dans
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
Προφορά
Πρόθεση
dans (fr)
Ολλανδικά (nl)
Προφορά
Ουσιαστικό
dans (nl) κοινό
- ο χορός
Ρουμανικά (ro)
Ουσιαστικό
dans (ro) ουδέτερο
Σουηδικά (sv)
Προφορά
Ουσιαστικό
dans (sv)
- ο χορός
Τουρκικά (tr)
Ουσιαστικό
dans (tr)
- ο χορός
Κλίση
κλίση του dans
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | dans | danslar |
αιτιατική | dansı | dansları |
δοτική | dansa | danslara |
τοπική | dansta | danslarda |
αφαιρετική | danstan | danslardan |
γενική | dansın | dansların |
κτητικές μορφές του dans
(ονομαστική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansım | danslarım |
... σου | dansın | dansların |
... του | dansı | dansları |
... μας | dansımız | danslarımız |
... σας | dansınız | danslarınız |
... τους | dansları | dansları |
(αιτιατική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansımı | danslarımı |
... σου | dansını | danslarını |
... του | dansını | danslarını |
... μας | dansımızı | danslarımızı |
... σας | dansınızı | danslarınızı |
... τους | danslarını | danslarını |
(δοτική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansıma | danslarıma |
... σου | dansına | danslarına |
... του | dansına | danslarına |
... μας | dansımıza | danslarımıza |
... σας | dansınıza | danslarınıza |
... τους | danslarına | danslarına |
(τοπική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansımda | danslarımda |
... σου | dansında | danslarında |
... του | dansında | danslarında |
... μας | dansımızda | danslarımızda |
... σας | dansınızda | danslarınızda |
... τους | danslarında | danslarında |
(αφαιρετική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansımdan | danslarımdan |
... σου | dansından | danslarından |
... του | dansından | danslarından |
... μας | dansımızdan | danslarımızdan |
... σας | dansınızdan | danslarınızdan |
... τους | danslarından | danslarından |
(γενική) | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
... μου | dansımın | danslarımın |
... σου | dansının | danslarının |
... του | dansının | danslarının |
... μας | dansımızın | danslarımızın |
... σας | dansınızın | danslarınızın |
... τους | danslarının | danslarının |
κλίση του dans (ως κατηγορουμένου)
ενεστώτας | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
είμαι | dansım | danslarım* |
είσαι | danssın | danslarsın* |
είναι | dans / danstır | danslar* / danslardır* |
είμαστε | dansız | danslarız |
είστε | danssınız | danslarsınız |
είναι | danslar | danslardır |
αόριστος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ήμουν | danstım | danslardım* |
ήσουν | danstın | danslardın* |
ήταν | danstı | danslardı* |
ήμασταν | danstık | danslardık |
ήσασταν | danstınız | danslardınız |
ήταν | danstı(lar) | danslardı |
έμμεσος / απρόσωπος αόριστος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ήμουν | dansmışım | danslarmışım* |
ήσουν | dansmışsın | danslarmışsın* |
ήταν | dansmış | danslarmış* |
ήμασταν | dansmışız | danslarmışız |
ήσασταν | dansmışsınız | danslarmışsınız |
ήταν | dansmış(lar) | danslarmış |
*Πρόκειται για σπάνιους, κυρίως λόγιους ή ποιητικούς τύπους.
Σημείωση: οι τύποι του πληθυντικού δεν χρησιμοποιούνται για επίθετα. |
Κατηγορίες:
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Προθέσεις (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (ολλανδικά)
- Ολλανδική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ολλανδικά)
- Ρουμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ρουμανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (σουηδικά)
- Σουηδική γλώσσα
- Ουσιαστικά (σουηδικά)
- Τουρκική γλώσσα
- Ουσιαστικά (τουρκικά)
- Αντίστροφο λεξικό (τουρκικά)