νῦ ἐφελκυστικόν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
νῦ ἐφελκυστικόν < νῦ & ἐφελκυστικόν, ουδέτερο του ἐφελκυστικός

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

νῦ ἐφελκυστικόν ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)

  • (γραμματική) το εφελκυστικό νι
    ※  1ος κε αιώνας Διονύσιος Ἁλικαρνασσεύς, Περί συνθέσεως ονομάτων, ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ΄
    καὶ ὁ ἀντὶ τοῦ ἐποίησεν ‘ἐποίησε’ λέγων χωρὶς τοῦ ν καὶ ‘ἔγραψε’ ἀντὶ τοῦ ἔγραψεν λέγων
    ※  8ος/9ος αιώνας [γλώσσα: όψιμη ελληνιστική] Γεώργιος Χοιροβοσκός, Σχόλια σὺν θεῷ εἰς τοὺς ῥηματικοὺς κανόνας ἀπὸ φωνῆς Γεωργίου τοῦ Χοιροβοσκοῦ, σελ.22[1]
    Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ τύπτουσι καὶ τὰ ὅμοια γίνονται ἐφελκυστικὰ τοῦ ν, οἷον τύπτουσιν γράφουσιν· ὥσπερ γὰρ ἔχομεν μαθεῖν, ὅτι το ε ἐν τοῖς ῥήμασι γίνεται ἐφελκυστικὸν τοῦ ν, ὡς ἐν τῷ ἔτυπτε ἔτυπτεν, ἔλεγε ἔλεγεν, ἔγραφε ἔγραφεν

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. pdf Σχόλια σὺν θεῷ εἰς τοὺς ῥηματικοὺς κανόνας ἀπὸ φωνῆς Γεωργίου τοῦ Χοιροβοσκοῦ, Εργαστήριο ∆ιαχείρισης Πολιτισμικής Κληρονομιάς, www.aegean.gr/culturaltec/chmlab. Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, © 2006, ανακτήθηκε στις 22/06/2024]