Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πρωτέας (μυθολογία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πρωτέας
Γενικές πληροφορίες
ΚατοικίαΚάρπαθος[1]
Νήσος Φάρος[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΨαμάθη
Τορώνη
ΤέκναΕιδοθέα του Πρωτέως
Καβειρώ
Τηλέγονος
Τμώλος
Polygonus
ΓονείςΠοσειδώνας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμυθικός βασιλιάς της Αιγύπτου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Στην Αρχαία ελληνική μυθολογία ο Πρωτεύς ήταν ένας πρώιμος προφητικός θαλάσσιος θεών, ήταν επίσης θεός των ποταμών και των τεράστιων σε ποσότητα ωκεάνιων υδάτων, ο Όμηρος τον αποκαλεί "ηλικιωμένο θεό των υδάτων".[2] Η ορολογία με την οποία καταγράφεται ο θεός "απλησίαστη θάλασσα που μεταμορφώνεται" ταυτίζεται με την ασταμάτητη αλλαγή της επιφάνειας της θάλασσας λόγω των κυμάτων. Ο Πρωτεύς μπορεί να προβλέψει το μέλλον και να αλλάζει συνέχεια μορφές ώστε να μπορεί να μην απαντήσει σε ερωτήσεις, απαντά μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις που βρεθεί σε αδιέξοδο. Το Επίθετο του σημαίνει "πολύπλοκος", "μεταβλητός" και "ευέλικτος". Το όνομα του Πρωτέως μεταφράζεται επιπλέον ως "πρώτος" ή "πρωτόγονος" ή "πρωτότοκος". Η αναφορά σχετίζεται με την πεποίθηση ότι ήταν ο μεγαλύτερος γιος του θεού Ποσειδώνα, μεγαλύτερου από τον αδελφό του Τρίτωνα. Η πρώτη καταγραφή του ονόματος βρίσκεται στη Μυκηναϊκή ελληνική, είναι γραμμένο στη Γραμμική Β χωρίς να ξεκαθαρίζει αν πρόκειται για θεό ή για άνθρωπο που υπήρξε.[3][4][5] Ο Πρωτέας είναι μια πρώτη μορφή ύλης που διαδοχικά μεταμορφώνεται και δημιουργεί όλες τις άλλες μορφές που αποτελούν τον κόσμο. Είναι η αρχική ουσία, που οι διαφορετικές εκδοχές της έφτιαξαν τα μέρη του σύμπαντος, ο «πρώτος» δαίμονας.

Ο Πρωτεύς ήταν γιος του θαλάσσιου θεού Ποσειδώνα και της Φοινίκης της κόρης του Φοίνικος της Φοινίκης.[6][7][8] Τα παιδιά του Πρωτέως με την Τορώνη από τη Φλέγρα ήταν ο Τμώλος και ο Τηλέγονος. Ο Ηρακλής τους κατηγόρησε και με την προτροπή της Ήρας τους θανάτωσε. Ο Ηιονεύς ήταν άλλος ένας γιος του Πρωτέως, γιος του ήταν ο Δύμας της Φρυγίας.[9] Με την Ψαμάθη μία από τις Νηρηίδες απέκτησε τον Θεοκλύμενο και τη Θεονόη (Ειδοθέα ή Ευρυνόμη).[10][11] Η Καβειρώ ήταν επίσης κόρη του Πρωτέως, απέκτησε τους Κάβειρους και με τον Ήφαιστο τις τρεις Καβείρειες Νύμφες.[12] Άλλη μιά κόρη του ήταν η Ροιτεία που έδωσε το όνομα της στο Ροίτειον στην Τρωάδα.[13] Η Θήβη τέλος που έγινε επώνυμη στις Θήβαι Αιγύπτου ήταν επίσης κόρη του Πρωτέως.[14]

Οι ναυτικοί τον αποκαλούσαν συχνά «Γέροντα της θάλασσας», όπως άλλωστε και τον Φόρκυ, τον Νηρέα, τον Τρίτωνα και τον θεωρούσαν προστάτη στα ταξίδια τους. Όπως μας λέει ο Όμηρος, ήταν υποτακτικός του Ποσειδώνα και γνώριζε όλα τα βάθη της θάλασσας και τα μυστικά τους. Επίσης, ήταν προικισμένος με μαντικές ικανότητες και μπορούσε να μεταμορφώνεται σε ό,τι ήθελε, σε ζώο, σε φυτό, σε πουλί, ακόμη και σε φωτιά ή σε νερό. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Πρωτέας είχε ανατολίτικη καταγωγή. Άλλοι έλεγαν πως είχε έρθει από τη Φοινίκη μαζί με τον Κάδμο όταν ο Κάδμος αναζητούσε την αδερφή του, την Ευρώπη, που την είχε απαγάγει ο Δίας. Ο Πρωτέας έφτασε τελικά μέχρι την Παλλήνη της Χαλκιδικής. Γνωρίστηκε με τον βασιλιά της Σιθωνίας Κλίτο, που τον βοήθησε να ιδρύσει δικό του βασίλειο, διώχνοντας από τη Βισαλτία, μια περιοχή της Θράκης, τους παλιούς άγριους κατοίκους της. Ο Κλίτος του έδωσε επίσης την κόρη του Χρυσονόη για γυναίκα.

Ο Πρωτέας έζησε ειρηνικά στο βασίλειό του, ώσπου ένα τραγικό συμβάν τον τάραξε. Όταν κάποτε ο Ηρακλής πέρασε από εκεί, μονομάχησε με τους δυο γιους του Πρωτέα, τον Πολύγονο (ή Τμώλο) και τον Τηλέγονο, τους οποίους και σκότωσε. Ο Πρωτέας δεν άντεξε και από τη λύπη του έπεσε στη θάλασσα. Οι θεοί τον σπλαχνίστηκαν και τον έκαναν αθάνατο θεό των νερών. Έλεγαν ότι ο Πρωτέας ήταν πάντα ανέκφραστος, ούτε μιλούσε, ούτε γελούσε ποτέ.

Ο Πρωτέας από την Αίγυπτο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από άλλο μύθο μαθαίνουμε ότι πατρίδα του μπορεί εξίσου να θεωρηθεί και η αρχαία Αίγυπτος. Λέγεται πως από εκεί ήρθε ο Πρωτέας στη Θράκη, παντρεύτηκε μια νύμφη, την Κορώνη, και απέκτησε μαζί της δυο γιους. Εκείνοι, όμως, έκαναν κατάχρηση της εξουσίας που είχαν στα χέρια τους και διέπρατταν αδικήματα. Ανάγκαζαν τους ταξιδιώτες να παλεύουν μαζί τους και στο τέλος τους σκότωναν. Ο Πρωτέας αηδιασμένος και νιώθοντας ντροπή για τη συμπεριφορά τους, ζήτησε από τον Ποσειδώνα να τον γυρίσει πίσω στην Αίγυπτο. Ο θεός άκουσε την παράκλησή του και αποφάσισε να τον βοηθήσει, φτιάχνοντάς του ένα δρόμο μέχρι την Αίγυπτο. Ο δρόμος αυτός περνούσε πάνω από τη θάλασσα κι έτσι ο Πρωτέας έφτασε μέχρι εκεί δίχως καν να βραχεί.

Ο Πρωτέας και ο Μενέλαος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Οδύσσεια ο Όμηρος αναφέρει ότι ο Πρωτέας κατοικούσε στη Νήσο Φάρος στις μεσογειακές ακτές της Αιγύπτου, στις εκβολές του Νείλου. Όταν ο Μενέλαος επέστρεφε από την Τροία, έχοντας μαζί του την Ωραία Ελένη, οι δυνατοί άνεμοι του Αιγαίου τους έφεραν στην Αίγυπτο. Εκεί ο Μενέλαος συνάντησε τυχαία τη σοφή και πρόθυμη κόρη του Πρωτέα, την Ειδοθέα, που του έδωσε οδηγίες για το πώς θα μπορούσε να αποσπάσει από τον πατέρα της χρήσιμες πληροφορίες για το ταξίδι της επιστροφής. Η Ειδοθέα του αποκάλυψε ακόμη ότι ο πατέρας της θα μπορούσε να του πει τι έχει συμβεί στο σπίτι του, ευχάριστο ή δυσάρεστο, όσο αυτός ήταν μακριά.

Ο Μενέλαος στη συνέχεια, ακολουθώντας τις συμβουλές της, εφάρμοσε το εξής τέχνασμα: ο ίδιος και άλλοι τρεις σύντροφοί του ντύθηκαν με φρεσκογδαρμένα δέρματα φώκιας και ξάπλωσαν ανάμεσα στις φώκιες του Πρωτέα το καταμεσήμερο.

Αυτή ήταν η ώρα που, όπως όλα τα δαιμονικά της θάλασσας, ο «γέροντας» έβγαινε από το νερό. Συνήθιζε να ξαπλώνει κάτω από μια φαρδιά σπηλιά ανάμεσα στο κοπάδι του, που κοιμόταν αναδίνοντας τη μυρωδιά του αλμυρού βυθού και της αβύσσου.

Όταν ο Πρωτέας βγήκε από το πέλαγος, μέτρησε τις φώκιες του, αλλά δεν υποψιάστηκε την παγίδα και χώθηκε ανάμεσά τους. Μόλις αποκοιμήθηκε, ο Μενέλαος τον άρπαξε μαζί με τους συντρόφους του και τον κράτησαν σφιχτά. Ο Πρωτέας προσπαθούσε να τους ξεφύγει και μεταμορφώθηκε σε λιοντάρι, σε δράκο, σε τίγρη, σε κάπρο, έπειτα σε δέντρο ακόμη και σε νερό. Εκείνοι, όμως, δεν πτοήθηκαν και δεν σταμάτησαν να παλεύουν μαζί του, παρά μόνο αφού άρχισε να παίρνει πάλι τη μορφή που είχε πριν αποκοιμηθεί.

Τότε ο Πρωτέας εξαντλημένος, απάντησε στις ερωτήσεις του Μενέλαου, που έτσι έμαθε πως, για να του φανερώσουν οι θεοί τον δρόμο της επιστροφής έπρεπε να ανεβεί τον Νείλο και να τους προσφέρει εκατόμβη, δηλαδή θυσία εκατό βοδιών. Επίσης, ότι δεν του ήταν γραφτό να πεθάνει σύντομα, γιατί ο Δίας τον θεωρούσε γαμπρό του, λόγω της Ελένης, και θα του φερόταν πολύ ευνοϊκά· θα τον οδηγήσει μετά θάνατο στα Ηλύσια πεδία.

Τέλος, ο Πρωτέας τον πληροφόρησε και για την τύχη του αδερφού του, του Αγαμέμνονα, που είχε δολοφονηθεί, καθώς και για τους συμπολεμιστές του στην Τροία, τον Οδυσσέα και τον Αίαντα τον Λοκρό.

Ο Πρωτέας βασιλιάς της Αιγύπτου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ηρόδοτος αναφέρει μια παράδοση που ο ίδιος άκουσε στην Αίγυπτο: ότι ο Πρωτέας δεν ήταν στοιχειό της θάλασσας, αλλά βασιλιάς της Αιγύπτου, την εποχή του Τρωικού Πολέμου. Έδρα του ήταν η Μέμφιδα κι έργο του η προστασία των αδικημένων, ενώ δεν είχε μαντικές ικανότητες. Όταν οι άνθρωποί του έφεραν υπόδικο τον Πάρι, μαζί με την Ελένη και τους θησαυρούς του Μενέλαου, ο Πρωτέας τον φιλοξένησε· επειδή δεν ήθελε να σκοτώνει τους ξένους που έρχονταν στη χώρα του, τον άφησε στο τέλος να πάει πίσω στην Τροία, κράτησε όμως στην Αίγυπτο την Ελένη και τον θησαυρό.

Οι Έλληνες πήγαν στην Τροία για να διεκδικήσουν την κλεμμένη βασίλισσα, οι Τρώες απάντησαν πως δεν βρισκόταν μαζί τους, όπως και ήταν η αλήθεια, οι Έλληνες αρνήθηκαν να τους πιστέψουν και ο πόλεμος άρχισε.

Μόνο μετά το τέλος του πολέμου και την πτώση της Τροίας οι Έλληνες διαπίστωσαν την απουσία της Ελένης και ο Μενέλαος πήγε στη χώρα του Πρωτέα, για να φέρει πίσω γυναίκα και βιός. Επέστρεψε, έτσι, πίσω στην πατρίδα του δικαιωμένος.

Ο Πρωτέας και ο Τρωικός πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ευριπίδης στην τραγωδία του «Ελένη» αναφέρει μια ακόμη εκδοχή του μύθου του Πρωτέα: πως η Ελένη δεν βρέθηκε στην Αίγυπτο ούτε επειδή ο Πάρις την έφερε, ούτε επειδή ο Πρωτέας την κράτησε. Αυτό που συνέβη ήταν ότι οι ίδιοι οι θεοί τη μετέφεραν εδώ με τη βοήθεια του Ερμή και την εμπιστεύθηκαν στον Πρωτέα. Ο Πάρις, με ένα τέχνασμα των θεών, μετέφερε στην Τροία ένα ομοίωμά της από σύννεφο. Κάποια στιγμή ο Πρωτέας πέθανε και στον θρόνο της Αιγύπτου τον διαδέχτηκε ο γιος του Θεοκλύμενος, που πίεζε όμως επίμονα την Ελένη να γίνει γυναίκα του. Εκείνη, απελπισμένη, κατέφυγε στον τάφο του Πρωτέα και εκεί τη βρήκε ο Μενέλαος, που είχε στο μεταξύ φτάσει καραβοτσακισμένος στην Αίγυπτο. Μετά από λίγο οι δυο σύζυγοι αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο, ο κίνδυνος όμως που διατρέχουν είναι μεγάλος, γιατί ο Θεοκλύμενος δεν ήταν φιλόξενος κι ευσπλαχνικός, όπως ο πατέρας του: συνήθιζε να σκοτώνει όλους τους ξένους. Τότε και εδώ επεμβαίνει η Ειδοθέα, η επινοητική και καλόψυχη κόρη του Πρωτέα, που καταστρώνει σχέδιο διαφυγής για το ζευγάρι.

Το ορόσημο του κόσμου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βλέπουμε ότι το όνομα του Πρωτέα συνδέεται κυρίως με δυο περιοχές, τη Χαλκιδική και την Αίγυπτο. Ως προς την πρώτη δικαιολογημένα τον φαντάζονταν εκεί, επειδή από τα πολύ παλιά χρόνια ήδη η Χαλκιδική φημιζόταν για τις ακτές και τον θαλάσσιο πλούτο της· ήταν πολύ ταιριαστή για έναν τέτοιο θαλάσσιο θεό. Όσο για την Αίγυπτο και το νησί Φάρος, βρίσκονταν στα αφρικανικά παράλια, που αποτελούσαν τα όρια του τότε γνωστού κόσμου προς τον Νότο. Οι αρχαίοι, λοιπόν, τοποθετούσαν τον Πρωτέα ως ορόσημο στην άκρη του κόσμου, όπως τον Άτλαντα στη δύση, στο Στενό του Γιβραλτάρ.

  1. 1,0 1,1 Ανακτήθηκε στις 25  Σεπτεμβρίου 2023.
  2. https://www.dictionary.com/browse/proteus
  3. Bartoněk, Antonin (2002). "Mycenaean words in Homer". In Clairis, Christos (ed.). Recherches en linquistique grecque. L'Harmattan. σ. 94
  4. https://www.palaeolexicon.com/Word/Show/16869
  5. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Αυγούστου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2023. 
  6. Βιβλιοθήκη Απολλόδωρου, 2.5.9
  7. Στέφανος ο Βυζάντιος, s.v. Torōnē
  8. Ευριπίδης, Φοίνισσαι, 5
  9. Ευριπίδης, Εκάβη, 3
  10. Ευριπίδης, Ελένη, 7
  11. Όμηρος, Οδύσσεια, 4.360,366
  12. Στράβων, 10.321
  13. Απολλώνιος ο Ρόδιος, Αργοναυτικά, 1.929
  14. Όμηρος, Ιλιάδα, 9.383
  • Ηρόδοτος, Ιστορία 2 Ευτέρπη, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα: Ιούλιος 1994, σσ. 165-75
  • Apollodorus, The Library with an English Translation by Sir James George Frazer, F.B.A., F.R.S. in 2 Volumes, Cambridge, MA, Harvard University Press; London, William Heinemann Ltd. 1921.
  • Euripides, The Complete Greek Drama, edited by Whitney J. Oates and Eugene O'Neill, Jr. in two volumes. 2. Helen, translated by Robert Potter. New York. Random House. 1938.
  • Euripides, Euripidis Fabulae. vol. 3. Gilbert Murray. Oxford. Clarendon Press, Oxford. 1913.
  • Graves, Robert, The Greek Myths, Harmondsworth, London, England, Penguin Books, 1960.
  • Graves, Robert, The Greek Myths: The Complete and Definitive Edition. Penguin Books Limited. 2017.
  • Homer, The Odyssey with an English Translation by A.T. Murray, PH.D. in two volumes. Cambridge, MA., Harvard University Press; London, William Heinemann, Ltd. 1919.
  • Kerényi, Carl, The Gods of the Greeks, Thames and Hudson, London, 1951.
  • Lycophron, The Alexandra translated by Alexander William Mair. Loeb Classical Library Volume 129. London: William Heinemann, 1921. Online version at the Topos Text Project.
  • Lycophron, Alexandra translated by A.W. Mair. London: William Heinemann; New York: G.P. Putnam's Sons. 1921. Greek text available at the Perseus Digital Library.
  • E. Prioux, «Géographie symbolique des errances de Protée: un mythe et sa relecture politique à l’époque impériale», in A. Rolet (dir.), Protée en trompe-l'œil. Genèse et survivances d'un mythe, d'Homère à Bouchardon (Paris, P.U.R., 2009).
  • Pseudo-Clement, Recognitions from Ante-Nicene Library Volume 8, translated by Smith, Rev. Thomas. T. & T. Clark, Edinburgh. 1867. Online version at theio.com
  • A. Scuderi, Il paradosso di Proteo. Storia di una rappresentazione culturale da Omero al postumano, Carocci, Collana Lingue e letterature n.147, Roma, 2012.
  • Sherwood Fox, William (1916), "Greek and Roman", The Mythology of All Races, vol. 1
  • Stephanus of Byzantium, Stephani Byzantii Ethnicorum quae supersunt, edited by August Meineike (1790-1870), published 1849. A few entries from this important ancient handbook of place names have been translated by Brady Kiesling.
  • Strabo, The Geography of Strabo. Edition by H.L. Jones. Cambridge, Mass.: Harvard University Press; London: William Heinemann, Ltd. 1924. Online version at the Perseus Digital Library.
  • Strabo, Geographica edited by A. Meineke. Leipzig: Teubner. 1877. Greek text available at the Perseus Digital Library.
  • Tzetzes, John, Book of H