room
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
room | rooms |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαroom (en)
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 983-984. ISBN 9780194325684., λήμμα: χώρος