oc

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Η εκτυπώσιμη έκδοση δεν υποστηρίζεται πλέον και μπορεί να έχει σφάλματα μορφοποίησης. Παρακαλούμε ενημερώστε τους σελιδοδείκτες του περιηγητή σας και παρακαλούμε χρησιμοποιήστε εναλλακτικά την προεπιλεγμένη λειτουργία εκτύπωσης του περιηγητή σας.

Ετυμολογία

oc < λατινική hoc

Προφορά

ΔΦΑ : /ɔk/

Επίρρημα

oc (fr)

  1. langue d'oc - ρωμανική διάλεκτος της νότιας Γαλλίας
     αντώνυμα: langue d'oïl
  2. (κατ’ επέκταση) d'oc - οξιτανικής γλώσσας

Σημειώσεις

oc σήμαινε άλλοτε ναι στα νότια της Γαλλίας. Στα βόρεια, λεγόταν γενικά oïl.