Η Γραμμική Β ήταν το σύστημα γραφής που χρησιμοποιήθηκε κατά τη Μυκηναϊκή Περίοδο. Δείγματα αυτής της γραφής έχουν βρεθεί σε υστερομινωικές ΙΙ θέσεις στην Κρήτη και σε Μυκηναϊκές ΙΙΙΑ-Β θέσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα, πράγμα που υποδηλώνει ότι η γραφή ήταν σε χρήση μεταξύ του 1450 και του 1100 π.Χ.. Η χρήση Γραμμικής Β περιορίστηκε σε σημαντικούς ανακτορικούς χώρους όπως η Κνωσός, οι Μυκήνες, η Πύλος, η Θήβα και η Τίρυνθα. Οι περισσότερες επιγραφές Γραμμικής Β βρίσκονται σε πήλινες πινακίδες και σε μεγάλο βαθμό περιλαμβάνουν την τεκμηρίωση των οικονομικών συναλλαγών της διοίκησης του παλατιού, υπάρχουν όμως και μερικές περιπτώσεις που σχετίζονται με στρατιωτική δραστηριότητα.
Οι Έλληνες δεν ήταν οι μόνοι που επινόησαν ένα συλλαβικό σύστημα γραφής: αρκετά τέτοια συστήματα γραφής είχαν χρησιμοποιηθεί από σύγχρονους γειτονικούς λαούς της Εγγύς Ανατολής. Η Γραμμική Β περιλαμβάνει 90 συλλαβογράμματα και έναν απροσδιόριστο αριθμό ιδιεογραμμάτων. Κάθε συλλαβικό σύμβολο αντιπροσωπεύει είτε ένα φωνήεν είτε μια ανοιχτή συλλαβή (συλλαβή που καταλήγει σε φωνήεν), αλλά δεν μπορεί να αντιπροσωπεύει συμφωνικά συμπλέγματα.
Προέλευση της Γραμμικής Β
Η Γραμμική Β είναι η παλαιότερη διατηρημένη μορφή γραπτού ελληνικού λόγου που γνωρίζουμε. Την εποχή κατά την οποία συναντούμε για πρώτη φορά αυτό το σύστημα γραφής, η Ελλάδα και διάφορες περιοχές της δυτικής ακτής της Μικράς Ασίας ήταν ήδη ελληνόφωνες. Η Γραμμική Β χρησιμοποιήθηκε για να γραφτεί ένας αρχαϊκός τύπος της Ελληνικής γνωστή ως Μυκηναϊκή Ελληνική, που ήταν η γλώσσα που χρησιμοποιούνταν από τους Μυκηναίους. Οι επιγραφές που βρέθηκαν στην Κρήτη φαίνεται να είναι παλαιότερες από αυτές που βρέθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οι επιβεβαιωμένα πιο παλιές πινακίδες Γραμμικής Β είναι οι λεγόμενες πινακίδες της αίθουσας των αρμάτων στην Κνωσό και έχουν χρονολογηθεί ανάμεσα στο 1450 και 1350 π.Χ, τη στιγμή που οι πινακίδες που βρέθηκαν στην Πύλο έχουν χρονολογηθεί γύρω στο 1200 π.Χ.. Αυτό υποδηλώνει ότι η Γραμμική Β επινοήθηκε στην Κνωσό (Κρήτη), γύρω στο 1450 π.Χ., όταν οι Μυκηναίοι πήραν τον έλεγχο της Κνωσού, και από εκεί εξαπλώθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα. Είτε με ειρηνική προσάρτηση είτε με ένοπλη εισβολή, γνωρίζουμε ότι ο μινωικός πολιτισμός αντικαταστάθηκε, τόσο στην Κρήτη όσο και στην ηπειρωτική Ελλάδα, από τον μυκηναϊκό πολιτισμό.
Πολύ πριν οι Μυκηναίοι πάρουν υπό τον έλεγχό τους την Κνωσό, ο Μινωικός πολιτισμός χρησιμοποιούσε ένα γραπτό σύστημα που είναι γνωστό ως Γραμμική Α, που χρησιμοποιήθηκε για να εκπροσωπήσει την επίσημη μινωική γλώσσα. Η γλωσσική της ένταξη παραμένει μυστήριο, αλλά η επικρατούσα άποψη είναι ότι αυτή η γλώσσα δεν ήταν ελληνική. Πιθανότατα δεν αποτελούσε καν γλώσσα της Ινδοευρωπαϊκής οικογένειας. Δεδομένου ότι η Γραμμική Β μοιράζεται πολλά σύμβολα με την παλαιότερη Γραμμική Α οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η Γραμμική Β δημιουργήθηκε όταν οι γραφείς προσάρμοσαν τη Γραμμική Α σε μια νέα γλώσσα: τα Ελληνικά. Αυτή η άποψη υποστηρίζεται περαιτέρω από το γεγονός ότι η Γραμμική Β δεν είναι κατάλληλη για την απόδοση της ελληνικής γλώσσας. Για παράδειγμα, στη Γραμμική Β δεν μπορεί να γίνει διάκριση ανάμεσα σε μακρά και βραχέα φωνήεντα και ανάμεσα στο "λ" και στο "ρ". Ως επακόλουθο, λέξεις όπως "λευκά" έπρεπε να γράφονται ως "re-u-ka". Μία ακόμα δυσκολία ήταν το γεγονός ότι η Γραμμική Β δεν μπορεί να αποδώσει συμφωνικά συμπλέγματα. Έτσι, ονόματα όπως "Κνωσός" έπρεπε να αποδίδονται ως "ko-no-so" και λέξεις όπως "άξων" ή "δέμνια" (κρεβάτι, στρωσίδια) έπρεπε να αποδίδονται ως "a-ko-so-ne" ή "de-mi-ni-a" αντίστοιχα. Σε μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα όπως η λέξη "Αιγύπτιος", γραμμένη ως "a-ku-pi-ti-jo" οι περιορισμοί της γραφής για την απόδοση των ελληνικών είναι ξεκάθαροι.
Αποκρυπτογράφηση και περιεχόμενο της Γραμμικής Β
Παρόλο που τα πρώτα παραδείγματα Γραμμικής Β ανακαλύφθηκαν τα πρώτα χρόνια του 20ου αι., τα κείμενα αυτών των πινακίδων δεν είχαν εκδοθεί ως το 1952 μ.Χ.. Το νόημα των κειμένων της Γραμμικής Β παρέμεινε περιτριγυρισμένο από μυστήριο μέχρι το 1953 μ.Χ., όταν ένας αρχιτέκτονας που ονομαζόταν Μίκαελ Βέντρις κατάφερε να την αποκρυπτογραφήσει. Ο Βέντρις ερμήνευσε την γραφή ως μια πρώιμη μορφή ελληνικής, πράγμα που ήταν απροσδόκητο, καθώς οι περισσότεροι μελετητές εκείνη την εποχή πίστευαν ότι η Γραμμική Β αντιπροσώπευε μια μορφή μινωικής γλώσσας διαφορετικής από την ελληνική. Παρόλο που τα περισσότερα κείμενα Γραμμικής Β μπορούν να διαβαστούν σήμερα, ορισμένα στοιχεία του συστήματος γραφής παραμένουν ασαφή. Δεν έχουν ταυτοποιηθεί οριστικά όλα τα συλλαβογράμματα.
Τα κείμενα της Γραμμικής Β είναι κυρίως διοικητικού χαρακτήρα, συχνά με τη μορφή καταλόγων εμπορευμάτων, δηλώσεις παραλαβής και αρχεία εμπορικών συναλλαγών. Πινακίδες που βρέθηκαν στην Πύλο, για παράδειγμα, παρέχουν λεπτομέρειες σχετικά με την κατασκευή και τη διανομή εμπορευμάτων υπό την επίβλεψη των ανακτόρων, όπως μάλλινα και λινά υφάσματα και αρωματικά έλαια. Καθώς τα Μυκηναϊκά ανάκτορα είχαν όχι μόνο οικονομική και πολιτική εξουσία αλλά και θρησκευτική, μερικά από τα αποκρυπτογραφημένα κείμενα Γραμμικής Β περιλαμβάνουν λίστες θρησκευτικών προσφορών. Αυτοί οι κατάλογοι μας δίνουν μια ιδέα για τα είδη που προσέφεραν στους θεούς (κυρίως τρόφιμα και ιδιαίτερα λάδι και κρασί) και επίσης τα ονόματα κάποιων θεοτήτων στις οποίες προσφέρονταν. Πολύ ενδιαφέρον είναι ότι πολλές από τις θεότητες της Μυκηναϊκή εποχής ήταν ίδιες με τις θεότητες της κλασικής εποχής: Ζευς, Ήρα, Ποσειδών, Ερμής, Άρης, Διόνυσος και Άρτεμις είναι μερικές από αυτές. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι υπήρχε συνέχεια της λατρείας μεταξύ των μυκηναϊκών και των κλασικών χρόνων, αλλά τουλάχιστον τα ονόματα πολλών θεών παρέμειναν αμετάβλητα. Μερικά παραδείγματα κειμένων Γραμμικής Β αναφέρουν επίσης άρματα, πανοπλίες, όπλα και στρατιώτες που ετοιμάζονται για στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Παρακμή της Γραμμικής Β
Μετά την κατάρρευση της Μυκηναϊκής κυριαρχίας γύρω στο 1200 π.Χ. η χρήση της Γραμμικής Β σταδιακά περιορίστηκε μέχρι που εγκαταλείφθηκε οριστικά γύρω στο 1100 π.Χ. Η χρήση γραφής εγκαταλείφθηκε εντελώς στον ελληνικό κόσμο μέχρι την επιστροφή της τον 8ο αι. π.Χ. με την εμφάνιση ενός νέου συστήματος γραφής: του ελληνικού αλφαβήτου. Η Γραμμική Β και το ελληνικό αλφάβητο είναι δύο εντελώς διαφορετικά και άσχετα μεταξύ τους συστήματα γραφής και αυτό δηλώνει κατά κάποιον τρόπο πόσο βαθιά βυθίστηκε ο Ελλαδικός χώρος στον αναλφαβητισμό και τη στασιμότητα κατά το διάστημα μεταξύ της κατάρρευσης του μυκηναϊκού πολιτισμού και της ελληνικής αρχαϊκής περιόδου, ένα διάστημα γνωστό ως Σκοτεινοί Αιώνες.
Αυτή η μετάφραση βασίζεται στην παλαιά έκδοση του ορισμού. Εάν επιθυμείτε να μεταφράσετε τη νέα έκδοση, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας.