Υπαρχία του Ιλλυρικού
Υπαρχία του Ιλλυρικού | |
---|---|
Πληροφορίες ασχολίας | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η υπαρχία του Ιλλυρικού (λατινικά: praefectura praetorio per Illyricum) ήταν μία από τις τέσσερις μεγάλες υπαρχίες ή επαρχότητες, στις οποίες χωρίστηκε η Ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Το διοικητικό κέντρο της υπαρχίας ήταν το Σίρμιο (375–379) και μετά το 379 η Θεσσαλονίκη. [1] [2] Πήρε το όνομά της από την παλαιότερη Επαρχία Ιλλυρίας, η οποία με τη σειρά της πήρε το όνομά της από την αρχαία Ιλλυρία, και στη μεγαλύτερη έκτασή της περιελάμβανε την Παννονία, το Νωρικό, το μεγαλύτερο μέρος της Βαλκανικής χερσονήσου εκτός από τη Θράκη και την Κρήτη.
Διοικητική ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σε αντίθεση με τις άλλες τρεις «κλασικές» πραιτωριανές επαρχίες που αναφέρονται στο Notitia Dignitatum (Γαλατίας, Ιταλίας και Ανατολής), η πρώιμη διοικητική ιστορία του Ιλλυρικού ως πραιτωριανής επαρχίας κατά τον 4ο αι. περιλάμβανε την κατάργηση, την επανίδρυση και τη διαίρεση αρκετές φορές. [3]
Αρχικά τα εδάφη που περιλάμβαναν τη μετέπειτα επαρχότητα του πραιτωρίου του Ιλλυρικού ανήκαν στην Υπαρχία της Ιταλίας, Ιλλυρικού και Αφρικής. Καθιερώθηκε ως μία επαρχότητα του πραιτωρίου από μόνη της κατά τη διάρκεια των δυναστικών αγώνων μεταξύ των γιων του Κωνσταντίνου Α΄, που ακολούθησαν το τέλος του το 337 [4] Φαίνεται ότι οι τρεις διοικήσεις της Μακεδονίας, της Δακίας και της Παννονίας συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά σε ξεχωριστή επαρχότητα του πραιτωρίου το 347 από τον Κώνστα, αφαιρώντας τες από την επαρχότητα του πραιτωρίου Ιταλίας, Αφρικής και Ιλλυρικού (που στη συνέχεια έγινε η επαρχότητα του πραιτωρίου Ιταλίας και Αφρικής) ή ότι αυτή η επαρχότητα του πραιτωρίου σχηματίστηκε το 343, όταν ο Κώνστας διόρισε έπαρχο για την Ιταλία. [5]
Παρέμεινε σε ύπαρξη μέχρι το 361, όταν καταργήθηκε από τον Αυτοκράτορα Ιουλιανό και στη συνέχεια αναβίωσε υπό τον Γρατιανό μεταξύ 375 και 379 [6] Εκείνο το έτος η διοίκηση της Παννονίας (Illyricum occidentale, «Δυτικό Ιλλυρικό») προστέθηκε ξανά στην Ιταλία ως «διοίκηση του Ιλλυρικού», ενώ η Μακεδονία και η Δακία (Illyricum orientale, «Ανατολικό Ιλλυρικό») διοικούνταν για λίγο απευθείας από τον Θεοδόσιο Α΄ από τη Θεσσαλονίκη. [7] Κατά τα έτη 384–395 ενσωματώθηκαν και πάλι στην Υπαρχία της Ιταλίας, εκτός από μία σύντομη περίοδο το 388–391, όταν οι δύο διοικήσεις αποτέλεσαν χωριστή επαρχότητα του πραιτωρίου. [6]
Μόνο μετά το τέλος του Θεοδοσίου Α΄ το 395 και τη διαίρεση της Αυτοκρατορίας, το Ιλλυρικό έλαβε τη μόνιμη μορφή που εμφανίζεται στη Notitia, ενσωματώνοντας τις διοικήσεις Μακεδονίας και Δακίας, με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, η Δυτική Αυτοκρατορία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας της Στιλίχωνα, συνέχισε να τη διεκδικεί μέχρι το 437 όταν, ως μέρος της προίκας της Λικινίας Ευδοξίας, ο Βαλεντινιανός Γ' αναγνώρισε την κυριαρχία της Ανατολής στον νομό. [8] Με την ευκαιρία αυτή, φαίνεται ότι η πρωτεύουσα του νομού ήταν το Σίρμιο (437–441), [9] αλλά η κίνηση αυτή συζητείται, καθώς τα βόρεια Βαλκάνια εκείνη την εποχή καταστράφηκαν από επιδρομές. Ομοίως, η πρόθεση του Ιουστινιανού Α' να μεταφέρει την πρωτεύουσα στη νέα του πόλη Ιουστινιανή Πρώτη τη δεκαετία του 540 παρέμεινε ανεκπλήρωτη. [10]
Μετά τις επιδρομές των Σλάβων τον 7ο αι. το μεγαλύτερο μέρος της Βαλκανικής ενδοχώρας χάθηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι διατήρησαν τον έλεγχο μόνο των τμημάτων της Θράκης πλησίον της Κωνσταντινούπολης, της Θεσσαλονίκης και των περιχώρων της και ορισμένων παράκτιων λωρίδων στην Ελλάδα. Ένας πραιτωριανός έπαρχος μαρτυρείται στις πηγές ως κυβερνήτης της Θεσσαλονίκης ήδη από τα πρώτα χρόνια του 9ου αι., ένας θεσμός από τους τελευταίους επιζώντες του παλαιού Κωνσταντίνειου διοικητικού συστήματος σε ολόκληρη την Αυτοκρατορία. Σε εκείνο το σημείο όμως, οι πόλεμοι με την ανερχόμενη δύναμη της Βουλγαρίας κατέστησαν αναγκαία την αναδιοργάνωση των επαρχιών και η Θεσσαλονίκη συγκροτήθηκε ως ξεχωριστό θέμα υπό έναν στρατηγό λίγο πριν το 840 [11].
Κατάλογος γνωστών πραιτωριανών επάρχων του Ιλλυρικού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Βουλκάκιος Ρουφίνος (347–352)
- Κόιντος Φλάβιος Μαίσιος Εγνάτιος Λολιανός Μαβόρτιος (355–56)
- Ανατόλιος (−360)
- Φλορέντιος (360)
- Σέξτος Κλαύδιος Πετρόνιος Πρόβος (π. 364)
- Κόιντος Κλόδιος Ερμογενιανός Ολύβριος (378–379)
- Βέτιος Αγόριος Πραιτεξτάτος (384, επίσης πραιτωριανός έπαρχος της Ιταλίας)
- Φλάβιος Ευτυχιανός (396–397)
- Ανατόλιος (397–399)
- Ηράκλειος (408–410)
- Λεόντιος (412–413)
- Φλ. Ιούνιος Κουάρτος Παλάδιος (416–421, επίσης πραιτοριανός έπαρχος της Ιταλίας)
- Γέσιος (κάποια περίοδο μεταξύ 421 και 443)
- Φλ. Ανθέμιος Ισίδωρος (424)
- Φλ. Σιμπλίκιος Ρεγίνος (435)
- Εύβουλος (436)
- Θαλάσσιος (439)
- Απραεύμιος (441)
- Ευλόγιος (π. 451)
- Βαλεντινιανός (452)
- Καλλικράτης (468–469)
- Ιωάννης (472)
- Βασιλίδης (529)
Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Thessalonica, 1910 Catholic Encyclopedia
- ↑ Illyria, 1910 Catholic Encyclopedia
- ↑ It is a common mistake that the praetorian prefectures were established as territorial units by Constantine I already around 318 or 324, as anachronistically claimed by Zosimus. In reality, each Augustus or Caesar continued to have his own praetorian prefect as his chief of staff, and only by the mid-4th century did the prefectures become permanent administrative subdivisions of the Empire. Morrison (2007), pp. 190–191
- ↑ Barnes, T. D., The New Empire of Diocletian and Constantine, p. 139
- ↑ Barnes, T. D., Constantine: Dynasty, Religion and Power in the Later Roman Empire, p. 160, 2011
- ↑ 6,0 6,1 Morrison (2007), p. 396
- ↑ Greece, 1910 Catholic Encyclopedia
- ↑ Morrison (2007), pp. 397–398
- ↑ Southern Pannonia during the age of the Great Migrations
- ↑ Morrison (2007), pp. 401–402
- ↑ Bury (1912), pp. 223–224
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bulić, Dejan (2013). «The Fortifications of the Late Antiquity and the Early Byzantine Period on the Later Territory of the South-Slavic Principalities, and their re-occupation». The World of the Slavs: Studies of the East, West and South Slavs: Civitas, Oppidas, Villas and Archeological Evidence (7th to 11th Centuries AD). Belgrade: The Institute for History. σελίδες 137–234.
- Bury, John B. (1912), A history of the Eastern Roman empire from the fall of Irene to the accession of Basil I. (A. D. 802–867), London: Macmillan and Co.
- Curta, Florin (2001). The Making of the Slavs: History and Archaeology of the Lower Danube Region, c. 500–700. Cambridge: Cambridge University Press.
- Curta, Florin (2006). Southeastern Europe in the Middle Ages, 500–1250. Cambridge: Cambridge University Press.
- Given, John (2014). The Fragmentary History of Priscus. Merchantville, New Jersey: Evolution Publishing.
- Janković, Đorđe (2004). «The Slavs in the 6th Century North Illyricum». Гласник Српског археолошког друштва 20: 39–61. http://www.rastko.rs/arheologija/delo/13047.
- Kazhdan, Alexander, επιμ.. (1991), Oxford Dictionary of Byzantium, Oxford University Press, ISBN 978-0-19-504652-6
- Mirković, Miroslava B. (2017). Sirmium: Its History from the First Century AD to 582 AD. Novi Sad: Center for Historical Research.
- Mócsy, András (2014) [1974]. Pannonia and Upper Moesia: A History of the Middle Danube Provinces of the Roman Empire. New York: Routledge.
- Petrović, Vladimir P. (2007). «Pre-Roman and Roman Dardania: Historical and Geographical Considerations». Balcanica (Balkanološki institut SANU) 37: 7–23. http://www.balkaninstitut.com/pdf/izdanja/balcanica/Balcanica%20XXXVII%20(2006).pdf.
- Popović, Radomir V. (1996). Le Christianisme sur le sol de l'Illyricum oriental jusqu'à l'arrivée des Slaves. Thessaloniki: Institute for Balkan Studies.
- Whitby, Michael (1988). The Emperor Maurice and his Historian: Theophylact Simocatta on Persian and Balkan warfare. Oxford: Clarendon Press.
- Zeiller, Jacques (1918). Les origines chrétiennes dans les provinces danubiennes de l'Empire romain. Paris: E. De Boccard.
- Notitia dignitatum