βιολογικός
Μεταφράσεις
βιολογικός
(violoʝi'kos) αρσενικόβιολογική
(violoɣi'ci) θηλυκόβιολογικό
biological, organicbiologiqueبَيُولُوجِيّbiologickýbiologiskbiologischbiológicobiologinenbiološkibiologico生物学の생물학의biologischbiologiskbiologicznybiológicoбиологическийbiologiskทางชีววิทยาbiyolojikthuộc sinh vật học生物学的 (violoɣi'ko) ουδέτεροεπίθετο
1. σχετικός με τους ζωντανούς οργανισμούς οι βιολογικές ανάγκες
2. δηλώνει τη μη χρήση χημικών βιολογικά προϊόντα βιολογική καλλιέργεια
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.