Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ - Jaca Book. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ - Jaca Book. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 23 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (4)

 Συνέχεια από: Κυριακή 14 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ.

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.

ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.

Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López

Εκδόσεις Jaca Book
       
  
Η ιδιαίτερη και μοναδική ανθρωπότης τού Ιησού Χριστού!
          
Σκοπεύοντας να κατανοήσουμε καλά το ιδιαίτερο τής δηλώσεως ότι ο Χριστός είναι η τέλεια εικόνα του Θεού, δέν μπορούμε να προχωρήσουμε με κάποια a'priori αλλά οφείλουμε να ξεκινήσουμε ρίχνοντας μία ματιά στη συγκεκριμένη ζωή του Ιησού τής Ναζαρέτ για να προσλάβουμε τις συστατικές της πλευρές. Ας το δούμε :
         
ΜΙΑ ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΣΥΣΤΑΣΗ!
         
Ο Ιησούς εμφανίζεται, στα μάτια τών συγχρόνων του, προικισμένος με μία εκπληκτική ανθρώπινη σύσταση, η οποία ξυπνά τον θαυμασμό και έλκει πρός αυτόν την συμπάθεια ή τον θυμό των ακροατών, τους οποίους δέν αφήνει ποτέ αδιάφορους! Απέναντι σ'Αυτόν δημιουργείται η εντύπωση ότι έχουμε να κάνουμε με μία προσωπικότητα ικανή να αναμετρηθεί με όλη την πραγματικότητα και να την αγκαλιάσει! Τόσο ο λαός όσο και οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι εκπλήσσονται από την αυθεντία του στην διδασκαλία (Μαρκ. 1,27), την κυριαρχία του πάνω στην φύση και τα πνεύματα τού Ερέβους (Μαρκ. 1,22-29), την θεραπεία, την διείσδυση του στα βάθη τής καρδίας (Ιωάν. 4,29,39), από την συγχώρεση, την αλλαγή όλης τής κατεύθυνσης τής ζωής (Ματθ. 9,9). Η Π.Δ. απέδιδε μόνον στον Γιαχβέ την λέξη "ΕΓΩ" και την προφορά της με την ένταση με την οποία ο Ιωάννης την τοποθετεί στα χείλη τού Ιησού (Ιωάν. 8,58). Μπορούμε να πούμε σαν σύνθεση ότι ο Ιησούς είναι ένας άνθρωπος ο οποίος μαρτυρεί μία πλήρη κυριαρχία τού εαυτού του (Ιωάν. 10,17-18).
        
  ΜΙΑ ΠΛΗΡΗΣ ΥΪΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ.
         
Ξεκινώντας από αυτά τα γεγονότα τής ανθρωπότητός Του, εκπλήσσει εξίσου η επιμονή με την οποία ο Ιησούς παραπέμπει σε κάποιον Άλλο την καταγωγή τής συστάσεώς Του! (Ιωάν. 7,15-18). Μάλιστα δέ η ζωή του, η οποία γνωρίζει όλες τις αποχρώσεις μίας αληθινής ανθρωπότητος συμπίπτει με την πραγματοποιήση τής θελήσεως τού Πατρός (Ματθ. 26,39). Η ύπαρξίς του εκτυλίσσεται στη ελεύθερη και πλήρη ταύτιση με το έργο που του εμπιστεύτηκε ο Πατήρ, έτσι ώστε ο τρόπος τής πλήρους πραγματώσεως του είναι η συμφωνία με την θέληση ενός Άλλου, ο οποίος τον απέστειλε: Ο Ιησούς είναι ο "απεσταλμένος".
          Η πρότασις ζωής τού ανθρώπου μεταφράζεται ουσιαστικά στην συμμετοχή στην συμπεριφορά τού Υιού απέναντι στον ΠατέραΣ'αυτή οικοδομείται ένας νέος τρόπος σχέσεως με τον εαυτό μας, με τους άλλους ανθρώπους, με τον κόσμο, ο οποίος συνίσταται στην αμοιβαία αγάπη. Το ιδιαίτερο και ξεχωριστό ίχνος τής σχέσεως είναι η υπακοή σ'Αυτόν ο οποίος τον απέστειλε (Ιωάν. 8,38-40), σαν μία αληθινή πραγματοποίηση τού εαυτού!
          Μπορούμε λοιπόν να ολοκληρώσουμε λέγοντας ότι η ομολογία τού Ιησού Χριστού σαν εικόνος τού Πατρός συμπίπτει με το γεγονός της αναγνωρίσεως, στην Κ.Δ., της ιδιαίτερης Θείας υιότητος η οποία ζεί και μορφώνει εξ'αυτής την ανθρωπότητα που προσέλαβε στο μυστήριο της Ενσαρκώσεως!
          
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΟΣ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΕΝΣΑΡΚΩΘΕΝΤΟΣ ΥΙΟΥ.
         
Γίνονται κατανοητοί λοιπόν οι λόγοι για τους οποίους, ήδη από την αρχή τής πατριστικής γραμματείας, οι στοχασμοί στην Imago Dei, προσπαθούν να εμβαθύνουν το νόημα τής σχέσης ανάμεσα στο κατ'εικόνα τής Γενέσεως, το οποίο αναφέρεται στον άνθρωπο, και στην πρόταση τής Κ.Δ. η οποία ομολογεί τον Ιησού Χριστό σαν την Εικόνα τού Πατρός  (Κολ. 1,15). Σ'αυτή διασταυρώνονται δύο δυναμικές: εκείνη η οποία ανακαλείται από την διήγηση τής Γενέσεως (κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν) και εκείνη τής καινοδιαθηκικής αποκάλυψης "και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα του χοϊκού φορέσαμεν και την εικόνα του επουρανίου!" (Κορ. Α, 15,49). Ήδη ο Ειρηναίος είδε την δυνατότητα να αναμειχθούν, ισχυριζόμενος ότι η πρώτη είχε το θεμέλιό της στην δεύτερη. (Έκθεσις...22,497). "Επειδή Αυτός έκανε τον άνθρωπο κατ'εικόνα του Θεού, και εικόνα του Θεού είναι ο Υιός, σύμφωνα με την εικόνα του οποίου έγινε ο άνθρωπος. Και γι'αυτό Αυτός εφανερώθη στους έσχατους χρόνους, για να δείξει μία εικόνα όμοια με τον εαυτό του".
          Και ακριβώς ο Ειρηναίος και στο κατόπι του και ο Τερτυλλιανός (ƚ220) είναι οι συγγραφείς οι οποίοι μέσα στο πλαίσιο της πρώτης πατριστικής Θεολογίας, κατόρθωσαν να συλλέξουν όλον τον πλούτο της προτάσεως του Παύλου! Και για τους δύο ο ενσαρκωθείς Λόγος είναι το μοντέλλο κατ'εικόνα του οποίου εδημιουργήθη ο άνθρωπος!
          Η έννοια του Ειρηναίου τής Imago Dei έχει στο βάθος της τον παραλληλισμό του Παύλου τού Αδάμ-Χριστού όπου ο δεύτερος αποκαλύπτει πλήρως τον πρώτο: στην Γεν. 1,27, ο άνθρωπος δημιουργείται κατ'εικόνα του Θεού κατά την πρόβλεψη του Χριστού εικόνος του Θεού. Ο Θεός λέγεται μέσω και μέσα στην  ανθρωπότητα τού Υιού: και έτσι μόνον σ'Αυτόν ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει πλήρως το ότι δημιουργήθηκε κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν, πρώτα απ'όλα διότι ανακαλύπτει ότι είναι εικόνα της Εικόνος του Πατρός "ός εστιν εικών του Θεού του αοράτου" (Κολ. 1,15).
          Το περιεχόμενο της έννοιας τής ομοιώσεως είναι πιό στενά δεμένο στην πραγματικότητα τού ανθρώπου σαν ζωντανής εικόνος σε ωρίμανση και ανάπτυξη. Μπορούμε να πούμε ότι η ομοιότης είναι μία κλήση η οποία θα ξεδιπλωθεί κατά μήκος της υπάρξεως εκ μέρους τού πνεύματος το οποίο καθίσταται παρόν στην ψυχή (Μία ιστορική πρόοδος), εν αναμονή τής εσχατολογικής πραγμάτωσης. Είναι μία πραγματικότης η οποία μπορεί να χαθεί λόγω τού προπατορικού και τής αμαρτίας και το ιδανικό της τέλος είναι η τέλεια εικόνα τού ανθρώπου: ο Χριστός!
          Αυτή η ευαισθησία και η αίσθηση δέν είναι παρούσα πάντοτε στην Εκκλησιαστική παράδοση: από την γραμμή τού Ειρηναίου-Τερτυλλιανού, διακρίνεται καθαρά η γραμμή η οποία ξεκινά από τον Ωριγένη (ƚ254). Όσον αφορά το δόγμα τού Χριστού σαν εικόνος τού Πατρός, ο Αλεξανδρινός Θεολόγος τείνει να την ταυτίσει με την Θεότητά του, όχι με την ανθρωπότητα! Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσάζων καθότι Λόγος όχι καθώς είναι Άνθρωπος-Θεός. Αυτός είναι εικόνα του Πατρός με την θεωρητική σημασία -καθότι μας γνωρίζει τον πατέρα, φανερώνοντάς τον εσωτερικώς στην ψυχή- και με την πρακτική σημασία, καθότι Αυτός πραγματοποιεί αυτό που η Θεία νόηση αποφάσισε! Δέν είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιεί την έννοια τής εικόνος ιδιαιτέρως εν όψει τής επιβεβαίωσης τής Θεότητος τού Λόγου!

Συνεχίζεται

ΤΑ ΣΑΙΝΙΑ ΝΟΜΙΖΟΥΝ ΟΤΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΔΟΓΜΑΤΙΖΕΙ, ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑ, ΣΑΝ ΘΕΟΛΟΓΟΣ, ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ ΕΣΤΩ. ΑΥΤΑ ΜΙΜΟΥΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΑΣ ΣΧΟΛΕΣ ΔΙΟΤΙ ΑΓΝΟΟΥΝ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΔΙΔΑΞΕ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΣΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ.

Αμέθυστος

Κυριακή 14 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (3)

 Συνέχεια από: Τρίτη 2 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ.
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.


Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López
Εκδόσεις Jaca Book


Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙΣ "ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ'ΟΜΟΙΩΣΙΝ" ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ, ΤΟΝ ΜΟΝΟΓΕΝΗ ΥΙΟ.

1. ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΟΙ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ".
Η "IMAGO DEI" ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ.
        

Όπως παρατήρησε ο Ιωάννης Παύλος ο ΙΙ στις διάσημες κατηχήσεις του, οι δύο διηγήσεις τής Γενέσεως περί της Δημιουργίας τού ανθρώπου (Γεν. 1,26-27 και Γεν. 2,18-25) συγκλίνουν στον προσδιορισμό τού ανθρώπου δημιουργημένου "κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν του Θεού", κάτι που καταλήγει να αποτελέσει την βάση όλης τής Χριστιανικής ανθρωπολογίας! [Όπως δέν μπορούν να κατανοήσουν οι σημερινοί Χριστιανοί την διαφορά ανάμεσα στην δημιουργία τού Φωτός τής πρώτης ημέρας και την δημιουργία τού ήλιου την τέταρτη, αλλά ούτε και την ένωσή τους ασυγχύτως και αδιαιρέτως, έτσι αδυνατούν να δούν την διαφορά τών δύο διηγήσεων αλλά και να δούν την ένωσή τους, ασυγχύτως και αδιαιρέτως. Και ερμηνεύουν υποκειμενικά και ηθικολογικά τον λόγο του Απ. Παύλου: άλλα θέλω και άλλα κάνω!]
         
α) Παλαιοδιαθηκικά στοιχεία τής Imago Dei.
          
Οφείλουμε να προσδιορίσουμε ότι η Π.Δ. χρησιμοποιεί τον όρο τής Εικόνος όχι τόσο για να προσφέρει μία περιγραφή  αναλυτικά ολοκληρωμένη τού ανθρωπίνου πλάσματος, όσο για να φανερώσει την ιδιαιτερότητα τού ανθρώπου απέναντι σε όλα τα υπόλοιπα τής Δημιουργίας, ξεκινώντας από την ιδιαίτερη σχέση με τον Θεό, την οποία εκφράζει αυτός ο όρος. 
ΓΕΝΕΣΗ! 
"Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ'εικόνα ημών, καθ'ομοίωσιν ημών και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων τής θαλάσσης και επί των πετεινών τού ουρανού και επί των κτηνών και επί πάσης της γής και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γής" (Γεν. Ι, 26-28). 
Σ'αυτό το χωρίο η δημιουργία τού ανθρώπου εμφανίζεται στο αποκορύφωμα όλης τής Θείας πρωτοβουλίας και εισάγεται από μία ξεκάθαρη απόφαση τού Θεού : "Ας κάμωμεν άνθρωπον".
          Μπορούμε να σημειώσουμε επίσης και τα ακόλουθα στοιχεία: ο δημιουργηθείς κατ'εικόνα άνθρωπος τοποθετείται σε μία συνθήκη κυριότητος, απέναντι στα άλλα ζωντανά όντα. Το θέμα της εικόνος συνδέεται καί με την αναφορά στην διάκριση τού φύλου! : "Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ'εικόνα εαυτού, κατ'εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός και είπε πρός αυτούς ο Θεός. Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γήν και κυριεύσατε αυτήν..." 
Και τέλος ο δημιουργημένος κατ'εικόνα άνθρωπος παρουσιάζεται σαν αποδέκτης της Θείας ευλογίας!
          Το σύνολο τής περικοπής μάς επιτρέπει να κατανοήσουμε ότι ο άνθρωπος είναι Εικόνα σε ο,τιδήποτε τον συστήνει : στην σχέση του με τον κόσμο, με τον άλλον, με τον Θεό!
          Σε ένα από τα επόμενα χωρία τής Γενέσεως, στην διήγηση τής γεννήσεως τού γιού τού Αδάμ, θα χρησιμοποιηθεί ξανά ο όρος εικόνα. Η επιλογή αυτή επιβεβαιώνει έναν σημαντικό παραλληλισμό ο οποίος φανερώνει όλον τον ανθρωπολογικό πλούτο τον οποίο διαθέτει ο όρος : Ο άνθρωπος έρχεται από τον Θεό με την ίδια αμεσότητα με την οποία ο Υιός έρχεται από τον γενήτορά του! Στο χωρίο λοιπόν μπορούμε να συλλάβουμε ήδη  μία ακριβέστατη αναφορά στην σχέση ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο σαν σχέση πατρότητος και υιότητος! "Καθ' ήν ημέραν εποίησεν ο Θεός τον Αδάμ, κατ'εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν. Άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς... και εκάλεσεν το όνομα αυτών Αδάμ, καθ'ήν ημέραν εποίησεν αυτούς. [Είχε ήδη πέσει, είχε ήδη χαθεί ο ΝΟΥΣ]. Έζησε δέ ο Αδάμ εκατόν τριάντα έτη και εγέννησεν υιόν κατά την ομοίωσιν αυτού, κατά την εικόνα αυτού και εκάλεσε το όνομα αυτού Σήθ" (Γεν. 5,1-3). 
Τέλος αυτό το όν ακριβώς, που είναι ο άνθρωπος κατ'εικόνα τού Θεού, δικαιολογεί τον ηθικό κανόνα ο οποίος απαγορεύει τον φόνο, καθότι η αξία τής ανθρώπινης ζωής εξαρτάται απο την σχέση της με τον Δημιουργό! "Όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού διότι κατ'εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον!" (Γεν. 9,6).
          Τα κεφάλαια δεύτερο και τρίτο τής Γενέσεως, παρότι δέν χρησιμοποιούν τον όρο τής εικόνος, φανερώνουν όμως καθαρά ότι όλη η ύπαρξη του ανθρώπου είναι νοητή μόνον εφόσον υπολογισθεί η σχέση του με τον Θεό.
          
ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.
         
Η λογοτεχνία, ακριβώς αυτή, εμβαθύνει περαιτέρω μερικές πλευρές τού θέματος! "Ο Κύριος έπλασε τον άνθρωπο από χώμα και τον έκανε να ξαναγυρνά σ'αυτό. Έδωσε στους ανθρώπους μέρες μετρημένες και ορισμένον χρόνο, μα κι'εξουσία τούς χάρισε πάνω σε κάθε τι που βρίσκεται στη γή. Τους έντυσε με δύναμη, όπως και ο ίδιος έχει και σύμφωνα με την εικόνα του τους έπλασε". (Σοφία Σειράχ 17,1-4). "Μέσα σε κάθε ζωντανό πλάσμα τον φόβο έβαλε τού ανθρώπου, ώστε να εξουσιάζει πάνω στα άγρια θηρία και στα πουλιά".
          Το βιβλίο της Σοφίας μάς προσφέρει επι πλέον μία ερμηνεία τού όρου τής εικόνος σύμφωνα με την έννοια τής αθανασίας! "Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο για την άφθαρτη ζωή, τον έφτιαξε σύμφωνα με την δική του εικόνα, την εικόνα τού αιώνιου Θεού. Όμως από τον φθόνο του διαβόλου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο, κι' όσοι στον διάβολο ανήκουν, θα υποστούν τον θάνατο! (Σοφία 2,23-24).
          Αυτή η αθανασία, η οποία παρουσιάζεται σαν δωρεά τού Θεού, εξαρτάται ακριβώς από την ξεχωριστή ομοιότητα με τον εαυτό Του, την οποία έθεσε ο Δημιουργός στον άνθρωπο! Ο άνθρωπος που υποκύπτει στον διάβολο την χάνει διότι, επαναστατώντας στον Θεό, χάνεται! Εάν δηλαδή το κατ'εικόνα τον συστήνει πλήρως καθότι σε σχέση με τον Θεό, η επανάσταση στον Θεό οδηγεί στον θάνατο, στην άρνηση τής αλήθειας τής δικής μας ζωής.
          Η σχέση με τον Θεό, συνθετικά παρουσιαζόμενη με τον όρο Imago είναι το γεγονός από το οποίο εξαρτάται όλο το περιεχόμενο τής ανθρώπινης υπάρξεως και γι'αυτό οι Γραφές τείνουν να φανερώσουν ότι αυτή η σχέση είναι το κλειδί για την κατανόηση τής συνθετότητος τών παραγόντων τής συστάσεως τού ανθρώπου και τής μοίρας του, με τον σκοπό να μας επιτραπεί μία ενοποιός κατανόηση τού ανθρώπου.
        
  β) Ο Καινοδιαθηκικός νεωτερισμός: Ο Ιησούς Χριστός εικών τού Θεού τού αοράτου (Κολ. 1,15).
          
ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙΝΟΔΙΑΘΗΚΙΚΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΣ (IMAGO).
         
Μία ικανοποιητική κατανόηση τής αποκαλύψεως τού ανθρώπου δημιουργηθέντος κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν τού Θεού, πρέπει να λάβει υπ'όψιν ότι στην Κ.Δ. ο όρος Imago Dei αποδίδεται αμέσως στον Ιησού Χριστό (2 Κορ. 4,4/ Κολ. 1,15).
          Έχουμε λοιπόν να μελετήσουμε την ανθρωπολογική αξία τού παραλληλισμού που εγκαθιδρύει ο όρος Imago ανάμεσα στον Ιησού Χριστό και τον άνθρωπο!
          Εάν λάβουμε υπ'όψιν ότι η λέξη εικών στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται πάντοτε για να διαγράψει την ίδια την πραγματικότητα η οποία φανερώνεται στην ουσία της, γίνεται κατανοητό ότι ο Παύλος την χρησιμοποιεί για να εκφράσει την ταυτότητα Υϊκή καί  Θεία τού Ιησού Χριστού. Η επιλογή αυτού τού όρου θα ήταν αδιανόητη χωρίς την αναφορά στην Γένεση 1,27 και προϋποθέτει επίσης την χαρακτηριστική αναφορά του Παύλου σύμφωνα με την οποία ο Χριστός ταυτίζεται με τον αληθινό Αδάμ (1 Κορ. 15,45).
          Η συνθετική πρόθεση με την οποία ο Χριστός διαγράφεται σαν εικών τού Θεού (2 Κορ. 4,4/Κολ. 1,15) είναι ο τονισμός τής ολοκληρωτικής μετοχής στην ζωή τού ανθρώπου, χάρη τής κεντρικής της σημασίας σε όλο το Θείο σχέδιο: Από την αρχή (Δημουργία) μέχρι την εσχατολογική ολοκλήρωση (Κολ. 1,18-20).

Συνεχίζεται

Τρίτη 2 Απριλίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (2)

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.
Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López
Εκδόσεις Jaca Book


Τα όρια τής ανθρωπολογίας τών εγχειριδίων.
      
                                  
Η "Θεολογία τού Εγχειριδίου", τελικά, δέν κατόρθωσε να απαντήσει πειστικά στην ανάγκη μιας θεολογικής ανθρωπολογίας πλήρους και ενοποιημένης. Οι λόγοι αυτής τής αποτυχίας βρίσκονται στις προβληματικές όψεις αυτής τής Θεολογικής επιστήμης η οποία ξεκινώντας από τον XVI αιώνα φτάνει στην Θεολογική ανανέωση η οποία είναι χαρακτηριστική των τελευταίων πενήντα ετών.
Και πράγματι, εάν οι διάφορες πραγματείες ανθρωπολογικού περιεχομένου μπορούσαν να ισχυρισθούν μία κάποια τυπική συνέχεια, με την Θεολογική παράδοση η οποία είχε προηγηθεί -δηλαδή τίς σούμες (Summae) τού μεσαίωνος- αποδεχόμενες όμως την μοντέρνα αρχή τού διαχωρισμού ανάμεσα στην γνώση και την πίστη, κατέληξαν στην παραίτησή τους από μία διαπραγμάτευση συνεπή του ανθρωπολογικού ερωτήματος και έδωσαν τελικώς εντελώς αντικρουόμενους καρπούς. Η συστηματική ενότης τών Summae προσέφερε μία ενοποιημένη θεώρηση στον "λόγο" περί του ανθρώπου, ενώ στην "Θεολογία τού εγχειριδίου", λόγω της απώλειας της ενοποιού αρχής της μεσαιωνικής Θεολογίας, ο ανθρωπολογικός στοχασμός καθαυτός εμφανίζεται αποσπασματικός, ανίσχυρος απέναντι στην μοντέρνα προκατάληψη η οποία ισχυρίζεται και διεκδικεί την πίστη αποξενωμένη από την νόηση και απαιτεί να γνωρίζει αυτή η τελευταία από μόνη της να πεί όλη την αλήθεια για τον άνθρωπο.
Η πιό προβληματική συνέπεια της Θεολογίας η οποία άκριτα προσέλαβε την μοντέρνα μορφή τής σκέψης είναι η αδιαφορία γιά τήν συγκεκριμένη ιστορική στιγμή στήν κατανόηση τού ανθρώπου! Στην μοντέρνα θεώρηση το στοιχείο το οποίο συγκεκριμενοποιεί την ιδιαιτερότητα τού ανθρωπίνου-υποκειμένου είναι η νόηση η οποία εκλαμβάνεται σαν α-πόλυτη, με μία διπλή σημασία: σαν ξεχωρισμένη από την πράξη με την οποία η ανθρώπινη συνείδηση σχετίζεται (προτίθεται) με την (στην) πραγματικότητα και σαν "ολοκληρωτική" δηλαδή σαν μέτρο και πληρότητα τού ορίζοντος τής γνώσεως (χειραφέτηση)! Επομένως ο διαχωρισμόςανάμεσα στην πίστη και στην νόηση φέρει μαζί του μία μείωση τού ανθρώπου στις δικές του διανοητικές ικανότητες! Γεννιέται λοιπόν τοιουτοτρόπως κάτι το διφορούμενο, ότι δηλ. κατά βάθος ο,τιδήποτε αφορά το τυχαίο και συμπτωματικό τής ανθρώπινης ελευθερίας οφείλει να υπολογισθεί μόνον σαν μία απλή εφαρμογή στην πράξη τής αποκεκαλυμμένης καθολικής αλήθειας, η οποία εγνώσθη διά της έννοιας, διά τής εννοιολογικής οδού!
Μία επιπλέον συνέπεια αυτού τού μοντέρνου χαρακτηριστικού τού ιδανικού τής γνώσεως, υπήρξε η πολικότης (πόλωση) τής Θεολογίας γύρω από τον σχεδιασμό τής αυτοδικαιώσεως απέναντι στην φιλοσοφική στιγμή τής νοήσεως. Αυτή η τελευταία υπολογιζόμενη σαν απόλυτη γνώση (δηλαδή ταυτοχρόνως ξεχωριστή και ολοκληρωτική) τής αλήθειας, τοποθετεί την αποκάλυψη έξω από το νοητικό πλαίσιο: η θεολογία λοιπόν προσλαμβάνει άκριτα αυτή την θέση και προσπαθεί να αποδείξει λογικά το υπέρλογο τής αποκαλύψεως αλλά τοιουτοτρόπως η πίστη παραμένει υποταγμένη στην νόηση!

β) Η αμφισβήτηση της «θεολογίας του εγχειριδίου»


Η πορεία την οποία διέτρεξαν οι προσπάθειες μιας ενωτικής διαπραγμάτευσης περί του ανθρώπου, επηρεασμένες από την πολικότητα τού λογοτεχνικού είδους τού εγχειριδίου, μπορεί να συνοψιστεί ώς εξής: η Θεολογία επανακτά την ανάγκη μιας ενότητος τής ανθρωπολογικής της προτάσεως. Αλλ' όμως η άκριτη πρόσληψη τής μοντέρνας μορφής τής σκέψης εμπόδισε την πραγματοποίηση αυτής τής προοπτικής!
Ο αγώνας εξόδου από αυτές τις δυσκολίες για την πραγματοποίηση μιας πειστικής και συνεπούς πραγματείας για τον άνθρωπο, δέν υπήρξε ούτε εύκολος, ούτε σύντομος. Και η προσπάθεια υπερβάσεως τής ανθρωπολογικής σύνθεσης τών εγχειριδίων δέν έγινε πρός τήν άμεση κατεύθυνση του βασικού μεθοδολογικού κόμπου (πυρήνα), τής καταργήσεως δηλ. του δεσμού τής αντιθέσεως πίστη-νόηση!

Η ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ.

Η αρχή τής ανανεώσεως στάθηκε αντιθέτως η αμφισβήτηση τού πλαισίου τής πραγματείας De gratia. Έγινε δέ κατορθωτή από την επανάκτηση τής προσοχής στην θεολογία τού Αγίου Πνεύματος, την οποία είχε ήδη προετοιμάσει ο M.J. Scheeben (1835-1888) και εδραιώθηκε από την κατάκτηση του αυξημένου ενδιαφέροντος για το θέμα τής εγκατοικήσεως των Θείων προσώπων στον δικαιωμένο άνθρωπο.
Όσο περισσότερο η μεταστροφή τού ανθρώπου θεωρείται με όρους μετοχής στην Θεία ζωή, μέσω τού Ιησού Χριστού και τής δωρεάς του Πνεύματός Του, τόσο περισσότερο γίνεται κατανοητή η σπουδαιότης τής εκκινήσεως από το άκτιστο δώρο ή την άκτιστη χάρη (το Πνεύμα τού Ιησού Χριστού ακριβώς) για να φανερωθούν οι λόγοι και οι διαστάσεις που συστήνουν το αποτέλεσμα αυτής τής συμμετοχής στην ύπαρξη του ανθρώπου (κτιστό δώρο ή κτιστή χάρις). Αντιστρέφεται λοιπόν τοιουτοτρόπως η θέση του κλασσικού Εγχειριδίου το οποίο ήταν αφιερωμένο ολοκληρωτικώς σ'αυτόν τον δεύτερο παράγοντα.
Από την στιγμή που διευκρινίσθηκε ότι το αληθινό και αρχικό σημείο ενός στοχασμού στην Χάρι είναι η δωρεά τής μετοχής στην Θεία ζωή, καθίσταται περιττή η διαπραγμάτευση τού προβλήματος τού ανθρώπου ανεξαρτήτως από το περί Χάριτος (De gratia,1680): Η "υπερφυσική" εξύψωση τού ανθρώπου αποτελούσε μέρος τού Θεού Δημιουργού και τού Ανυψώνοντος Θεού (De Deo creante et elevante,1878)!
Ταυτοχρόνως προκύπτει η απαίτηση τής υπερβάσεως τής επιφανειακότητος η οποία είναι παρούσα σ'αυτή την πραγματεία ανάμεσα στον άνθρωπο και την δωρεά σαν μετοχή στην Θεία Ζωή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλες οι ενέργειες τού Θεολογικού στοχασμού επικεντρώθηκαν πλέον στην προσπάθεια να δοθούν οι λόγοι για τους οποίους η συμμετοχή στην Θεία Ζωή, σύμφωνα με την οικονομία τής Χριστιανικής Σωτηρίας, οδηγεί τον άνθρωπο να γνωρίσει και να βιώσει την αλήθεια τής υπάρξεως του!

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ "ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΟΥ"

Σ' αυτή την οπτική, η Καθολική Θεολογία, αφιερώθηκε κατ'αρχάς σε μία προσεκτική επανεξέταση τής διάσημης θέσεως τής Μεσαιωνικής Σχολαστικής, για την οποία το ιδιαίτερο, τό ουσιώδες Θεολογικό στοιχείο τού ανθρώπου, συνίσταται στην φυσική επιθυμία να δεί τον Θεό (naturale desiderium vivendi Deum). Είναι η εποχή η οποία είδε στην πρώτη γραμμή συγγραφείς όπως ο H. de Lubac η οποία δημιούργησε το σκηνικό τής λεγόμενης Νέας Θεολογίας! (Theologie nouvelle). Εφανερώθη λοιπόν, μέ τήν νέα αυτή Θεολογία ότι τα ανθρωπολογικά όρια τού εγχειριδίου είναι ακριβώς τα όρια μιάς ιδιαίτερης ερμηνείας τού παρόντος αποκαλυπτικού δεδομένου, υπάρχοντα κατά ένα μέρος, μέσα στην ίδια την σχολαστική παράδοση! Θετικά όμως ο Θεολογικός στοχασμός επέστρεφε στις αναδυόμενες πηγές τής Αγίας Γραφής και τής παραδόσεως, προσπαθώντας να υπερβεί κάθε αποσπασματική ανάγνωση τού πυρήνος τής καταγωγής τής Αποκαλύψεως τού Ιησού Χριστού, ο οποίος γεννήθηκε, πέθανε και αναστήθηκε ακριβώς για μας τους ανθρώπους και για την δική μας σωτηρία!
«Η Βίβλος είναι πρώτα απ'όλα όχι η θεωρία (η γνώση) που έχει ο άνθρωπος τού Θεού, αλλά η γνώση που έχει ο Θεός για τον άνθρωπο! Η Βίβλος δέν είναι η Θεολογία τού ανθρώπου, αλλά η ανθρωπολογία τού Θεού, ο οποίος ασχολείται με τον άνθρωπο και μ'αυτό το οποίο ζητά, περισσότερο απο την Φύση τού Θεού»(Abraham Joshua Heschel, "O άνθρωπος δέν είναι μόνος", 1970).
Από το εσωτερικό αυτών των περιπετειών βγήκε επίσης το συμπέρασμα ότι τα θεωρητικά όργανα τα οποία χρησιμοποίησε η Θεολογία είχαν προσληφθεί, άκριτα, από την φιλοσοφία και οι προϋποθέσεις και οι προκαταλήψεις με τις οποίες προσελήφθη το γεγονός τής αποκαλύψεως ήταν ακατάλληλες! Σ'αυτή την γραμμή, αντιδρώντας στα αποτελέσματα τής μοντέρνας σκέψης, γεννιέται μία αποστασιοποίηση από την αριστοτελικο-θωμιστική παράδοση, η οποία εθεωρείτο από αιώνες σαν ένας ενδογενής θησαυρός στην Καθολική Θεολογική σκέψη και η οποία ακριβώς στο τέλος του XIX αιώνος είχε επαναπροωθηθεί από το Διευθυντήριο τού Βατικανού μέσω τής εγκυκλίου Aeterni Patris η οποία έδωσε ζωή στην νεοσχολαστική σκέψη (Ετιέν Ζιλσόν).

Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ "ΣΤΡΟΦΗ"


Η απαίτηση μιας νέας φιλοσοφικής οργάνωσης, προσεκτικής στις σύγχρονες εξελίξεις, παρήγαγε την ανθρωπολογική στροφή στην Θεολογία. Εδώ ακριβώς τοποθετείται και το μνημειώδες έργο του K.Rahner, το οποίο κυριαρχεί μετά τον δεύτερο παγκόσμιο.
Ακολουθώντας την φιλοσοφική σκέψη τού Χάϊντεγκερ, ο Ράνερ, εισάγει σαν απαραίτητη προϋπόθεση κάθε θεολογικής γνώσης την εξακρίβωση ότι "ο άνθρωπος θεωρείται σαν προοίμιο κάθε πραγματικότητος, διότι καθώς είναι ένα γνωρίζων υποκείμενο δέν είναι απλώς ένα πράγμα ανάμεσα στα πράγματα και επομένως ένα πιθανό και δυνατό αντικείμενο ερεύνης, αλλά είναι ταυτοχρόνως παρών σε κάθε επιβεβαίωση τής πραγματικότητος". [παρατηρητής]


Συνεχίζεται


ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ. Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΜΑΣ ΕΙΣΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΑ.
ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ.

Αμέθυστος

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (3)

 Συνέχεια από: Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024


ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ. 
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.

Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López
Εκδόσεις Jaca Book

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙΣ "ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘ'ΟΜΟΙΩΣΙΝ" ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΤΟΥ ΜΟΝΟΓΕΝΟΥΣ ΥΙΟΥ.

1. ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΟΙ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ".
          Η "IMAGO DEI" ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ.
        

Όπως παρατήρησε ο Ιωάννης Παύλος ο ΙΙ στις διάσημες κατηχήσεις του, οι δύο διηγήσεις τής Γενέσεως περί της Δημιουργίας τού ανθρώπου (Γεν. 1,26-27 και Γεν. 2,18-25) συγκλίνουν στον προσδιορισμό τού ανθρώπου δημιουργημένου "κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν του Θεού", κάτι που καταλήγει να αποτελέσει την βάση όλης τής Χριστιανικής ανθρωπολογίας! [Όπως δέν μπορούν να κατανοήσουν οι σημερινοί Χριστιανοί την διαφορά ανάμεσα στην δημιουργία τού Φωτός τής πρώτης ημέρας και την δημιουργία τού ήλιου την τέταρτη, αλλά ούτε και την ένωσή τους ασυγχύτως και αδιαιρέτως, έτσι αδυνατούν να δούν την διαφορά τών δύο διηγήσεων αλλά και να δούν την ένωσή τους, ασυγχύτως και αδιαιρέτως. Και ερμηνεύουν υποκειμενικά και ηθικολογικά τον λόγο του Απ. Παύλου: άλλα θέλω και άλλα κάνω!]
         
α) Παλαιοδιαθηκικά στοιχεία τής Imago Dei.
          
Οφείλουμε να προσδιορίσουμε ότι η Π.Δ. χρησιμοποιεί τον όρο τής Εικόνος όχι τόσο για να προσφέρει μία περιγραφή  αναλυτικά ολοκληρωμένη τού ανθρωπίνου πλάσματος, όσο για να φανερώσει την ιδιαιτερότητα τού ανθρώπου απέναντι σε όλα τα υπόλοιπα τής Δημιουργίας, ξεκινώντας από την ιδιαίτερη σχέση με τον Θεό, την οποία εκφράζει αυτός ο όρος. 
ΓΕΝΕΣΗ! 
"Και είπεν ο Θεός, Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ'εικόνα ημών, καθ'ομοίωσιν ημών και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων τής θαλάσσης και επί των πετεινών τού ουρανού και επί των κτηνών και επί πάσης της γής και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γής" (Γεν. Ι, 26-28). 
Σ'αυτό το χωρίο η δημιουργία τού ανθρώπου εμφανίζεται στο αποκορύφωμα όλης τής Θείας πρωτοβουλίας και εισάγεται από μία ξεκάθαρη απόφαση τού Θεού : "Ας κάμωμεν άνθρωπον".
          Μπορούμε να σημειώσουμε επίσης και τα ακόλουθα στοιχεία: ο δημιουργηθείς κατ'εικόνα άνθρωπος τοποθετείται σε μία συνθήκη κυριότητος, απέναντι στα άλλα ζωντανά όντα. Το θέμα της εικόνος συνδέεται καί με την αναφορά στην διάκριση τού φύλου! : "Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον κατ'εικόνα εαυτού, κατ'εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς και ευλόγησεν αυτούς ο Θεός και είπε πρός αυτούς ο Θεός. Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε την γήν και κυριεύσατε αυτήν..." 
Και τέλος ο δημιουργημένος κατ'εικόνα άνθρωπος παρουσιάζεται σαν αποδέκτης της Θείας ευλογίας!
          Το σύνολο τής περικοπής μάς επιτρέπει να κατανοήσουμε ότι ο άνθρωπος είναι Εικόνα σε ο,τιδήποτε τον συστήνει : στην σχέση του με τον κόσμο, με τον άλλον, με τον Θεό!
          Σε ένα από τα επόμενα χωρία τής Γενέσεως, στην διήγηση τής γεννήσεως τού γιού τού Αδάμ, θα χρησιμοποιηθεί ξανά ο όρος εικόνα. Η επιλογή αυτή επιβεβαιώνει έναν σημαντικό παραλληλισμό ο οποίος φανερώνει όλον τον ανθρωπολογικό πλούτο τον οποίο διαθέτει ο όρος : Ο άνθρωπος έρχεται από τον Θεό με την ίδια αμεσότητα με την οποία ο Υιός έρχεται από τον γενήτορά του! Στο χωρίο λοιπόν μπορούμε να συλλάβουμε ήδη  μία ακριβέστατη αναφορά στην σχέση ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο σαν σχέση πατρότητος και υιότητος! "Καθ' ήν ημέραν εποίησεν ο Θεός τον Αδάμ, κατ'εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν. Άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς... και εκάλεσεν το όνομα αυτών Αδάμ, καθ'ήν ημέραν εποίησεν αυτούς. [Είχε ήδη πέσει, είχε ήδη χαθεί ο ΝΟΥΣ]. Έζησε δέ ο Αδάμ εκατόν τριάντα έτη και εγέννησεν υιόν κατά την ομοίωσιν αυτού, κατά την εικόνα αυτού και εκάλεσε το όνομα αυτού Σήθ" (Γεν. 5,1-3). 
Τέλος αυτό το όν ακριβώς, που είναι ο άνθρωπος κατ'εικόνα τού Θεού, δικαιολογεί τον ηθικό κανόνα ο οποίος απαγορεύει τον φόνο, καθότι η αξία τής ανθρώπινης ζωής εξαρτάται απο την σχέση της με τον Δημιουργό! "Όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού διότι κατ'εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον!" (Γεν. 9,6).
          Τα κεφάλαια δεύτερο και τρίτο τής Γενέσεως, παρότι δέν χρησιμοποιούν τον όρο τής εικόνος, φανερώνουν όμως καθαρά ότι όλη η ύπαρξη του ανθρώπου είναι νοητή μόνον εφόσον υπολογισθεί η σχέση του με τον Θεό.
          
ΣΟΦΙΟΛΟΓΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.
         
Η λογοτεχνία, ακριβώς αυτή, εμβαθύνει περαιτέρω μερικές πλευρές τού θέματος! "Ο Κύριος έπλασε τον άνθρωπο από χώμα και τον έκανε να ξαναγυρνά σ'αυτό. Έδωσε στους ανθρώπους μέρες μετρημένες και ορισμένον χρόνο, μα κι'εξουσία τούς χάρισε πάνω σε κάθε τι που βρίσκεται στη γή. Τους έντυσε με δύναμη, όπως και ο ίδιος έχει και σύμφωνα με την εικόνα του τους έπλασε". (Σοφία Σειράχ 17,1-4). "Μέσα σε κάθε ζωντανό πλάσμα τον φόβο έβαλε τού ανθρώπου, ώστε να εξουσιάζει πάνω στα άγρια θηρία και στα πουλιά".
          Το βιβλίο της Σοφίας μάς προσφέρει επι πλέον μία ερμηνεία τού όρου τής εικόνος σύμφωνα με την έννοια τής αθανασίας! "Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο για την άφθαρτη ζωή, τον έφτιαξε σύμφωνα με την δική του εικόνα, την εικόνα τού αιώνιου Θεού. Όμως από τον φθόνο του διαβόλου μπήκε ο θάνατος στον κόσμο, κι' όσοι στον διάβολο ανήκουν, θα υποστούν τον θάνατο! (Σοφία 2,23-24).
          Αυτή η αθανασία, η οποία παρουσιάζεται σαν δωρεά τού Θεού, εξαρτάται ακριβώς από την ξεχωριστή ομοιότητα με τον εαυτό Του, την οποία έθεσε ο Δημιουργός στον άνθρωπο! Ο άνθρωπος που υποκύπτει στον διάβολο την χάνει διότι, επαναστατώντας στον Θεό, χάνεται! Εάν δηλαδή το κατ'εικόνα τον συστήνει πλήρως καθότι σε σχέση με τον Θεό, η επανάσταση στον Θεό οδηγεί στον θάνατο, στην άρνηση τής αλήθειας τής δικής μας ζωής.
          Η σχέση με τον Θεό, συνθετικά παρουσιαζόμενη με τον όρο Imago είναι το γεγονός από το οποίο εξαρτάται όλο το περιεχόμενο τής ανθρώπινης υπάρξεως και γι'αυτό οι Γραφές τείνουν να φανερώσουν ότι αυτή η σχέση είναι το κλειδί για την κατανόηση τής συνθετότητος τών παραγόντων τής συστάσεως τού ανθρώπου και τής μοίρας του, με τον σκοπό να μας επιτραπεί μία ενοποιός κατανόηση τού ανθρώπου.
        
  β) Ο Καινοδιαθηκικός νεωτερισμός: Ο Ιησούς Χριστός εικών τού Θεού τού αοράτου (Κολ. 1,15).
          
ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΕΜΒΑΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΑΙΝΟΔΙΑΘΗΚΙΚΟΥ ΟΡΟΥ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΣ (IMAGO).
         
Μία ικανοποιητική κατανόηση τής αποκαλύψεως τού ανθρώπου δημιουργηθέντος κατ'εικόνα και καθ'ομοίωσιν τού Θεού, πρέπει να λάβει υπ'όψιν ότι στην Κ.Δ. ο όρος Imago Dei αποδίδεται αμέσως στον Ιησού Χριστό (2 Κορ. 4,4/ Κολ. 1,15).
          Έχουμε λοιπόν να μελετήσουμε την ανθρωπολογική αξία τού παραλληλισμού που εγκαθιδρύει ο όρος Imago ανάμεσα στον Ιησού Χριστό και τον άνθρωπο!
          Εάν λάβουμε υπ'όψιν ότι η λέξη εικών στην Κ.Δ. χρησιμοποιείται πάντοτε για να διαγράψει την ίδια την πραγματικότητα η οποία φανερώνεται στην ουσία της, γίνεται κατανοητό ότι ο Παύλος την χρησιμοποιεί για να εκφράσει την ταυτότητα Υϊκή καί  Θεία τού Ιησού Χριστού. Η επιλογή αυτού τού όρου θα ήταν αδιανόητη χωρίς την αναφορά στην Γένεση 1,27 και προϋποθέτει επίσης την χαρακτηριστική αναφορά του Παύλου σύμφωνα με την οποία ο Χριστός ταυτίζεται με τον αληθινό Αδάμ (1 Κορ. 15,45).
          Η συνθετική πρόθεση με την οποία ο Χριστός διαγράφεται σαν εικών τού Θεού (2 Κορ. 4,4/Κολ. 1,15) είναι ο τονισμός τής ολοκληρωτικής μετοχής στην ζωή τού ανθρώπου, χάρη τής κεντρικής της σημασίας σε όλο το Θείο σχέδιο: Από την αρχή (Δημουργία) μέχρι την εσχατολογική ολοκλήρωση (Κολ. 1,18-20).

Συνεχίζεται

Σχόλιο: ΜΕΝΟΥΜΕ ΗΔΗ ΕΜΒΡΟΝΤΗΤΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΙΓΡΑΦΙΚΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΣΤΗΡΙΖΕΙ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ, ΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ, ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΣ.

ΜΑΣ ΕΚΠΛΗΣΣΕΙ ΕΠΙΣΗΣ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΔΟΞΑΖΕΤΑΙ ΣΑΝ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΠΛΕΟΝ.

Αμέθυστος.

Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ (2)

 Συνέχεια από: Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023


ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ 
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ.
ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΣΩΠΟ-ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ.
Angelo Scola, Gilfredo Marengo, Javier Prades López
Εκδόσεις Jaca Book
          
Τα όρια τής ανθρωπολογίας τών εγχειριδίων.
      
  
  Η "Θεολογία τού Εγχειριδίου", τελικά, δέν κατόρθωσε να απαντήσει πειστικά στην ανάγκη μιας θεολογικής ανθρωπολογίας πλήρους και ενοποιημένης. Οι λόγοι αυτής τής αποτυχίας βρίσκονται στις προβληματικές όψεις αυτής τής Θεολογικής επιστήμης η οποία ξεκινώντας από τον XVI αιώνα φτάνει στην Θεολογική ανανέωση η οποία είναι χαρακτηριστική των τελευταίων πενήντα ετών.
          Και πράγματι, εάν οι διάφορες πραγματείες ανθρωπολογικού περιεχομένου μπορούσαν να ισχυρισθούν μία κάποια τυπική συνέχεια, με την Θεολογική παράδοση η οποία είχε προηγηθεί -δηλαδή τίς σούμες (Summae) τού μεσαίωνος- αποδεχόμενες όμως την μοντέρνα αρχή τού διαχωρισμού ανάμεσα στην γνώση και την πίστη, κατέληξαν στην παραίτησή τους από μία διαπραγμάτευση συνεπή του ανθρωπολογικού ερωτήματος και έδωσαν τελικώς εντελώς αντικρουόμενους καρπούς. Η συστηματική ενότης τών Summae προσέφερε μία ενοποιημένη θεώρηση στον "λόγο" περί του ανθρώπου, ενώ στην "Θεολογία τού εγχειριδίου", λόγω της απώλειας της ενοποιού αρχής της μεσαιωνικής Θεολογίας, ο ανθρωπολογικός στοχασμός καθαυτός εμφανίζεται αποσπασματικός, ανίσχυρος απέναντι στην μοντέρνα προκατάληψη η οποία ισχυρίζεται και διεκδικεί την πίστη αποξενωμένη από την νόηση και απαιτεί να γνωρίζει αυτή η τελευταία από μόνη της να πεί όλη την αλήθεια για τον άνθρωπο.
          Η πιό προβληματική συνέπεια της Θεολογίας η οποία άκριτα προσέλαβε την μοντέρνα μορφή τής σκέψης είναι η αδιαφορία γιά τήν συγκεκριμένη ιστορική στιγμή στήν κατανόηση τού ανθρώπου! Στην μοντέρνα θεώρηση το στοιχείο το οποίο συγκεκριμενοποιεί την ιδιαιτερότητα τού ανθρωπίνου-υποκειμένου είναι η νόηση η οποία εκλαμβάνεται σαν α-πόλυτη, με μία διπλή σημασία: σαν ξεχωρισμένη από την πράξη με την οποία η ανθρώπινη συνείδηση σχετίζεται (προτίθεται) με την (στην) πραγματικότητα και σαν "ολοκληρωτική" δηλαδή σαν μέτρο και πληρότητα τού ορίζοντος τής γνώσεως (χειραφέτηση)! Επομένως ο εξωτερικισμός ανάμεσα στην πίστη και στην νόηση φέρει μαζί του μία μείωση τού ανθρώπου στις δικές του διανοητικές ικανότητες! Γεννιέται λοιπόν τοιουτοτρόπως κάτι το διφορούμενο, ότι δηλ. κατά βάθος ο,τιδήποτε αφορά το τυχαίο και συμπτωματικό τής ανθρώπινης ελευθερίας οφείλει να υπολογισθεί μόνον σαν μία απλή εφαρμογή στην πράξη τής αποκεκαλυμμένης καθολικής αλήθειας, η οποία εγνώσθη διά της έννοιας, διά τής εννοιολογικής οδού!
          Μία επιπλέον συνέπεια αυτού τού μοντέρνου χαρακτηριστικού τού ιδανικού τής γνώσεως, υπήρξε η πολικότης (πόλωση) τής Θεολογίας γύρω από τον σχεδιασμό τής αυτοδικαιώσεως απέναντι στην φιλοσοφική στιγμή τής νοήσεως. Αυτή η τελευταία υπολογιζόμενη σαν απόλυτη γνώση (δηλαδή ταυτοχρόνως ξεχωριστή και ολοκληρωτική) τής αλήθειας, τοποθετεί την αποκάλυψη έξω από το νοητικό πλαίσιο: η θεολογία λοιπόν προσλαμβάνει άκριτα αυτή την θέση και προσπαθεί να αποδείξει λογικά το υπέρλογο τής αποκαλύψεως αλλά τοιουτοτρόπως η πίστη παραμένει υποταγμένη στην νόηση!

β) Η αμφισβήτηση της «θεολογίας του εγχειριδίου»

          Η πορεία την οποία διέτρεξαν οι προσπάθειες μιας ενωτικής διαπραγμάτευσης περί του ανθρώπου, επηρεασμένες από την πολικότητα τού λογοτεχνικού είδους τού εγχειριδίου, μπορεί να συνοψιστεί ώς εξής: η Θεολογία επανακτά την ανάγκη μιας ενότητος τής ανθρωπολογικής της προτάσεως. Αλλ' όμως η άκριτη πρόσληψη τής μοντέρνας μορφής τής σκέψης εμπόδισε την πραγματοποίηση αυτής τής προοπτικής!
          Ο αγώνας εξόδου από αυτές τις δυσκολίες για την πραγματοποίηση μιας πειστικής και συνεπούς πραγματείας για τον άνθρωπο, δέν υπήρξε ούτε εύκολος, ούτε σύντομος. Και η προσπάθεια υπερβάσεως τής ανθρωπολογικής σύνθεσης τών εγχειριδίων δέν έγινε πρός τήν άμεση κατεύθυνση του βασικού μεθοδολογικού κόμπου (πυρήνα), τής καταργήσεως δηλ. του δεσμού τής αντιθέσεως πίστη-νόηση!
        
  Η ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ.
          
Η αρχή τής ανανεώσεως στάθηκε αντιθέτως η αμφισβήτηση τού πλαισίου τής πραγματείας De gratia. Έγινε δέ κατορθωτή από την επανάκτηση τής προσοχής στην θεολογία τού Αγίου Πνεύματος, την οποία είχε ήδη προετοιμάσει ο M.J. Scheeben (1835-1888) και εδραιώθηκε από την κατάκτηση του αυξημένου ενδιαφέροντος για το θέμα τής εγκατοικήσεως των Θείων προσώπων στον δικαιωμένο άνθρωπο.
          Όσο περισσότερο η μεταστροφή τού ανθρώπου θεωρείται με όρους μετοχής στην Θεία ζωή, μέσω τού Ιησού Χριστού και τής δωρεάς του Πνεύματός Του, τόσο περισσότερο γίνεται κατανοητή η σπουδαιότης τής εκκινήσεως από το άκτιστο δώρο ή την άκτιστη χάρη (το Πνεύμα τού Ιησού Χριστού ακριβώς) για να φανερωθούν οι λόγοι και οι διαστάσεις που συστήνουν το αποτέλεσμα αυτής τής συμμετοχής στην ύπαρξη του ανθρώπου (κτιστό δώρο ή κτιστή χάρις). Αντιστρέφεται λοιπόν τοιουτοτρόπως η θέση του κλασσικού Εγχειριδίου το οποίο ήταν αφιερωμένο ολοκληρωτικώς σ'αυτόν τον δεύτερο παράγοντα.
          Από την στιγμή που διευκρινίσθηκε ότι το αληθινό και αρχικό σημείο ενός στοχασμού στην Χάρι είναι η δωρεά τής μετοχής στην Θεία ζωή, καθίσταται περιττή η διαπραγμάτευση τού προβλήματος τού ανθρώπου ανεξαρτήτως από το περί Χάριτος (De gratia,1680): Η "υπερφυσική" εξύψωση τού ανθρώπου αποτελούσε μέρος τού Θεού Δημιουργού και  τού Ανυψώνοντος Θεού (De Deo creante et elevante,1878)!
          Ταυτοχρόνως προκύπτει η απαίτηση τής υπερβάσεως τής επιφανειακότητος η οποία είναι παρούσα σ'αυτή την πραγματεία ανάμεσα στον άνθρωπο και την δωρεά σαν μετοχή στην Θεία Ζωή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλες οι ενέργειες τού Θεολογικού στοχασμού επικεντρώθηκαν πλέον στην προσπάθεια να δοθούν οι λόγοι για τους οποίους η συμμετοχή στην Θεία Ζωή, σύμφωνα με την οικονομία τής Χριστιανικής Σωτηρίας, οδηγεί τον άνθρωπο να γνωρίσει και να βιώσει την αλήθεια τής υπάρξεως του!
          
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ "ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΟΥ"
          
Σ' αυτή την οπτική, η Καθολική Θεολογία, αφιερώθηκε κατ'αρχάς σε μία προσεκτική επανεξέταση τής διάσημης θέσεως τής Μεσαιωνικής Σχολαστικής, για την οποία το ιδιαίτερο, τό ουσιώδες Θεολογικό στοιχείο τού ανθρώπου, συνίσταται στην φυσική επιθυμία να δεί τον Θεό (naturale desiderium vivendi Deum). Είναι η εποχή η οποία είδε στην πρώτη γραμμή συγγραφείς όπως ο H. de Lubac η οποία δημιούργησε το σκηνικό τής λεγόμενης Νέας Θεολογίας! (Theologie nouvelle). Εφανερώθη λοιπόν, μέ τήν νέα αυτή Θεολογία ότι τα ανθρωπολογικά όρια τού εγχειριδίου είναι ακριβώς τα όρια μιάς ιδιαίτερης ερμηνείας τού παρόντος αποκαλυπτικού δεδομένου, υπάρχοντα κατά ένα μέρος, μέσα στην ίδια την σχολαστική παράδοση! Θετικά όμως ο Θεολογικός στοχασμός επέστρεφε στις αναδυόμενες πηγές τής Αγίας Γραφής και τής παραδόσεως, προσπαθώντας να υπερβεί κάθε αποσπασματική ανάγνωση τού πυρήνος τής καταγωγής τής Αποκαλύψεως τού Ιησού Χριστού, ο οποίος γεννήθηκε, πέθανε και αναστήθηκε ακριβώς για μας τους ανθρώπους και για την δική μας σωτηρία!
«Η Βίβλος είναι πρώτα απ'όλα όχι η θεωρία (η γνώση) που έχει ο άνθρωπος τού Θεού, αλλά η γνώση που έχει ο Θεός για τον άνθρωπο! Η Βίβλος δέν είναι η Θεολογία τού ανθρώπου, αλλά η ανθρωπολογία τού Θεού, ο οποίος ασχολείται με τον άνθρωπο και μ'αυτό το οποίο ζητά, περισσότερο απο την Φύση τού Θεού»(Abraham Joshua Heschel, "O άνθρωπος δέν είναι μόνος", 1970).
          Από το εσωτερικό αυτών των περιπετειών βγήκε επίσης το συμπέρασμα ότι τα θεωρητικά όργανα τα οποία χρησιμοποίησε η Θεολογία είχαν προσληφθεί, άκριτα, από την φιλοσοφία και οι προϋποθέσεις και οι προκαταλήψεις με τις οποίες προσελήφθη το γεγονός τής αποκαλύψεως ήταν ακατάλληλες! Σ'αυτή την γραμμή, αντιδρώντας στα αποτελέσματα τής μοντέρνας σκέψης, γεννιέται μία αποστασιοποίηση από την αριστοτελικο-θωμιστική παράδοση, η οποία εθεωρείτο από αιώνες σαν ένας ενδογενής θησαυρός στην Καθολική Θεολογική σκέψη και η οποία ακριβώς στο τέλος του XIX αιώνος είχε επαναπροωθηθεί από το Διευθυντήριο τού Βατικανού μέσω τής εγκυκλίου Aeterni Patris η οποία έδωσε ζωή στην νεοσχολαστική σκέψη (Ετιέν Ζιλσόν).

Η  ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ "ΣΤΡΟΦΗ"
          Η απαίτηση μιας νέας φιλοσοφικής οργάνωσης, προσεκτικής στις σύγχρονες εξελίξεις, παρήγαγε την ανθρωπολογική στροφή στην Θεολογία. Εδώ ακριβώς τοποθετείται και το μνημειώδες έργο του K.Rahner, το οποίο κυριαρχεί μετά τον δεύτερο παγκόσμιο.
          Ακολουθώντας την φιλοσοφική σκέψη τού Χάϊντεγκερ, ο Ράνερ, εισάγει σαν απαραίτητη προϋπόθεση κάθε θεολογικής γνώσης την εξακρίβωση ότι "ο άνθρωπος θεωρείται σαν προοίμιο κάθε πραγματικότητος, διότι καθώς είναι ένα γνωρίζων υποκείμενο δέν είναι απλώς ένα πράγμα ανάμεσα στα πράγματα και επομένως ένα πιθανό και δυνατό αντικείμενο ερεύνης, αλλά είναι ταυτοχρόνως παρών σε κάθε επιβεβαίωση τής πραγματικότητος". [παρατηρητής]

Συνεχίζεται

ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ. Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΜΑΣ ΕΙΣΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΡΜΑΝΙΑ.

Αμέθυστος.
Original text
Rate this translation
Your feedback will be used to help improve Google Translate