου να διατηρήσει επαρκή απόδοση, δηλαδή επαρκή αιμάτωση των ιστών). Σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν συνήθως και άλλα συμπτώματα ή ευρήματα ( π.χ. δύσπνοια κατά τη βάδιση ή κατά τη νυχτερινή κατάκλιση, οίδημα, δηλαδή πρήξιμο, συνήθως στα κάτω άκρα, εύκολη κόπωση, κλπ). Απαιτείται διερεύνηση της αιτίας και αντιμετώπιση από καρδιολόγο.[4]

Η πνευμονική εμβολή ( απόφραξη ενός κλάδου της πνευμονικής αρτηρίας από θρόμβο, δηλαδή τεμάχιο πηγμένου αίματος). Αυτή η παθολογική κατάσταση κατατάσσεται τόσο στα καρδιολογικά αίτια (αφού πρόκειται για απόφραξη αγγείου) όσο και στα πνευμονολογικά αίτια (αφού πρόκειται για κατάσταση που επηρεάζει την αναπνευστική λειτουργία και μπορεί να προκαλέσει απότομη έναρξη δύσπνοιας , συχνά με συνοδό θωρακικό πόνο και ταχυκαρδία)[5]

Παθήσεις και φλεγμονές του περικαρδίου (οξεία περικαρδίτιδα, συμπιεστική περικαρδίτιδα, ή επιπωματισμός της καρδιάς από μεγάλη ποσότητα περικαρδιακού υγρού που συμπιέζει την καρδιά)

Φλεγμονές του μυοκαρδίου ή του ενδοκαρδίου (μυοκαρδίτιδα και ενδοκαρδίτιδα, αντίστοιχα)

Σοβαρή ανεπάρκεια καρδιακής βαλβίδας

Άλλα σπανιότερα αίτια.[6]

Οι ταχυαρρυθμίες, δηλαδή η κατηγορία των διαταραχών του καρδιακού ρυθμού όπου το ηλεκτρικό σήμα που διεγείρει την καρδιά και την κάνει να έχει αυξημένη καρδιακή συχνότητα (ταχείς «χτύπους»), δεν προέρχεται από τον φλεβόκομβο (δηλαδή το φυσικό βηματοδότη της καρδιάς). Διακρίνονται σε :

Υπερκοιλιακές ταχυαρρυθμίες, όταν η περιοχή της καρδιάς από την οποία ξεκινά η αρρυθμία δεν περιορίζεται στις κοιλίες της καρδιάς αλλά περιλαμβάνει και περιοχή πάνω από το επίπεδο των κοιλιών και Κοιλιακές αρρυθμίες, στις οποίες η περιοχή από την οποία ξεκινά η αρρυθμία βρίσκεται σε μία από τις κοιλίες.

Παραδείγματα αρρυθμιών που μπορούν να εκδηλωθούν με ταχυκαρδία (δηλαδή ταχυαρρυθμιών) είναι η παροξυσμική υπερκοιλιακή ταχυκαρδία, η κολπική μαρμαρυγή (πολύ συνηθισμένο είδος αρρυθμίας) ο κολπικός πτερυγισμός και η κοιλιακή ταχυκαρδία. Οι ταχυαρρυθμίες μπορούν να είναι ασυμπτωματικές, ή να εκδηλωθούν με αίσθημα παλμών (αισθητοί χτύποι της καρδιάς στο στήθος), αδυναμία, ζάλη, συγκοπή (ξαφνική παροδική απώλεια των αισθήσεων λόγω υπότασης) ή σπανιότερα με αιφνίδιο θάνατο (ξαφνικός θάνατος από καρδιακή ανακοπή, που μπορεί να συμβεί σε περίπτωση κοιλιακής ταχυκαρδίας, αν αυτή εξελιχθεί σε κοιλιακή μαρμαρυγή).[2]

Η αντιμετώπιση των ταχυαρρυθμιών γίνεται από γιατρό, (καρδιολόγο τουλάχιστον στις πιο σύνθετες περιπτώσεις), με:

Φαρμακευτική αγωγή: Η οποία σε περίπτωση ταχυαρρυθμιών συχνά γίνεται με μια κατηγορία φαρμάκων που λέγονται αναστολείς των βήτα-υποδοχέων του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, αλλά μπορεί ανάλογα με το είδος της αρρυθμίας να χρειαστεί η χρήση άλλων φαρμάκων από τα οποία τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα είναι η βεραπαμίλη, η αμιωδαρόνη, η φλεκαϊνίδη, η προπαφαινόνη, η σοταλόλη, η διγοξίνη, κλπ.[2]

ή και με άλλες πιο ειδικές θεραπείες, π.χ.:

  • Ηλεκτρική ανάταξη ταχυαρρυθμίας ( ανάταξη με χορήγηση σοκ ηλεκτρικού ρεύματος στο θώρακα),
  • Κατάλυση ( μπορεί να περιγραφεί απλοποιημένα σαν «καυτηρίαση») της αρρυθμιογόνου εστίας της καρδιάς με ειδικό καθετήρα που εισάγεται μέσω φλέβας,
  • Εμφύτευση ειδικής συσκευής (εμφυτευμένου απινιδωτή) που αναγνωρίζει και αντιμετωπίζει επεισόδια κοιλιακής ταχυκαρδίας ή κοιλιακής μαρμαρυγής [2]


  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 «Tachycardia - Symptoms and causes». Mayo Clinic. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2020. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «Σύγχρονο διαδικτυακό βιβλίο καρδιολογίας: Αίσθημα παλμών- Ταχυαρρυθμίες Υπερκοιλιακές και Κοιλιακές (διάγνωση και αντιμετώπιση)». Σύγχρονο διαδικτυακό βιβλίο καρδιολογίας. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2020. 
  3. «Gopinathannair R, Olshansky B. Management of tachycardia. F1000Prime Rep.». F1000Prime Rep.. 2015-05-12. doi:12. doi:10.12703/P7-60. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4447058/. 
  4. Adebayo, SaheedO; Olunuga, TaiwoO; Durodola, Amina; Ogah, OkechukwuS (2017). «Heart failure: Definition, classification, and pathophysiology – A mini-review» (στα αγγλικά). Nigerian Journal of Cardiology 14 (1): 9. doi:10.4103/0189-7969.201913. ISSN 0189-7969. http://www.nigjcardiol.org/text.asp?2017/14/1/9/201913. 
  5. Τσαγκάρης, Ηρακλής (13 Μαΐου 2012). «Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία-Εκπαιδευτικό φροντιστήριο: Πνευμονική Εμβολή» (PDF). hts.org.gr. Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία. 
  6. Editor (27 Μαρτίου 2018). «Differential Diagnosis of Sinus Tachycardia». Differential Diagnosis of (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2020.