atavus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- atavus < at + avus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂éwh₂os
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]atavus αρσενικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | atavus | atavī |
γενική | atavī | atavōrum |
δοτική | atavō | atavīs |
αιτιατική | atavum | atavōs |
κλητική | atave | atavī |
αφαιρετική | atavō | atavīs |