Πάπας Νικόλαος Α΄
Πάπας Άγιος Νικόλαος Α΄ | |
---|---|
Από | 24 Απριλίου 858 |
Έως | 13 Νοεμβρίου 867 |
Προκάτοχος | Πάπας Βενέδικτος Γ΄ |
Διάδοχος | Πάπας Αδριανός Β΄ |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 800 Ρώμη, Παπικά Κράτη |
Θάνατος | 13 Νοεμβρίου 867 (67 ετών) Ρώμη, Παπικά Κράτη |
Ο Πάπας Νικόλαος Α΄ (περί το 800 - 13 Νοεμβρίου 867) ή Νικόλαος ο Μέγας ήταν Πάπας της Ρώμης και κυβερνήτης στα Παπικά Κράτη από τις 24 Απριλίου 858 μέχρι τον θάνατο του. Διαδέχθηκε τον Πάπα Βενέδικτο Γ΄ και παρέμεινε Πάπας για εννέα χρόνια, οπότε και τον διαδέχθηκε ο Πάπας Αδριανός Β΄. Έμεινε ιστορικά γνωστός για την ισχυροποίηση της παπικής εξουσίας που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σε όλα τα Χριστιανικά κράτη στην Δυτική Ευρώπη, διακύρηξε ότι έχει την απόλυτη εξουσία σε όλους τους χριστιανούς σε θέματα πίστης και λατρείας.[1] Ο Νικόλαος Α΄ αρνήθηκε να δώσει διαζύγιο στον Λοθάριο Β΄ της Λοθαριγγίας με την σύζυγο του Τευτβέργα. Όταν ένα θρησκευτικό συμβούλιο αποφάσισε να δώσει στον Λοθάριο Β΄ το διαζύγιο κύρηξε το συμβούλιο άκυρο και αφόρισε τους αγγελιοφόρους, επέμεινε στην απόφαση του παρά τις πιέσεις που δέχτηκε από την Δυναστεία των Καρολιδών. Την περίοδο της ηγεμονίας του οι σχέσεις του με την Βυζαντινή αυτοκρατορία επιδεινώθηκαν, υποστήριξε τον πατριάρχη Ιγνάτιο που είχε καθαιρέσει ο Πατριάρχης Φώτιος Α´. Η Καθολική Εκκλησία τον αγιοποίησε τον 17ο αιώνα και η μνήμη του εορτάζεται στις 13 Νοεμβρίου.[2] Ο Νικόλαος Α΄ γεννήθηκε από επιφανή αριστοκρατική οικογένεια της Ρώμης, δέχτηκε πλούσια εκπαίδευση και εισήλθε από μικρός στον εκκλησιαστικό κλάδο. Ο Πάπας Σέργιος Β΄ τον όρισε υποδιάκονο, ο Πάπας Λέων Δ΄ διάκονο και όταν πέθανε ο Πάπας Βενέδικτος Γ΄ (7 Απριλίου 858) ο Λουδοβίκος Β΄ της Ιταλίας ήρθε στην Ρώμη για να υποστηρίξει την παπική του εκλογή. Ο Νικόλαος Α΄ εξελέγη πάπας (24 Απριλίου 858) και ενθρονίστηκε στην Βασιλική του Αγίου Πέτρου παρουσία του αυτοκράτορα Λουδοβίκου.[3] Τρεις μέρες αργότερα ο πάπας παρέθεσε γεύμα προς τιμή του αυτοκράτορα και στην συνέχεια πήγε να τον συναντήσει στο στρατόπεδο του παρουσία της Ρωμαϊκής αριστοκρατίας.[4]
Άνοδος στον παπικό θρόνο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την εποχή που ολόκληρη η Δυτική Ευρώπη μαστιζόταν από τις επιδρομές των Μουσουλμάνων και των Νορμανδών ο Νικόλαος Α΄ διακήρυξε την ύπατη ανωτερότητα του στον χριστιανικό κόσμο. Ο Νικόλαος Α΄ διακήρυξε ότι είχε θεική αποστολή να εφαρμόσει τον νόμο του θεού στον χριστιανικό κόσμο.[4] Ο αυτοκράτορας Λουδοβίκος Β΄ και οι Βυζαντινοί τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει επιτυχώς τον Ισλαμικό κίνδυνο στην νότια Ιταλία.[5] Στην προσπάθεια του να υπερασπιστεί από τις μελλοντικές Ισλαμικές επιδρομές ενίσχυσε τις οχυρώσεις της Όστιας.[6] Ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης της Ραβέννας χρησιμοποίησε βία απέναντι στους κατοίκους και τους ιερείς των Παπικών Κρατών με κλοπές και φυλακίσεις, συγκρούστηκε με την Αγία Έδρα και αγνόησε τους παπικούς απεσταλμένους. Ο πάπας Νικόλαος Α΄ τον προειδοποίησε δύο φορές και τον κάλεσε να έρθει στην Ρώμη για εξηγήσεις αλλά και πάλι τον αγνόησε, τότε αφορίστηκε. Ο Ιωάννης ταξίδευσε τότε στην Ρώμη αφού πέρασε πρώτα από την αυλή του αυτοκράτορα Λουδοβίκου στην Παβία, τον Οκτώβριο του 860 ανακλήθηκε ο αφορισμός και έφυγε από την Ρώμη.[4] Ο αρχιεπίσκοπος έκανε έκκληση στον αυτοκράτορα να υποταχθεί στον πάπα κάτι που έγινε στην Σύνοδο του Νοεμβρίου του 861. Αφορίστηκε ωστόσο για δεύτερη φορά χάρη στις επαφές που είχε με τους αφορισμένους επισκόπους του Τριρ και της Κολωνίας, αναγκάστηκε κατόπιν να δηλώσει ξανά υποταγή στον πάπα.
Παρεμβάσεις σε γαμήλιες σχέσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πάπας Νικόλαος Α΄ έδειχνε το ίδιο πάθος να εφαρμοστούν οι εκκλησιαστικοί κανόνες στις γαμήλιες σχέσεις. Την εποχή που η σύζυγος του κόμητος Μπόζο Ινγκιλτρούδη τον εγκατέλειψε και πήγε με ερωμένο ζήτησε από τους επισκόπους του Καρόλου του Φαλακρού να την αφορίσουν αν δεν επιστρέψει στον σύζυγο της. Η Ινγκιλτρούδη κλήθηκε κατόπιν στην Σύνοδο του Μιλάνου (860), αγνόησε την πρόσκληση και αφορίστηκε. Ο πάπας βρέθηκε σε σύγκρουση με τους επισκόπους της Λοθαριγγίας σχετικά με το ζήτημα του βασιλιά Λοθαρίου Β΄, ήθελε να εγκαταλείψει την σύζυγο του Τευτβέργα επειδή δεν του έκανε παιδιά για να παντρευτεί την αυλική του Βαλντράντα της Λοθαριγγίας. Οι επίσκοποι της Λοθαριγγίας ενέκριναν την ένωση αυτή στην Σύνοδο του Ααχέν (28 Απριλίου 862), βρισκόταν σε αντίθεση με τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Τον Ιούνιο 863 στο Συμβούλιο του Μετς οι παπικοί απεσταλμένοι δωροδοκήθηκαν από τον Λοθάριο Β΄ και καταδίκασαν την Τευτβέργα, δραπέτευσε στην αυλή του θείου του συζύγου της Καρόλου του Φαλακρού που ήταν αντίθετος στον γάμο με την Βαλντράντα, κάλεσαν τον πάπα. Οι επίσκοποι του Τριρ και της Κολωνίας αποδείχτηκαν συγγενείς της Βαλντράντας, κλήθηκαν στην Ρώμη και τον Οκτώβριο του 863 στην Σύνοδο του Λατερανού εξέπεσαν από τα αξιώματα τους. Ο άλλος θείος του Λοθαρίου Β΄ Λουδοβίκος ο Γερμανικός που ήταν υπέρ της Βαλντράντας και των έκπτωτων επισκόπων βάδισε στην Ρώμη, ο πάπας κατέφυγε στον ναό του Αγίου Πέτρου, παρέμεινε δύο μέρες και κατόπιν συμφιλιώθηκαν.[7] Ο Νικόλαος Α΄ δέχτηκε να επιστρέψουν οι επίσκοποι στις θέσεις τους και ο Λουδοβίκος αποχώρησε, ο πάπας δεν σταμάτησε ωστόσο ποτέ τις προσπάθειες του υπέρ της Τευτβέργας. Σε μια άλλη περίπτωση η κόρη του Καρόλου του Φαλακρού Ιουδήθ της Φλάνδρας ήθελε να παντρευτεί στον τρίτο της γάμο τον Βαλδουίνο Α΄ της Φλάνδρας, ο πατέρας της διαφώνησε και δραπέτευσαν μαζί στην Αγγλία. Ο Κάρολος ο Φαλακρός ζήτησε από τους Φράγκους επισκόπους να αφορίσουν την Ιουδήθ αλλά με παρέμβαση του πάπα Νικολάου Α΄ που τάχθηκε υπέρ της Ιουδήθ συμφιλιώθηκαν.
Η πρώτη σύγκρουση με την ανατολική εκκλησία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Νικόλαος Α΄ ήταν ο πρώτος πάπας που προσπάθησε να αποκτήσει την απόλυτη εξουσία στην Ανατολή, αυτό ήταν θρησκευτικά παράνομο επειδή μέχρι τότε υπήρχε η ισότητα μεταξύ του πάπα και του ανατολικού πατριάρχη. Η δικαιολογία που βρήκε για αυτό ήταν η εκθρόνιση του Ιγνάντιου από τον πατριαρχικό θρόνο και η άνοδος του Φωτίου (858).[3] Ο Νικόλαος Α΄ έστειλε στο Συμβούλιο της Κωνσταντινούπολης (861) δύο Λεγάτους για να αφορίσουν τον Φώτιο αλλά δεν τον άκουσαν. Σε νέα επιστολή (8 Μάιου 862) ο Νικόλαος Α΄ ζήτησε από τους επισκόπους της ανατολής να μην αναγνωρίσουν τον Φώτιο, σε Ρωμαϊκή Σύνοδο τον Απρίλιο του 863 τον αφόρισε. Σύμφωνα με την εκκλησία της Κωνσταντινούπολης ο Φώτιος εξελέγη με όλους τους νόμιμους κανόνες και την διαθήκη του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (858). Η εκλογή αυτή επικαιροποιήθηκε αργότερα (879) σε Οικουμενική Σύνοδο Ελλήνων επισκόπων της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Ιγνάντιος καθαιρέθηκε στην Σύνοδο αυτή και ανακυρήχτηκε στην θέση του πατριάρχης ο Φώτιος, κάτι αντίθετο στην απόφαση της προηγούμενης Συνόδου με την οποία ο Ιγνάτιος εξελέγη με την σύμφωνη γνώμη της Καθολικής εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιστάθηκε στις παράλογες απαιτήσεις του Νικολάου Α΄ να αναγνωριστεί το παπικό πρωτείο. Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν σε σύγκρουση την ανατολική και την δυτική εκκλησία, η αφορμή ήταν η προσθήκη από την δυτική εκκλησία του Filioque στις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας και της Πρώτης Συνόδου της Κωνσταντινούπολης. Το Filioque είχαν εφεύρει οι Βησιγότθοι υπό την βασιλεία του Ρεκαρέδου Α΄ στην Γ΄ Σύνοδο του Τολέδο.
Μια Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη υπό την ηγεσία του Φώτιου (867) αφόρισε τον Νικόλαο Α΄ για το Filioque, τις προσπάθειες του να προσεγγίσει την εκκλησία της Βουλγαρίας και τις απαιτήσεις του για την ανωτερότητα του. Τα νέα για τον αφορισμό του Νικόλαου Α΄ έφτασαν στην Ρώμη μετά τον θάνατο του.[8] Ο πρίγκιπας Βόρις Α΄ της Βουλγαρίας ενδιαφέρθηκε να στραφεί στον Χριστιανισμό με απεσταλμένους που έστειλε ο βασιλιάς της δύσης Λουδοβίκος ο Γερμανικός (863). Την ίδια χρονιά οι Βυζαντινοί επιτέθηκαν στην Βουλγαρία που υπέφερε από πείνα και φυσικές καταστροφές, τελικά αναγκάστηκε να δηλώσει υποταγή και να κλείσει ειρήνη. Ο Βόρις Α΄ βαπτίστηκε μυστικά χριστιανός σύμφωνα με τις Βυζαντινές τελετές, ο αυτοκράτορας έγινε νονός του και του παραχώρησε την Θράκη. Ο Φώτιος αρνήθηκε ωστόσο να του παραχωρήσει το αυτοκέφαλο της Βουλγαρικής εκκλησίας, αυτό δυσαρέστησε τον Βόρις που έστειλε τον Αύγουστο του 866 επιστολή στον Νικόλαο με 106 ερωτήσεις. Ο Νικόλαος απάντησε και απέστειλε τον επίσκοπο Φορμόζο με εντολή να κάψει πρώτα όλα τα Ισλαμικά βιβλία ως βλάστημα.[9] Ο διάδοχος του Πάπας Αδριανός Β΄ απέρριψε ωστόσο τις προτάσεις που είχε κάνει δεκτές ο Νικόλαος, ο Βόρις Α΄ στράφηκε ξανά στην Κωνσταντινούπολη. Σε Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη αποφασίστηκε το αυτοκέφαλο της Βουλγαρικής εκκλησίας (870), οι Βυζαντινοί έστειλαν Έλληνες ιερείς που αντικαταστάθηκαν σύντομα με Βούλγαρους. Συμπερασματικά, ο Πάπας Νικόλαος Α΄ ενίσχυσε το κύρος του παπικού θρόνου σε Ανατολή και Δύση, αλλά συγχρόνως έθεσε και τις βάσεις του Σχίσματος των Εκκλησιών. Η Καθολική Εκκλησία τον έχει ανακηρύξει Μέγα και άγιο και τιμά τη μνήμη του στις 13 Νοεμβρίου.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Will Durant. The Age of Faith. New York, New York, USA: Simon and Schuster, 1972. Chapter 21: Christianity in Conflict, σσ. 517-51
- ↑ Martyrologium Romanum (Vatican Press, 2001, σ. 587
- ↑ 3,0 3,1 https://books.google.gr/books?id=sWHwrmZowu8C&dq=Cadaver+Synod&pg=PA80&redir_esc=y#v=onepage&q=Cadaver%20Synod&f=false
- ↑ 4,0 4,1 4,2 https://www.newadvent.org/cathen/11054a.htm
- ↑ Williston Walker (30 Jun 2014). History of the Christian Church. Simon and Schuster. σ. 249
- ↑ Trudy Ring; Noelle Watson; Paul Schellinger (5 Nov 2013). Southern Europe: International Dictionary of Historic Places. Routledge. σ. 503
- ↑ https://www.treccani.it/enciclopedia/imperatrice-engelberga_(Dizionario-Biografico)
- ↑ Gallagher 2019, σ. 90
- ↑ Benjamin Z. Kedar (14 Jul 2014). Crusade and Mission: European Approaches Toward the Muslims. Princeton University Press. σ. 32
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Dvornik, Francis (1948). The Photian Schism: History and Legend. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
- Gallagher, Clarence (2019). Church Law and Church Order in Rome and Byzantium: A Comparative Study. Taylor & Francis.
- Ostrogorsky, George (1956). History of the Byzantine State. Oxford: Basil Blackwell.
- Siecienski, Anthony Edward (2010). The Filioque: History of a Doctrinal Controversy. Oxford University Press.