dbo:abstract
|
- Το δέος είναι συναίσθημα φόβου ή σεβασμού, ή συνδυασμός και των δύο και αναγνώρισης της δύναμης και του μεγαλείου μιας υπέρτερης δύναμης. Μπορεί να οριστεί και ως εξής "ένα συντριπτικό αίσθημα ευλάβειας, θαυμασμού, φόβου κλπ., που εκδηλώνεται από κάτι ανώτερο, πχ από τον Θεό, ή μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες". Ένας άλλος ορισμός στο λεξικό είναι ένα "ανάμεικτο συναίσθημα ευλάβειας, σεβασμού, τρόμου και απορίας εμπνευσμένο από την αυθεντία, την ιδιοφυία, τη μεγάλη ομορφιά, την εξύψωση ή τη δύναμη» Παρά τη σημασία που μπορεί να φέρει το συναίσθημα του δέους, σπάνια έχει μελετηθεί επιστημονικά. Η έρευνα για το δέος βρίσκεται στα σπάργανα και επικεντρώνεται κυρίως στην περιγραφή του (π.χ. φυσικές εκδηλώσεις δέους και ποιος είναι πιθανό να βιώσει δέος) και τον αντίκτυπό του. (el)
- Awe is an emotion comparable to wonder but less joyous. On Robert Plutchik's wheel of emotions awe is modeled as a combination of surprise and fear. One dictionary definition is "an overwhelming feeling of reverence, admiration, fear, etc., produced by that which is grand, sublime, extremely powerful, or the like: in awe of God; in awe of great political figures." Another dictionary definition is a "mixed emotion of reverence, respect, dread, and wonder inspired by authority, genius, great beauty, sublimity, or might: We felt awe when contemplating the works of Bach. The observers were in awe of the destructive power of the new weapon." In general, awe is directed at objects considered to be more powerful than the subject, such as the Great Pyramid of Giza, the Grand Canyon, the vastness of the cosmos, or a deity. (en)
- Le mot anglais awe désigne une émotion comparable à l'étonnement mais moins joyeuse, et mêlée de crainte et de révérence. Sur la roue des émotions, l'awe est décrit comme une combinaison de surprise et de peur. (fr)
- Kekaguman adalah emosi yang sebanding dengan ketakjuban tetapi lebih terasa kurang menggembirakan. Dalam roda emosi Robert Plutchik kekaguman dimodelkan sebagai kombinasi antara keterkejutan dan ketakutan. Salah satu definisi dalam kamus adalah "perasaan yang luar biasa dari penghormatan, kekaguman, ketakutan, dll, yang dihasilkan oleh apa yang agung, luhur, sangat kuat, atau sejenisnya: kagum pada Tuhan; kagum pada tokoh-tokoh politik besar." Definisi kamus lain adalah "campuran emosi penghormatan, rasa hormat, ketakutan, dan keajaiban yang diilhami oleh otoritas, kejeniusan, keindahan besar, keagungan, atau kekuatan...." Secara umum, kekaguman diarahkan pada objek yang dianggap lebih kuat daripada subjek atau pengamat, seperti Piramida Agung Giza, Grand Canyon, luasnya kosmos, atau dewa. (in)
- 경외(敬畏), 경외심(敬畏心), 경외감(敬畏感)은 에 견줄만하지만 기쁨이 덜한 정서이다.Robert Plutchik의 에서 경외는 놀라움과 공포를 합쳐 이르는 말로 묘사되어 있다. 한 사전에서는 "하나님을 경외함, 위대한 정치인을 경외함 등, 웅장하고 숭고하며 극적으로 강력한 대상에 의해 우러나오는 숭배, 감탄, 공포 등의 압도적인 느낌"으로 정의하고 있다. 다른 사전에서는 "권위자, 천재, 굉장한 미인, 숭고함, 권세에 의해 우러나오는 숭배, 존경, 무서움, 경탄의 복합적인 감정"으로 정의하고 있다. 일반적으로 경외는 기자의 대피라미드, 그랜드 캐니언, 하나님 등 더 강력한 존재로 간주되는 대상에 사용된다. (ko)
- Awe体験(オウたいけん、英語: Awe)とは、大自然や大宇宙の悠久さや広大さを前に、自分の存在や小ささを感じる体験のこと。Awe体験をしているとき、脳が活性化していることが様々な研究からわかってきている。脳科学者の岩崎一郎が島皮質を鍛える具体的な方法「脳磨き」の一環として提唱した。 (ja)
- Förundran är en känsla som ofta definieras som en blandad upplevelse av stor respekt tillsammans med antingen överraskning eller rädsla. Svenska akademiens ordbok beskriver flera relaterade koncept till förundran såsom häpnad, beundran, förvåning, vördnad och dyrkan. (sv)
- 敬畏(awe),意指在面對權威、莊嚴或崇高事物時所產生的情緒,帶有恐懼、尊敬及驚奇的感受。 孔子说:“君子有三畏:畏天命,畏大人.畏圣人之言。”。朱熹说:“然敬有甚物,只如畏字相似,不是块然兀坐,耳无闻目无见,全不省事之谓,只收敛身心,整齐纯一,不恁地放纵,便是敬。” 汉语《辞源》没有收录“敬畏”一词,疑似现代复合词。《简明汉英词典》与“敬畏”相对应的英文词汇是“awe”、“fear”、“revere”、“reverence”四个词汇,例如: 英文钦定版圣经:“The fear of the LORD is the beginning of wisdom.”《箴言》第9章第10节参。 英文钦定版圣经:“Wherefore we receiving a kingdom which cannot be moved, let us have grace, whereby we may serve God acceptably with reverence and godly fear。”《希伯來書》第12章第28节参。 (zh)
|
rdfs:comment
|
- Le mot anglais awe désigne une émotion comparable à l'étonnement mais moins joyeuse, et mêlée de crainte et de révérence. Sur la roue des émotions, l'awe est décrit comme une combinaison de surprise et de peur. (fr)
- 경외(敬畏), 경외심(敬畏心), 경외감(敬畏感)은 에 견줄만하지만 기쁨이 덜한 정서이다.Robert Plutchik의 에서 경외는 놀라움과 공포를 합쳐 이르는 말로 묘사되어 있다. 한 사전에서는 "하나님을 경외함, 위대한 정치인을 경외함 등, 웅장하고 숭고하며 극적으로 강력한 대상에 의해 우러나오는 숭배, 감탄, 공포 등의 압도적인 느낌"으로 정의하고 있다. 다른 사전에서는 "권위자, 천재, 굉장한 미인, 숭고함, 권세에 의해 우러나오는 숭배, 존경, 무서움, 경탄의 복합적인 감정"으로 정의하고 있다. 일반적으로 경외는 기자의 대피라미드, 그랜드 캐니언, 하나님 등 더 강력한 존재로 간주되는 대상에 사용된다. (ko)
- Awe体験(オウたいけん、英語: Awe)とは、大自然や大宇宙の悠久さや広大さを前に、自分の存在や小ささを感じる体験のこと。Awe体験をしているとき、脳が活性化していることが様々な研究からわかってきている。脳科学者の岩崎一郎が島皮質を鍛える具体的な方法「脳磨き」の一環として提唱した。 (ja)
- Förundran är en känsla som ofta definieras som en blandad upplevelse av stor respekt tillsammans med antingen överraskning eller rädsla. Svenska akademiens ordbok beskriver flera relaterade koncept till förundran såsom häpnad, beundran, förvåning, vördnad och dyrkan. (sv)
- 敬畏(awe),意指在面對權威、莊嚴或崇高事物時所產生的情緒,帶有恐懼、尊敬及驚奇的感受。 孔子说:“君子有三畏:畏天命,畏大人.畏圣人之言。”。朱熹说:“然敬有甚物,只如畏字相似,不是块然兀坐,耳无闻目无见,全不省事之谓,只收敛身心,整齐纯一,不恁地放纵,便是敬。” 汉语《辞源》没有收录“敬畏”一词,疑似现代复合词。《简明汉英词典》与“敬畏”相对应的英文词汇是“awe”、“fear”、“revere”、“reverence”四个词汇,例如: 英文钦定版圣经:“The fear of the LORD is the beginning of wisdom.”《箴言》第9章第10节参。 英文钦定版圣经:“Wherefore we receiving a kingdom which cannot be moved, let us have grace, whereby we may serve God acceptably with reverence and godly fear。”《希伯來書》第12章第28节参。 (zh)
- Το δέος είναι συναίσθημα φόβου ή σεβασμού, ή συνδυασμός και των δύο και αναγνώρισης της δύναμης και του μεγαλείου μιας υπέρτερης δύναμης. Μπορεί να οριστεί και ως εξής "ένα συντριπτικό αίσθημα ευλάβειας, θαυμασμού, φόβου κλπ., που εκδηλώνεται από κάτι ανώτερο, πχ από τον Θεό, ή μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες". Ένας άλλος ορισμός στο λεξικό είναι ένα "ανάμεικτο συναίσθημα ευλάβειας, σεβασμού, τρόμου και απορίας εμπνευσμένο από την αυθεντία, την ιδιοφυία, τη μεγάλη ομορφιά, την εξύψωση ή τη δύναμη» (el)
- Awe is an emotion comparable to wonder but less joyous. On Robert Plutchik's wheel of emotions awe is modeled as a combination of surprise and fear. One dictionary definition is "an overwhelming feeling of reverence, admiration, fear, etc., produced by that which is grand, sublime, extremely powerful, or the like: in awe of God; in awe of great political figures." Another dictionary definition is a "mixed emotion of reverence, respect, dread, and wonder inspired by authority, genius, great beauty, sublimity, or might: We felt awe when contemplating the works of Bach. The observers were in awe of the destructive power of the new weapon." (en)
- Kekaguman adalah emosi yang sebanding dengan ketakjuban tetapi lebih terasa kurang menggembirakan. Dalam roda emosi Robert Plutchik kekaguman dimodelkan sebagai kombinasi antara keterkejutan dan ketakutan. Secara umum, kekaguman diarahkan pada objek yang dianggap lebih kuat daripada subjek atau pengamat, seperti Piramida Agung Giza, Grand Canyon, luasnya kosmos, atau dewa. (in)
|